Ο Νίκος Κοτζιάς υπήρξε πρωταγωνιστής σε μια καθοριστική φάση του Κυπριακού. Είναι ο πρώτος υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας, που έθεσε ολοκληρωμένη πρόταση για το κεφάλαιο της Ασφάλειας. Στο παρά ένα της άτυπης Πενταμερούς, εκφράζει, σε συνέντευξή του στον «Φιλελεύθερο», τις ανησυχίες του για την απαίτηση της τουρκικής πλευράς, με τη στήριξη των Βρετανών, να μη ληφθεί υπόψη το κεκτημένο του Κραν Μοντανά, καθώς, όπως εξηγεί, στόχος της Άγκυρας είναι η εμφάνιση μιας «συνομοσπονδιακής λύσης», μέσα από την οποία να κατέχει ποικιλότροπα τη βόρεια Κύπρο και να ελέγχει ταυτόχρονα όλο το νησί.
Ο πρώην υπουργός τονίζει μάλιστα ότι η απαίτηση αυτή αποτελεί απόδειξη για το γεγονός ότι εκείνοι που δεν ήθελαν να κλείσει το Κυπριακό στο Μοντανά, είναι οι ίδιοι που θέλουν τώρα να υπάρξει διαπραγμάτευση με αποκλεισμό των βημάτων που είχαν γίνει εκεί.
Ο Νίκος Κοτζιάς αναφέρεται και στο παρασκήνιο του Κραν Μοντανά, υπογραμμίζοντας τον ρόλο που διαδραμάτισε ο Έσπεν Μπαρθ Άιντε, ο οποίος μαζί με «τις δυνάμεις της χωρίς αρχές υποχώρησης», πίστευαν, όπως υποστηρίζει, ότι η λύση που ήθελαν να επιβάλουν περνούσε μέσα από τη διάδοση ψεμάτων εις βάρος του.
Υποστηρίζει ακόμη ότι ο γ.γ. του ΑΚΕΛ αποφεύγει σαν ο διάβολος το λιβάνι να διαψεύσει την ουσία αναφοράς στο βιβλίο του, δηλαδή ότι ζήτησε από τον Αλέξη Τσίπρα την απομάκρυνσή του από τη θέση του υπουργού Εξωτερικών, καθώς ενοχλείτο από το γεγονός ότι ο ίδιος έθετε ζήτημα εγγυήσεων και κατοχής.
Ακολουθεί η συνέντευξη.
– Με την Τουρκία να κλιμακώνει τις προκλήσεις, άρχισε ο ελληνοτουρκικός διάλογος. Υπάρχει κίνδυνος να υιοθετεί η τουρκική ατζέντα στις διερευνητικές, λαμβάνοντας υπόψη και τη στάση του Βερολίνου αλλά και της Ουάσιγκτον;
Η τουρκική ατζέντα μπορεί να υιοθετηθεί μόνο μετά από υποχώρηση της Ελληνικής Κυβέρνησης. Ελπίζω να μην σκέφτεται η πλευρά μας καν κάτι τέτοιο. Ακόμα, αν κάποιοι το επιθυμούν, δεν θα το επιτρέψει η ελληνική κοινωνία. Το Βερολίνο είχε πάντα μια φιλοτουρκική πολιτική, ήδη από τα μέσα του 19ου αιώνα. Γερμανία και Τουρκία πορεύτηκαν μαζί στον Πρώτο και στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς και στη γενοκτονία των Αρμενίων. Οι τουρκικές ελίτ, στρατιωτικές και μη, για δεκαετίες μορφώνονταν στη Γερμανία ή από Γερμανούς, ενώ οι επιχειρηματικοί δεσμοί τους είναι αδιάλειπτα ισχυροί εδώ και ενάμιση αιώνα.
– Πώς αξιολογείτε εσείς τις επικείμενες διερευνητικές, το momentum και την ατζέντα των δύο πλευρών;
Ήμουν και είμαι υπέρ του διαλόγου, αλλά ο διάλογος έχει ουσιαστικό νόημα όταν υπάρχει σαφής στόχευση και καλή προετοιμασία. Δεν βλέπω την ελληνική κυβέρνηση να διαθέτει σχεδιασμό για τη διαπραγμάτευση, όπως να εισάγει, ως έχω ήδη προτείνει, το πολύ μετά από τρεις γύρους διερευνητικών, την υποχρέωση της Τουρκίας να αποδεχτεί και να υπογράψει το Διεθνές Δίκαιο της Θαλάσσης, ενώ στην πορεία των διερευνητικών να απαιτήσει να αποσύρει η Τουρκική Εθνοσυνέλευση το casus belli. Διότι, πώς θα κάνουμε διαπραγμάτευση, επί παραδείγματι, για συνυποσχετικό με μια τέτοια απειλή. Επίσης, έχω υπογραμμίσει την ανάγκη πριν πάει κανείς στο Διεθνές Δικαστήριο να έχει προχωρήσει στη διαμόρφωση των εθνικών θαλασσίων ζωνών κυριαρχίας του.
-Και ως προς τις τουρκικές επιδιώξεις στο Κυπριακό;
-Η Τουρκία με τίποτα δεν θέλει στην «κοιλιά» της να έχει ένα ελληνοκυπριακό κράτος. Εκβιάζει ως προς το Κυπριακό με διάφορες προτάσεις για ακραίες λύσεις, έχοντας την συνδρομή και κάποιων τρίτων, προκειμένου μετά, να εμφανίσει μια «συνομοσπονδιακή λύση», ανεξάρτητα της ονομασίας της, ως λύση συμβιβασμού. Στόχος της, να κατέχει ποικιλότροπα τη βόρεια Κύπρο και να ελέγχει ταυτόχρονα όλο το νησί, την κυπριακή ΑΟΖ και τις άλλες θαλάσσιες ζώνες. Την εξωτερική και αμυντική πολιτική της Κυπριακής Δημοκρατίας.
-Τον προγραμματισμό της άτυπης Πενταμερούς σε αυτή τη φάση, πώς τον αξιολογείτε, όταν η τουρκική πλευρά παρουσιάζεται αμετακίνητη από τη θέση για λύση δύο κρατών; Πρέπει να τεθούν κόκκινες γραμμές από τη Λευκωσία;
-Διαπραγμάτευση χωρίς διάθεση έντιμου και δημιουργικού συμβιβασμού δεν υπάρχει, όπως δεν υπάρχει διαπραγμάτευση χωρίς πραγματικά κόκκινες γραμμές. Εκείνο που είναι ανησυχητικό και ταυτόχρονα αποκαλυπτικό, είναι οι συνεχείς δηλώσεις της επίσημης Τουρκίας και του Ερσίν Τατάρ, από ό,τι μαθαίνω με τη στήριξη των Βρετανών –οι οποίοι δυσκολεύονται να αποχωριστούν από το αποικιοκρατικό τους παρελθόν- να μη ληφθεί υπόψη στην επόμενη Πενταμερή το κεκτημένο του Κραν Μοντανά. Η απαίτησή τους αυτή, αποτελεί τη «ζωντανή» απόδειξη ότι εκείνοι που δεν ήθελαν να κλείσει το Κυπριακό στο Μοντανά, είναι οι ίδιοι που θέλουν τώρα να υπάρξει «διαπραγμάτευση» με αποκλεισμό των βημάτων που έγιναν στο Κραν Μοντανά! Κάποιοι, επιτέλους, πρέπει να παραδεχτούν ότι ήταν η πλευρά μας που δούλεψε για τα κεκτημένα στην εξωτερική πτυχή του Κυπριακού στο Κραν Μοντανά.
-Θα μπορούσαμε να πούμε ότι καταβάλλεται από τον διεθνή παράγοντα μια προσπάθεια «πακετοποίησης» των ελληνοτουρκικών διαφορών με το Κυπριακό;
-Κάτι τέτοιο θα ήταν λάθος. Όμως, κάποιοι σκέφτονται λύσεις στο Κυπριακό που να βολεύουν την Τουρκία και μετά να προχωρήσουν σε συνεργασία οικονομικής φύσης με την Ελλάδα, με διατήρηση του απροσδιόριστου των θαλασσίων ζωνών. Κατόπιν, να «σπρώξουν» τη λεγόμενη αποστρατιωτικοποίηση που απαιτεί η Τουρκία και κάποιοι φίλοι της στη Δύση.
Η Τουρκία, ούτε δικαιούται να έχει λόγο στο νότιο Αιγαίο για μια συμφωνία που δεν συμμετείχε (εκείνη των Παρισίων το 1947 – αυτή είναι η πρόβλεψη του Διεθνούς Δικαίου των Συμβάσεων της Βιέννης), ούτε μπορεί να αναιρεί τα όσα διεκδίκησε και παραδέχτηκε πριν 85 χρόνια στην ίδια την εθνοσυνέλευσή της ως προς τη Συμφωνία του Μοντρέ, η οποία επανέφερε το δικαίωμα της στρατιωτικοποίησης των Δαρδανελίων και των νησιών του Βόρειου Αιγαίου.
Τέλος, και το σημαντικότερο, η χώρα που παράνομα κατέχει στρατιωτικά εδάφη τρίτων κρατών, όπως της Κύπρου, δεν μπορεί να ζητά την απομάκρυνση δικών μας στρατευμάτων από νησιά μας. Ας μην ξεχνάμε ότι πάνω από διακρατικές και πολυμερείς συμφωνίες, υπάρχει το Διεθνές Δίκαιο, του οποίου ακρογωνιαίος λίθος είναι το δίκαιο της άμυνας και οι αντίστοιχες προβλέψεις του καταστατικού χάρτη του ΟΗΕ.
Καμία προεργασία από την Αθήνα για την πενταμερή
-Αναφερθήκατε σε μέτωπο στήριξης του τουρκικού εθνικισμού σε Κύπρο και Ελλάδα. Από πού προκύπτει αυτό;
-Κάποιοι, ίσως από άγνοια, συγχέουν τον πατριωτισμό με τον ακραίο εθνικισμό, τον σοβινισμό. Κάποιοι άλλοι, κατηγορούν σκόπιμα από το πρωί μέχρι το βράδυ κάθε ελληνική θέση ως ακραίο εθνικισμό. Αυτοί οι άνθρωποι δεν κάνουν κριτική στην Τουρκία και στην πολιτική της. Θεωρούν εξ ορισμού τις ελληνικές θέσεις ως μαξιμαλιστικές, ενώ ακόμα και την τουρκική κατοχή στην καλύτερη περίπτωση την αποσιωπούν, ενώ στη χειρότερη δείχνουν κατανόηση (!) ακόμα και για τη διατήρησή της.
Αυτό το μέτωπο έχει ιστορικές καταβολές. Σε άλλους τη δειλία και την υποχωρητικότητα. Σε άλλους μια παράδοση ραγιαδισμού και σε κάποιους τρίτους την «αγγλοφιλία».
-Παράλληλα, εκφράσατε τις ανησυχίες σας για τη στάση της κυβέρνησης Μητσοτάκη απέναντι στην Κύπρο και το Κυπριακό. Ποιες ενέργειες και γεγονότα σας έχουν προβληματίσει;
-Κάποιοι έπεισαν τους κυβερνώντες στην Ελλάδα, όπως είχε γίνει και με την ΕΡΕ πριν από τις συμφωνίες της Ζυρίχης, ότι το Κυπριακό είναι βάρος για την Αθήνα. Ότι δεν χρειάζεται να υπερασπίζονται τα της Κύπρου και να μπλέκουν σε αυτά. Γελούσαν όταν μετά το καλοκαίρι του 2019 έμπαιναν παράνομα τουρκικά πλοία στην κυπριακή ΑΟΖ, ακόμα και στα χωρικά ύδατα της Κύπρου. Για πρώτη φορά σε επίσημες ομιλίες οι κυβερνώντες, όπως αυτή του Μητσοτάκη στην ΓΣ του ΟΗΕ, «ξέχασαν» να μιλήσουν για κατοχή της Κύπρου. Στο Συμβούλιο της ΕΕ άφησαν σε πολλές φάσεις την Κύπρο μόνη της. Η Ελλάδα δεν έχει κάνει καμιά ουσιαστική προεργασία ενόψει της Πενταμερούς και δεν επεξεργάστηκε κάποια νέα κείμενα, που να βοηθούν με θέσεις ενόψει της.Τα πιο πάνω και άλλα πολλά, που δεν θέλω να αναφέρω δημόσια, είναι λογικό να με κάνουν να ανησυχώ.
«Παπαγαλίζουν όσα τους λένε, εκείνοι που θέλουν να συγκαλύψουν τις ευθύνες της Τουρκίας»
-Ήσασταν παρών στο Κραν Μοντανά, πώς εισπράξατε τον ίσο επιμερισμό ευθυνών για την κατάρρευση του διαλόγου από ορισμένους Ευρωπαίους αξιωματούχους;
-Κάποιοι στην Ευρώπη αντί να ανταποκρίνονται ως εταίροι μας στις υποχρεώσεις τους, συμπεριφέρονται ως διαιτητές ανάμεσα σε δύο ξένα προς αυτούς κράτη. Ουσιαστικά με τις τοποθετήσεις τους λειτουργούν ως «πιασμένοι» διαιτητές της άλλης πλευράς.
Προκειμένου να προστατεύσουμε τη διαδικασία του ΟΗΕ, όσο ήμουν υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας δεν μιλήσαμε δημόσια για το τι έγινε στο τέλος στο Κραν Μοντανά. Αντίθετα, άλλοι, όπως ο Άιντε και η τουρκική και τουρκοκυπριακή πλευρά, μίλησαν με ψεύδη επιδιώκοντας να ρίξουν τα βάρη στην κυπριακή πλευρά. Η αλήθεια είναι ότι η τουρκική πλευρά δήλωσε στον ΓΓ του ΟΗΕ το μεσημέρι της τελευταίας μέρας ότι ήταν έτοιμη για μια καλή συμφωνία και του ανέλυσε τα στοιχεία της. Λόγω της πίεσης των «γκρίζων λύκων» στον Ερντογάν, ο τελευταίος έκανε λίγο αργότερα πίσω. Αρνήθηκε τα όσα είχε προτείνει και δεσμευτεί στον ΓΓ του ΟΗΕ, βγάζοντάς τον «ψεύτη». Ο τελευταίος δήλωσε ότι είχε «παρανοήσει» τις τουρκικές προτάσεις και ότι δεν υπήρχε λόγος να συνεχιστεί η διαπραγμάτευση.
Αναγκάστηκα πριν λίγο καιρό να μιλήσω για το θέμα, διότι διάφοροι «άσχετοι» που δεν συμμετείχαν στη διαπραγμάτευση και ασφαλώς δεν συμμετείχαν ούτε στο δείπνο την τελευταία βραδιά της διαπραγμάτευσης, παπαγαλίζουν αυτά που τους εξιστόρησαν σκοπίμως εκείνοι που ήθελαν να συγκαλύψουν τις ευθύνες της Τουρκίας.
-Είστε από τους λίγους Έλληνες ΥΠΕΞ, που έχουν ασχοληθεί τόσο επισταμένα με το Κυπριακό, καταθέτοντας ολοκληρωμένη πρόταση για το κεφάλαιο της Ασφάλειας. Εντούτοις, όπως ο ίδιος αναφέρατε, είστε και ο μόνος που έχει δεχθεί τόσες πολλές επιθέσεις από Κύπριους πολιτικούς.
-Πιστεύω, πράγμα που το γνωρίζουν όλοι οι έντιμοι Κύπριοι σε όλες τις πλευρές, ότι είμαι εκείνος ο υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας που μελέτησα επί δεκαετίες το Κυπριακό, πάλεψα για αυτό, έκανα προτάσεις στις θεματικές που αφορούσαν την Ελλάδα και δεν εξέφρασα ποτέ γνώμη για την εσωτερική πτυχή του Κυπριακού.
Πάντα θεωρούσα την παρρησία και το σθένος, απαραίτητα υλικά ενός υπουργού, αλλά και κάθε ανθρώπου. Δεν έκανα ποτέ πίσω. Ο Άιντε, υπερβαίνοντας τον ρόλο του ως διαμεσολαβητή του ΟΗΕ, ανακατευόταν στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό της Κύπρου και της Ελλάδας, ως δεν όφειλε.
Πίστευαν ο Άιντε και οι δυνάμεις της “χωρίς αρχές υποχώρησης”, σε αντίθεση με τον ΓΓ του ΟΗΕ, ότι η λύση που ήθελαν να επιβάλουν πέρναγε μέσα από τη διάδοση ψεμάτων σε βάρος μου. Αλλά αποκαλύφθηκαν. Ο ΓΓ του ΟΗΕ είχε μια διαφορετική στάση. Τον είχαν εντυπωσιάσει οι αποκαλύψεις που είχα κάνει ενώπιον στον ίδιο και παρουσία του Άιντε, ως προς τις δραστηριότητες και τις «γνώσεις» του τελευταίου.
«Ο Άντρος αποφεύγει την ουσία, όπως ο διάβολος το λιβάνι»
-Ο γ.γ. του ΑΚΕΛ χαρακτήρισε τις αναφορές στο βιβλίο σας, σύμφωνα με τις οποίες ζήτησε την απομάκρυνσή σας, ως «αναληθή κουτσομπολιά». Πώς απαντάτε;
-Ο γ.γ. του ΑΚΕΛ αποφεύγει σαν ο διάβολος το λιβάνι να διαψεύσει την ουσία, ότι, δηλαδή, ζήτησε από τον Τσίπρα την απομάκρυνσή μου από τη θέση του Έλληνα υπουργού Εξωτερικών. Τον ενοχλούσε, που έθετα το ζήτημα των εγγυήσεων και της κατοχής. Στη Γενεύη, διέδιδε ότι η πολιτική μου δεν εκφράζει την ελληνική κυβέρνηση. Γιατί το έκανε; Εκείνος γνωρίζει.
Στο βιβλίο, και μάλιστα σε υποσημείωση -και σε αυτήν παρεμπιπτόντως- αναφέρω ότι έκανε αυτή την κρούση στον Τσίπρα «συνοδευόμενος από τον Κατρούγκαλο» πριν καν «τελειώσει η διαπραγμάτευση στη Γενεύη». Εκείνος διατείνεται ότι δεν είχε δει ποτέ τον Κατρούγκαλο πριν το 2019 που έγινε υπουργός, κάτι ολοφάνερα μη αληθές. Ο Κατρούγκαλος ήταν στη Γενεύη ως αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας και έκανε εκεί, μαζί με τον Καλπαδάκη, συναντήσεις μαζί του.
Το κύριο ψευδές επιχείρημα του γ.γ. του ΑΚΕΛ, προκειμένου να αποφύγει την αλήθεια, είναι ότι δεν πήγε μετά τη Γενεύη στην Αθήνα ως τάχα γράφω. Μα πουθενά δεν λέγεται στο βιβλίο ότι αυτός πήγε στην Αθήνα για να κάνει την κουβέντα. Στήνει μια ψευδή πληροφορία, για να την «κατατροπώσει» μόνος του. Το βιβλίο σημειώνει με σαφήνεια, ότι αυτό συνέβη «πριν τελειώσει η διαπραγμάτευση στη Γενεύη». Υπάρχουν άνθρωποι που τους ενοχλεί η αλήθεια, αλλά όχι οι προκλητικές πράξεις.
«Δεν είχαν καμία διάθεση να ενοχλήσουν την Τουρκία»
-Όσον αφορά τον τουρκοκυπριακό παράγοντα, θεωρείτε ότι η αλλαγή ηγεσίας των Τουρκοκυπρίων επηρεάζει τις εξελίξεις;
Επηρεάζει αρνητικά. Εξυπηρετούν αδιαμεσολάβητα τις επιλογές της Άγκυρας. Όχι ότι οι προηγούμενοι Τουρκοκύπριοι ηγέτες δεν ήταν σε συνεννόηση και συχνά σε κοινή γραμμή με την Άγκυρα. Αυτό δεν συνέβαινε πάντα. Υπήρχαν κατά καιρούς και διαφοροποιήσεις. Δυστυχώς, όμως, στο Κραν Μοντανά ο εξαιρετικά συμπαθής τότε Τουρκοκύπριος ηγέτης δεν διαφοροποιήθηκε ούτε μια φορά από τη γραμμή της Τουρκίας. Μάλιστα, κατά κανόνα την παρουσίαζε εκείνος. Για τη στάση του φταίει και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή που δεν ανταποκρίθηκε στο αίτημά μου ότι αν θέλει να συμβάλει στη λύση του Κυπριακού ας αναλάβει την οικονομική απεξάρτηση των κατεχομένων. Αλλά δεν είχαν καμιά διάθεση να ενοχλήσουν την Τουρκία.
-Αναφερθήκατε στη μη διεθνή ανάδειξη από πλευράς μας, του γεγονότος ότι οι Τουρκοκύπριοι έχουν βρεθεί από το 1974 κάτω από την μπότα του τουρκικού στρατού. Είναι μια τέτοια θέση ακόμα αξιοποιήσιμη;
Δεν είναι λίγοι εκείνοι, που ναι μεν παραδέχονται το παράνομο των «τουρκοκυπριακών κυβερνήσεων» ως προς το Διεθνές Δίκαιο, δεν αμφισβητούν, όμως, τη «δημοκρατικότητα της εκλογής» τους. Όλοι τους «αγνοούν» ότι το Κυπριακό συνίσταται στην παράνομη κατοχή τμήματος της Μεγαλονήσου, στους εκδιωχθέντες από τις εστίες τους πρόσφυγες, αλλά και στην μπότα του κατακτητή που δεν επιτρέπει την ελεύθερη έκφραση της βούλησης του πληθυσμού που ζει υπό αυτή την μπότα. Στρατοκρατία και δημοκρατία δεν συμβαδίζουν. Αυτό έπρεπε και πρέπει να το τονίσουμε. Επιπλέον, υπάρχουν και οι έποικοι με τους οποίους η Τουρκία εφάρμοσε την κλασσική αποικιοκρατική πολιτική: κατοχή εδαφών και αλλοίωση της σύνθεσης του πληθυσμού. Αυτά τα ζητήματα, πρέπει να τα βάζουμε και να τα ξαναβάζουμε στη διεθνή κοινωνία, στον ΟΗΕ, στην ΕΕ και να στηρίζουν την φιλία και την συναγωνιστικότητα ελληνοκυπρίων, τουρκοκυπρίων και των τριών μικρότερων κοινοτήτων.
– Εκφράσατε τη θέση ότι δεν αρκεί να πηγαίνουμε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και να ζητούμε την επιβολή κυρώσεων, χωρίς την αναγκαία προεργασία σε πολλαπλά επίπεδα.
Στην ΕΕ υπάρχουν κράτη με παραδοσιακή φιλοτουρκική στάση, όπως είναι η Γερμανία, η Ιταλία, η Ισπανία. Κράτη με ειδικά συμφέροντα. Για να επηρεαστούν θετικά, χρειάζεται προεργασία σε δύο κατευθύνσεις. Πρώτον, να καταστεί σαφές, ότι αν θέλουν να έχουν τη στήριξή μας σε δικά τους εθνικά θέματα, και η Ισπανία, επί παραδείγματι, έχει πάρα πολλά, τότε θα πρέπει να δίνουν και εκείνα τη δική τους στα δικά μας. Δεν υπάρχει εξωτερική πολιτική οποιασδήποτε σοβαρής χώρας που να μην καθιστά σαφές, σε όσους αντιστρατεύονται τα συμφέροντά της, ότι οι επιλογές τους θα προκαλέσουν και σε αυτούς κόστος. Δεύτερο, θα πρέπει να κινητοποιούμε τη διασπορά, τους συλλόγους της, τους φίλους μας στον τύπο και στις κοινοβουλευτικές ομάδες και σε άλλους κοινωνικούς φορείς, όπως δήμαρχοι, συνδικαλιστές, άνθρωποι του πολιτισμού, ώστε να αυξάνουμε την πίεση και το εσωτερικό κόστος στους κυβερνώντες όταν στηρίζουν καθεστώτα με απάνθρωπες-αντιδημοκρατικές επιλογές. Αν στη Λευκορωσία η εξορία των υποψηφίων της αντιπολίτευσης θεωρήθηκε από την ΕΕ ως έγκλημα στα ανθρώπινα δικαιώματα, η φυλάκιση στην Τουρκία εκατοντάδων εκλεγμένων βουλευτών, δημάρχων και άλλων τι είναι;
– Η εκλογή Τζο Μπάιντεν θεωρείτε ότι θα επηρεάσει την αμερικανική στάση έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου;
Η διοίκηση Ομπάμα είχε μεγάλες ανοχές απέναντι στην Τουρκία, ιδιαίτερα στα ελληνοτουρκικά. Από την άλλη ο Μπάιντεν ως αντιπρόεδρός της ένιωθε ιδιαίτερα δεσμευμένος στο Κυπριακό. Πρέπει οι ξενιτεμένοι μας στις ΗΠΑ να κάνουν την απαιτούμενη δουλειά. Εκτιμώ ότι το γεωπολιτικό επί Μπάιντεν θα είναι αναβαθμισμένο, σε σχέση με προηγούμενες κυβερνήσεις των Δημοκρατικών. Αυτό επιτάσσει να εξηγήσουμε καλύτερα τον ασταθή προσανατολισμό της Τουρκίας στο υπάρχον διεθνές περιβάλλον, τις «ιδιόμορφες» συμμαχίες της. Εκείνο που θέλει ακόμα μεγαλύτερη προσοχή από μεριά μας είναι τα ανθρώπινα δικαιώματα. Σε αντίθεση με τους Ρεπουμπλικάνους αυτά για τους Δημοκρατικούς είναι ένα θέμα κλειδί, ενώ για τους κυβερνώντες την Τουρκία, είναι ένα θέμα που τους καίει. Υπάρχουν πολλές φυλακίσεις και διωγμοί στη χώρα τους…
«Βρισκόμαστε ενώπιον μεγάλων γεωπολιτικών αλλαγών»
– Εκτιμάτε ότι θα ενισχυθεί η τάση και οι θεσμοί της παγκοσμιοποίησης ή θα δούμε ενίσχυση των εθνών –κρατών;
Όπως έχω εξηγήσει σε σειρά βιβλίων μου που εκδόθηκαν την πρώτη δεκαετία του παρόντος αιώνα, δεν θεωρώ σωστές ούτε τις θεωρίες ότι συνολικά το εθνικό κράτος «τελειώνει» στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, ούτε –θέση που υποστηρίζουν οι λιγότεροι- ότι δυναμώνει. Η εποχή μας έχει κράτη που χάνονται. Δείτε τη Γιουγκοσλαβία ή τη Σοβιετική Ένωση που διαλύθηκαν, αλλά και κράτη που δυναμώνουν, όπως τα περισσότερα στην Νοτιοανατολική Ασία. Εκείνο που λέω από τότε, είναι ότι η τύχη του εθνικού κράτους και των υπερεθνικών θεσμών δεν είναι εν γένει προδιαγραμμένη. Εξαρτάται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση από τις ικανότητες και χωρητικότητές ενός εθνικού κράτους να αναγνωρίζει και να αντιμετωπίζει τα προβλήματα, να επιλέγει και να υλοποιεί αποτελεσματικές εναλλακτικές στρατηγικές.
– Ως βαθύς γνώστης της λειτουργίας του διεθνούς συστήματος, πώς θεωρείτε ότι θα λειτουργήσει η κρίση της πανδημίας;
Στην εποχή της πανδημίας και της παγκοσμιοποίησης, νομίζω θα πραγματωθεί μια μεγάλη καμπή, που από χρόνια την περιγράφω, και πλέον έχει ωριμάσει: η μετακίνηση του κέντρου ισχύος από τη «λίμνη» του Ατλαντικού σε εκείνη του Ειρηνικού, από τη Δύση στην ΝΑ Ασία. Βρισκόμαστε ενώπιον μεγάλων γεωπολιτικών αλλαγών, για τις οποίες ο Ελληνισμός πρέπει να ετοιμάζεται με τρόπους και μεθόδους, που πολλαπλώς έχω περιγράψει.