Διαβάστε το άρθρο του δάσκαλου Γιώργου Γιαννίκου για τους εξόριστους των Αντικυθήρων το 1946, που δημοσιεύθηκε στα «Δρομο-λόγια» της Εφημερίδας των Συντακτών.
«Θάλασσες μας ζώνουν, κύματα μας κλειούν, σ’ άγριους βράχους πάνω τα νιάτα μας φρουρούν, στείλαν του λαού μας τ’ άξια τα παιδιά, για να τα λυγίσουν σε δεσμά βαριά…».
Οι παραπάνω στίχοι του τραγουδιού «Της Εξορίας» που συνέθεσε ο Μίκης Θεοδωράκης και τραγούδησε ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου περιγράφουν τη σκληρή πραγματικότητα και τις κακουχίες που βίωσαν χιλιάδες πολιτικοί εξόριστοι σε διάφορα νησιά του Αιγαίου τον προηγούμενο αιώνα. Μακρόνησος, Γυάρος, Αη Στράτης, Ικαρία και Ανάφη ήταν μερικοί από τους τόπους που χρησιμοποιήθηκαν ευρέως για τη φυλάκιση και τον εκτοπισμό αριστερών πολιτών και αντιφρονούντων.
Εξορία σε τρεις διαφορετικές περιόδους
Τα Αντικύθηρα ή Τσιριγότο (εκ του ιταλικού Cerigotto) είναι ένα άγονο και δυσπρόσιτο νησί ανάμεσα στα Κύθηρα και την Κρήτη. Οι περισσότεροι το γνωρίζουμε από το αρχαίο ναυάγιο του νησιού στο οποίο βρέθηκαν ο «Εφηβος των Αντικυθήρων» και ο «Μηχανισμός των Αντικυθήρων».
Εκείνο, όμως, που ίσως αγνοούμε είναι ότι τον 20ό αιώνα το νησί λειτούργησε ως τόπος εξορίας σε τρεις διαφορετικές περιόδους: στη μεταξική δικτατορία, στον Εμφύλιο και μετεμφυλιακά.
Κατά τη διάρκεια της μεταξικής δικτατορίας στάλθηκαν για πρώτη φορά εξόριστοι στα Αντικύθηρα. Η πληροφορία αυτή προέρχεται από το βιβλίο «Η κοινωνική οργάνωση της εξορίας» (Εκδ. Αλεξάνδρεια, 2004) της κοινωνικής ανθρωπολόγου και καθηγήτριας Margaret Kenna. Ωστόσο, για εκείνη την περίοδο δεν υπάρχουν περαιτέρω στοιχεία και πηγές που να αναφέρονται στη ζωή των εξόριστων στο νησί.
Το καλοκαίρι του 1946 ξεκινά η δεύτερη περίοδος εξορίας στα Αντικύθηρα. Στα τέλη Αυγούστου-αρχές Σεπτεμβρίου θα μεταφερθούν στο νησί αρκετοί εξόριστοι, οι οποίοι θα παραμείνουν εκεί μέχρι τις αρχές Μαΐου του 1947.
Ο αριθμός τους τον Δεκέμβριο του 1946 ανερχόταν σε 166 άτομα που ζούσαν στην πρωτεύουσα του νησιού, τον Ποταμό. Οι συνθήκες ζωής ήταν σκληρές αφού συχνά δεν γινόταν διανομή συσσιτίου, ενώ είχε επιβληθεί λογοκρισία στην αλληλογραφία.
Στην εξορία των Αντικυθήρων την περίοδο του Εμφυλίου λειτουργούσαν με ευθύνη της Ομάδας Εξορίστων μαγειρείο, φούρνος, τσαγκαράδικο, ραφείο και κουρείο. Οι εκτοπισμένοι έδιναν μεγάλη σημασία στη μόρφωσή τους καθώς οργάνωναν επιμορφωτικές διαλέξεις, ενώ παράλληλα λειτουργούσε βιβλιοθήκη και γίνονταν μαθήματα Δημοτικού και Γαλλικών.
Οι εξόριστοι επίσης είχαν φτιάξει μια θεατρική ομάδα και ένα τμήμα χορωδίας. Επιπλέον οι εκτοπισμένοι εξέδιδαν τη δική τους εφημερίδα, τον «Δεσμώτη του Πελάγου», το πρώτο φύλλο της οποίας κυκλοφόρησε στις 30 Νοεμβρίου 1946. Η εφημερίδα ήταν χειρόγραφη και κατέγραφε τις πολιτικές πεποιθήσεις, τις σκέψεις και τις ανησυχίες των εκτοπισμένων.
Η τρίτη περίοδος εξορίας στο νησί ξεκινά στα μέσα της δεκαετίας του ΄50 και διαρκεί περίπου ώς τα μέσα της δεκαετίας του ΄60. Το 1955 μεταφέρθηκαν στα Αντικύθηρα από τον Αη Στράτη εξόριστοι, υγειονομικοί στο επάγγελμα. Ετσι, το νησί χρησιμοποιήθηκε ως στρατόπεδο υγειονομικών κρατουμένων. Σημαντικά στοιχεία για την παρουσία των εξόριστων στα Αντικύθηρα το διάστημα εκείνο μού έδωσε ο κάτοικος του νησιού, Μανώλης Χαρχαλάκης, ο οποίος αν και τότε ήταν μικρός σε ηλικία, πρόλαβε τους εξόριστους και τους έζησε. Ο αριθμός τους ήταν 10-15 άτομα και ζούσαν όλοι μαζί σε ένα μικρό σπίτι στο λιμάνι των Αντικυθήρων (Ποταμός).
Οι εξόριστοι βρίσκονταν υπό διαρκή και στενή επιτήρηση χωροφυλάκων, οι οποίοι τους απαγόρευαν να έχουν επαφές με τους ντόπιους. Η ίδια βέβαια απαγόρευση ίσχυε και για τους Αντικυθήριους, που έπρεπε να αποφεύγουν τους «επικίνδυνους» εκτοπισμένους, όπως τους χαρακτήριζαν οι χωροφύλακες. Ωστόσο, παρά τις αυστηρές προσταγές οι σχέσεις ντόπιων και εξόριστων ήταν αγαστές και στηρίζονταν στην αλληλοκατανόηση.
Ενας από τους εξόριστους στο νησί ήταν ο Αντώνης Φλούντζης (1906-1988), Ελληνας κομμουνιστής, αντιστασιακός και γιατρός. Το 1955 μεταφέρθηκε στα Αντικύθηρα από τον Αη Στράτη μαζί με τη σύζυγό του, Κατίνα, και πρόσφερε σημαντικό έργο στο νησί.
Οπως σημειώνει ο κύριος Χαρχαλάκης, επρόκειτο για ένα πρόσωπο που το σέβονταν απεριόριστα οι Αντικυθήριοι, καθώς ως γιατρός είχε σώσει τη ζωή μικρών και μεγάλων κατοίκων του δυσπρόσιτου αυτού νησιού. Ο αγωνιστής Φλούντζης, μάλιστα, κατέγραψε τις εμπειρίες του και τα βασανιστήρια που υπέστη στην εξορία των Αντικυθήρων σε ένα βιβλίο, με τίτλο: «Στο στρατόπεδο υγειονομικών Αντικυθήρων και στην Τρίπολη 1955-1962» (Εκδ. Φιλιππότης, 1988).
Χωρίς τροφοδοσία και αλληλογραφία
Οι τελευταίες μέρες του 1946 ήταν ιδιαίτερες για πολλούς από τους εξόριστους στα Αντικύθηρα καθώς ήταν αναγκασμένοι να γιορτάσουν τα Χριστούγεννα και την αλλαγή του χρόνου μακριά από τις οικογένειές τους. Πέρα όμως από την απουσία των αγαπημένων τους προσώπων, οι εκτοπισμένοι αντιμετώπιζαν μεγάλες κακουχίες και στερήσεις, αφού, λόγω της έντονης κακοκαιρίας του χειμώνα, δεν πραγματοποιούνταν η τροφοδοσία και δεν έφτανε στο νησί ούτε η αλληλογραφία.
Επομένως, οι εξόριστοι όχι μόνο πεινούσαν, αλλά δεν είχαν επικοινωνήσει με τους δικούς τους για παραπάνω από ένα μήνα. Σημαντικές πληροφορίες για τις μέρες αυτές αντλούμε από το πρωτοχρονιάτικο φύλλο της εφημερίδας των εξόριστων, στο οποίο περιγράφουν τις δύσκολες στιγμές που περνούσαν και κατέγραφαν τις σκέψεις και τις ευχές τους για το νέο έτος.
Τις γιορτινές εκείνες μέρες, βέβαια, δεν έλειψαν οι εορταστικές εκδηλώσεις τις οποίες ανέλαβε να οργανώσει η καλλιτεχνική επιτροπή των εξόριστων. Ετσι, το πρωί των Χριστουγέννων η χορωδία της ομάδας έψαλλε τα κάλαντα στους θαλάμους, ενώ το απόγευμα πραγματοποιήθηκε γιορτή την οποία παρακολούθησαν οι υπόλοιποι εξόριστοι, οι κάτοικοι του χωριού Ποταμός, ο σταθμάρχης και το κοινοτικό συμβούλιο. Οπως διαβάζουμε, είχε στολιστεί χριστουγεννιάτικο δέντρο και μοιράστηκαν κομμάτια χριστόπιτας και εορταστικοί λαχνοί.
Μάλιστα, από το ποσό που συγκεντρώθηκε δόθηκαν διάφορα δωράκια στα παιδιά του νησιού. Αργότερα την ίδια μέρα η θεατρική ομάδα των εξόριστων έδωσε μια μικρή παράσταση με τραγούδια, σκετς και απαγγελίες. Το βράδυ οι εξόριστοι γλέντησαν στους θαλάμους μέσα σε κλίμα ευφορίας.
Την Πρωτοχρονιά του 1947 οι εξόριστοι γιόρτασαν τον ερχομό του νέου έτους με διάφορες εκδηλώσεις. Την παραμονή η χορωδία της ομάδας τραγούδησε τα κάλαντα σε όλα τα σπίτια του χωριού, ενώ ανήμερα διοργανώθηκε μια μικρή συγκέντρωση, όπου κόπηκε βασιλόπιτα και απηύθυνε λόγο ο γραμματέας της ομάδας. Στην ομιλία του τόνισε τη σημασία της ενότητας και της αλληλεγγύης μεταξύ των εξόριστων, ώστε να συνεχίσουν και το 1947 να αντιμετωπίζουν τις δυσκολίες της εξορίας.
Σε κείμενο με τίτλο «Θάρθει μια Πρωτοχρονιά», που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα, οι εκτοπισμένοι εκφράζουν τις σκέψεις τους για την αλλαγή του χρόνου. Πολλοί από αυτούς ήταν συνηθισμένοι να βρίσκονται μακριά από τον τόπο τους τις γιορτές, λόγω του Ελληνοϊταλικού Πολέμου, του απελευθερωτικού αγώνα κατά των κατοχικών δυνάμεων και του μεταβαρκιζιανού κατατρεγμού. Ετσι, όπως σημείωναν, μετά την «πολεμική», την «αντάρτικη» και την «Πρωτοχρονιά της φυλακής», είχε φτάσει η «Πρωτοχρονιά στην εξορία». Οι εκτοπισμένοι όμως δεν αποθαρρύνονταν από τις εξελίξεις και ήλπιζαν ότι ο νέος χρόνος θα φέρει ως δώρο την παγκόσμια ειρήνη και το τέλος των στρατοπέδων, των φυλακών και της εξορίας.
Στο ίδιο φύλλο, επίσης, οι εξόριστοι έδιναν τις δικές τους ευχές για υγεία, για άφιξη της τροφοδοσίας και για περαιτέρω σύσφιγξη των σχέσεών τους με τους ντόπιους. Οπως διαβάζουμε, οι εξόριστοι τόνιζαν την ανάγκη να προσέξουν όλοι την υγεία τους και εξέφραζαν την ευγνωμοσύνη τους στον γιατρό του νησιού. Επίσης, σε γελοιογραφία που δημοσιεύτηκε φαντάζονταν τον Αϊ-Βασίλη να έρχεται από τα Κύθηρα (σταθμός τροφοδοσίας) και να κουβαλάει ως δώρα όσπρια, όπως φάβα, μπιζέλια και κουκιά. Ομως, η άφιξή του στο νησί ήταν αδύνατη λόγω της έντονης κακοκαιρίας.
Τέλος, οι εξόριστοι αναφέρονταν στις καλές σχέσεις τους με τους ντόπιους και εύχονταν να τις αναπτύξουν ακόμα περισσότερο μέσα στο 1947. Οι Αντικυθήριοι όλο αυτό το διάστημα φέρονταν με ευγένεια και φιλόξενα στους εκτοπισμένους παραχωρώντας τους σπίτια και χορηγώντας τους εργαλεία και τρόφιμα. Από την πλευρά τους οι εξόριστοι ήταν ευγνώμονες και ήθελαν να καταρρίψουν τα στερεότυπα που άδικα τους συνόδευαν.
Επιπλέον, οι εξόριστοι έκαναν και μια αποτίμηση της μέχρι τότε παρουσίας τους στα Αντικύθηρα. Οπως ανέφεραν, οι συνθήκες ζωής στην αρχή ήταν δύσκολες, όμως με μεγάλη προσπάθεια και κόπο η ομάδα κατάφερε να οργανωθεί και να προοδεύσει σε πολλούς τομείς.
Τα προβλήματα βέβαια δεν απουσίαζαν, αλλά ευελπιστούσαν ότι θα επιλύονταν τη νέα χρονιά. Ο τρόπος για να το πετύχουν ήταν η ομόνοια, η ενότητα και η εθελοντική πειθαρχία. Η συσπείρωση, λοιπόν, γύρω από το Γραφείο τούς έδινε κουράγιο και θα τους εξασφάλιζε μια καλύτερη διαβίωση στο νησί. Πίστευαν ότι η ενότητα ήταν το «κλειδί» ώστε να μην τους βλάψει κανείς και το «διαβατήριο» για να γυρίσουν πίσω στις οικογένειές τους.
Για τους περισσότερους από εμάς τα Χριστούγεννα και η Πρωτοχρονιά έχουν συνδεθεί με ευχάριστες στιγμές δίπλα σε αγαπημένα μας πρόσωπα. Για ορισμένους όμως πολίτες τον προηγούμενο αιώνα οι γιορτινές αυτές ημέρες ήταν γεμάτες κακουχίες καθώς ήταν καταδικασμένοι να ζουν στην εξορία, μακριά από τις οικογένειές τους.
Διαβάζοντας το πρωτοχρονιάτικο φύλλο της εφημερίδας των εξόριστων στα Αντικύθηρα πριν από εβδομήντα πέντε χρόνια ας κρατήσουμε την ευχή τους για ενότητα και ελευθερία. Ας ελπίσουμε το 2022 να μας φέρει καλύτερες μέρες και να μας δώσει δύναμη να αντιμετωπίσουμε τις δυσκολίες τού σήμερα.
Πηγές:
Εφημερίδες «Ο Δεσμώτης του Πελάγου» και «Κυθηραϊκή Δράσις»
Συνέντευξη με τον Μανώλη Χαρχαλάκη, κάτοικο Αντικυθήρων
Διαμάντης, Θ. (2019). Η οργάνωση της ζωής στις πολιτικές φυλακές και στους τόπους εξορίας (διδακτορική διατριβή). Διαθέσιμη από: Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών.