Η ιστορία του έχει μεγάλο ενδιαφέρον, όπως και όλων των Κυθηρίων της διασποράς. Ο παππούς του Αριστείδη, Παναγιώτης Καρύδης, γεννήθηκε το 1833 στην Κάτω Χώρα του Μυλοποτάμου και ήταν επιπλοποιός. Σε νεαρά ηλικία μετανάστευσε στη Σμύρνη, όπου υπήρχε ανθούσα Κυθηραϊκή παροικία και διακρίθηκε σαν λεπτουργός. Εκεί παντρεύτηκε την Αλεξάνδρα Ρούσου, με την οποία απέκτησε 5 παιδιά.
Ένα από αυτά, ο Ξενοφών, ασχολήθηκε με το εμπόριο καπνών. Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή ο Ξενοφών βρέθηκε στο Γκντάνσκ της Πολωνίας, όπου παντρεύτηκε την Ελληνογερμανίδα Μπάρμπαρα Φούξ, με την οποία απέκτησε τον Αριστείδη (Ντίντη) το 1929 και το Μιλτιάδη, το διάσημο αρχιμουσικό και μαέστρο στις μεγαλύτερες όπερες του κόσμου.
Παιδικά χρόνια και το ξεκίνημα στη Φίνος Φιλμς
Ο Αριστείδης Καρύδης-Φουκς γεννήθηκε στη Δρέσδη της Γερμανίας.
Για τα παιδικά του χρόνια δεν είναι και πολλά γνωστά, ξέρουμε πάντως πως σπούδασε σκηνοθεσία στη Βιέννη, σε φημισμένη κινηματογραφική σχολή, ερχόμενος σε επαφή με τις νέες αισθητικές τάσεις που δονούσαν την Ευρώπη.
Μετά το πέρας των σπουδών, καταφτάνει στην Ελλάδα, από την οποία δεν θα έφευγε ποτέ. Τον ανακαλύπτει αμέσως ο Φιλοποίμην Φίνος και ο Ντίντης, όπως γίνεται γνωστός στα κινηματογραφικά πηγαδάκια, πιάνει δουλειά ως φωτογράφος των γυρισμάτων. Δεν θα έμενε φυσικά για πολύ στη θέση αυτή, καθώς το ταλέντο του και η αισθητική του μαεστρία ήταν για πολλά περισσότερα.
Η πρώτη εταιρεία που εργάστηκε ήταν η Φίνος Φιλμ, όπου στην αρχή εργαζόταν εκεί ως οπερατέρ και φωτογράφος, αρχής γενομένης στην ταινία του Αλέκου Σακελλάριου, “Τελευταία αποστολή”.
Στην ταινία, “Εκείνες που δεν πρέπει ν’ αγαπούν” γίνεται διευθυντής φωτογραφίας, θέση που διατήρησε στη Φίνος Φιλμ για ακόμη 17 ταινίες μεταξύ των οποίων, “Ο γρουσούζης“, “Το σωφεράκι“, “Η ωραία των Αθηνών” και “Ούτε γάτα ούτε ζημιά“.
Η χρυσή εποχή
Στις δεκαετίες του 1950 και του 1960, υπήρξε διευθυντής φωτογραφίας για τις κινηματογραφικές εταιρείες Ανζερβός και Δαμασκηνός – Μιχαηλίδης.
Με την τελευταία, μάλιστα, συνέδεσε το όνομά του μεγάλες εμπορικές επιτυχίες.
Μεταξύ άλλων, “Χτυποκάρδια στο θρανίο“, “Γάμος αλά ελληνικά”, “Η σωφερίνα” και “Έγκλημα στα παρασκήνια”, με το οποίο κέρδισε το Α’ βραβείο φωτογραφίας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, ταινία του Ντίνου Κατσουρίδη.
Στο πλούσιό του βιογραφικό, έχει συμμετάσχει σε πάνω από 100 ταινίες.
Κατά τ’ άλλα, έχει σκηνοθετήσει μαζί με τον Αλέκο Αλεξανδράκη και 2 ταινίες, “Θρίαμβος” και “Η Αθήνα μετά τα μεσάνυχτα”. Ενώ, έχει συμμετάσχει συγγραφικά στο συλλογικό έργο Γιώργος Τζαβέλλας.
Ο έρωτας, ο γάμος και ο χωρισμός με τη Μάρω Κοντού
Η Μάρω Κοντού και ο Αριστείδης Καρύδης-Φουκς έζησαν ένα μεγάλο έρωτα που μετά από 5 χρόνια σχέσης κατέληξε σε γάμο. Η πρόταση γάμου ήρθε μετά από ένα «καψώνι» που έκανε η ίδια. «Επειδή είχα αντιληφθεί ότι και εκείνος κάνει κάτι τσαλιμάκια λέω κάτσε να κάνω και εγώ ένα γερό τσαλιμάκι». Έτσι μετά από έναν καυγά που είχε το ζευγάρι η Μάρω βγαίνει με τον Κλέαρχο Κονιτσιώτη για φαγητό στην Αθηναία. «Κούκλοι και οι δύο, σηκωθήκαμε να χορέψουμε και ξαφνικά μπαίνει μέσα ο Ντίντης. Μας βλέπει, μας δείχνει ότι μας είδε και φεύγει.»
Ο Κλέαρχος Κονιτσιώτης, παραγωγός ταινιών, ήταν ιδανικός για το ρόλο του αντίζηλου γιατί είχε ερωτευθεί τόσο την Κοντού, που είχε αποκαλύψει στον ίδιο τον τότε σύντροφο της Ντίντη, ότι σε περίπτωση που χώριζαν, εκείνος θα την πολιορκούσε.
Επιστρέφοντας στο σπίτι της μια έκπληξη περίμενε την ηθοποιό. Ο Ντίντης την περίμενε στο ασανσέρ. «Η κατάληξη ήταν να πάμε και οι τρεις στο σπίτι του Κλέαρχου να μιλήσουμε» όπως διηγείται η ηθοποιός. «Μου είπε η Μάρω ότι τσακωθήκατε, σ’ το είχα δηλώσει, στην πρώτη στραβή που θα γίνει, εγώ θα είμαι για τη Μάρω» είπε ο Κλεαρχος στον Φούκς κι τότε αυτός θύμωσε κι έφυγε.
Ωστόσο φαίνεται πως το καψόνι αυτό πυροδότησε τη ζήλια και τον εγωισμό του Φουκς που αποφασίζει να διεκδικήσει να παντρευτεί την Κοντού. Μάλιστα σκαρώνει μια ψεύτικη αυτοκτονία προκειμένου να τη συγκινήσει για να δεχτεί να τον παντρευτεί.
Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς του 1960 ο Ντίντης, της στέλνει ένα γράμμα στο οποίο γράφει «Αν δε γυρίσεις θα πεθάνω». Το βράδυ εκείνο η Μάρω Κοντού με την Βέρα Ζαβιτσιάνου και τον Δημήτρη Χορν, μετά την παράσταση «Μαθήματα γάμου» πηγαίνουν σε ένα σπίτι όπου γίνεται ρεβεγιόν για την αλλαγή του χρόνου. Ενώ καθόταν σε μια πολυθρόνα σκεφτική, την πλησιάζει ένας άγνωστος άντρας που αργότερα έμαθε ότι ήταν ο τότε διευθυντής του περιοδικού «Εικόνες» και της λέει: «Τί περιμένεις;Πήγαινε».
Το σπίτι του Καρύδη βρισκόταν κοντά και έτσι η Κοντού αποφασίζει να πάει. Βρίσκει τις πόρτες ανοιχτές, σκοτάδι, δυνατή μουσική, και στο πάτωμα ένα μπουκάλι ουίσκι μαζί με σκόρπια χάπια. Μέσα σε αυτό το σκηνικό, αντικρίζει τον Ντίντη δήθεν εξαντλημένο, να την παρακαλά γονυπετής να ζήσουν μαζί για πάντα. Τότε η ίδια συγκινημένη του είπε το μεγάλο ναι.
Το 1962, δύο χρόνια μετά το γάμο τους, δυστυχώς ήρθε το διαζύγιο, καθώς ο Καρύδης δεν της ήταν πιστός. Τα πηγαδάκια της εποχής έκαναν λόγο για εξωσυζυγική σχέση του με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, που την γνώρισε σε γυρίσματα ταινίας όταν η σχέση του με την Μάρω Κοντού βρισκόταν ήδη σε κρίση.
Πέντε χρόνια σε συνέντευξη της στον Ταχυδρόμο δήλωνε για την ερωτική της αντίζηλο: «Παρόλο που η Αλίκη είναι πάρα πολύ γοητευτική γυναίκα, εγώ δεν θα την θεωρούσα ποτέ επικίνδυνη. Και σημειώστε αυτό που θα σας πω. Αν εγώ θέλω να κρατήσω έναν άντρα, είμαι απολύτως σίγουρη ότι δεν πρόκειται να μου τον πάρει καμία άλλη. Επομένως, αν μου τύχει να μου έχει πάρει μια γυναίκα έναν άντρα θα πει ότι εγώ τον άφησα πρώτη. Σας παρακαλώ αυτό να το γράψετε έτσι ακριβώς.»
Περνώντας τα χρόνια, κράτησαν μεταξύ τους μια φιλία που οδήγησε τον Φουκς και πάλι κοντά στη Μάρω λίγο πριν φύγει και η ίδια ανέλαβε να τον φροντίζει τα τελευταία του χρόνια.
Επίλογος μιας λαμπρής καριέρας και το τέλος πλάι στη Μάρω Κοντού
Ο Αριστείδης Καρύδης-Φουκς υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους κινηματογραφιστές στην Ελλάδα με πολλές διακρίσεις και βραβεία στην πολύχρονη επαγγελματική του πορεία συμμετέχοντας σε περισσότερες από πενήντα ταινίες. Ξεκίνησε ως απλός φωτογράφος γυρισμάτων και εξελίχθηκε σε ένα κορυφαίο διευθυντή φωτογραφίας, όπου με τις μοναδικές τεχνικές του γνώσεις, την ιδιαίτερη αισθητική του και τον κοσμοπολίτικο αέρα λόγω των σπουδών του στο εξωτερικό, αποτύπωσε στις ταινίες αυτές με εκπληκτικά άρτια εικόνα λόγω του ταλέντου του, την μεταπολεμική Ελλάδα.
Στα τελευταία δύσκολα λόγω προβλημάτων υγείας χρόνια της ζωής του, διέμενε στο σπίτι της πρώην συζύγου του Μάρως Κοντού η οποία τον φρόντισε με μεγάλη αφοσίωση μέχρι τον «χαμό» του, ένα ζευγάρι που απέδειξε ότι πάνω από το ερωτικό κομμάτι υπάρχει το ανθρώπινο που είναι και το πιο ουσιαστικό».