Μια νέα, πολύ ενδιαφέρουσα μελέτη, δημοσιεύθηκε πρόσφατα από το γνωστό ηλεκτρονικό επιστημονικό περιοδικό Multidisciplinary Digital Publishing Institute – MDPI, με τη συμμετοχή διακεκριμένων Ελλήνων επιστημόνων του Ενιαίου Φορέα Ελέγχου Τροφίμων και του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Η μελέτη έχει τίτλο, «Στάσεις απέναντι στη Χρήση του Ελαιολάδου, Αποθήκευση στο Σπίτι, και Γνώση της Ποιότητας: Μια Έρευνα για τους Καταναλωτές στην Ελλάδα», και είχε ως στόχο να διερευνήσει τη χρήση και την επιλογή του ελαιολάδου από τους Έλληνες καταναλωτές, τις γνώσεις τους για την ποιότητά του, καθώς και τις πρακτικές οικιακής αποθήκευσης του ελαιολάδου.
Είναι γνωστό πως η κατανάλωση ελαιολάδου έχει συνδεθεί με ευεργετικές επιδράσεις στην υγεία, κάτι που εξαρτάται από τη συγκέντρωσή του σε ορισμένες ουσίες και από τη γενικότερη σύστασή του. Τα χαρακτηριστικά αυτά επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από τη μέθοδο παραγωγής, την επεξεργασία, τη συσκευασία, τη χρήση και την αποθήκευση του ελαιολάδου. Τα δύο τελευταία χαρακτηριστικά είναι στο χέρι του καταναλωτή και μόνο, ενώ η προτίμηση συσκευασίας θα μπορούσε επίσης να θεωρηθεί πως έγκειται στις γνώσεις του. Όταν το ελαιόλαδο λαμβάνεται χύμα (χωρίς εμπορικό σήμα), οι καταναλωτές πρέπει να βασίζονται στις γνώσεις τους σχετικά με την επιλογή και την επακόλουθη οικιακή αποθήκευση.
Να σημειωθεί πως η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις 3 κορυφαίες χώρες παραγωγής ελαιολάδου στον κόσμο, μαζί με την Ισπανία και την Ιταλία.
Για τις ανάγκες της συγκεκριμένης μελέτης, πραγματοποιήθηκε έρευνα μέσω τηλεφωνικών συνεντεύξεων σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 857 ελληνικών νοικοκυριών που καταναλώνουν ελαιόλαδο, σε συνεργασία με μια εταιρεία έρευνας αγοράς.
Το ερωτηματολόγιο αναπτύχθηκε αρχικά από επιστήμονες του ΕΦΕΤ και στη συνέχεια διανεμήθηκε για σχόλια και διορθώσεις σε ακαδημαϊκούς με ειδικότητα στο ελαιόλαδο.
Οι ερωτήσεις κάλυπταν κάποια βασικά προσωπικά και κοινωνικο-δημογραφικά χαρακτηριστικά, την αντίληψη του κόστους, το είδος ελαιολάδου που καταναλώθηκε, το είδος που αγοράστηκε («συσκευασία»), τις γνώσεις σχετικά με τα χαρακτηριστικά ποιότητας του ελαιολάδου και τις πρακτικές αποθήκευσης.
Τα αποτελέσματα των απαντήσεων επεξεργάσθηκαν με τη βοήθεια της στατιστικής.
Ενδεικτικά σημεία των αποτελεσμάτων:
Πάνω από το 60% των νοικοκυριών που συμμετείχαν στην έρευνα, χρησιμοποιούν ελαιόλαδο που παράγουν τα ίδια ή παράγονται από την ευρύτερη οικογένεια ή τους φίλους τους.
Μόνο το 38,4% των ερωτηθέντων ανέφερε βέλτιστες πρακτικές οικιακής αποθήκευσης για τη διατήρηση της ποιότητας του ελαιολάδου, εκ των οποίων ήταν σημαντικά περισσότεροι οι μη παραγωγοί ελαιολάδου. Ωστόσο, οι περισσότεροι ερωτηθέντες διατηρούν το ελαιόλαδο σε μεγάλα μεταλλικά δοχεία και το μικρότερο ποσοστό εξ όλων, δήλωσε ότι μεταφέρει το ελαιόλαδο από τα μεταλλικά δοχεία, σε πλαστικά μπουκάλια που είχαν προηγουμένως χρησιμοποιηθεί για άλλους τύπους υγρών, όπως π.χ. νερό ή ανθρακούχα ποτά.
Τα αποτελέσματα της έρευνας, έδειξαν επίσης ότι η χρήση ελαιολάδου κατά την προετοιμασία των τροφίμων στα ελληνικά νοικοκυριά είναι πολύ υψηλή. Όλα τα νοικοκυριά χρησιμοποιούν αποκλειστικά ελαιόλαδο σε σαλάτες και σχεδόν αποκλειστικά σε φαγητά κατσαρόλας, ενώ το 85% των νοικοκυριών χρησιμοποιούν ελαιόλαδο για τηγάνισμα. Κατά το τηγάνισμα, το 28% των συμμετεχόντων ανέφεραν επίσης ότι χρησιμοποιούν αποκλειστικά ή περιστασιακά άλλα είδη φυτικών ελαίων, όπως ηλιέλαιο ή καλαμποκέλαιο.
Μόνο το 27,4% των ατόμων που συμμετείχαν στην έρευνα, αγοράζουν επώνυμο ελαιόλαδο. Μεταξύ αυτών, το 63% είναι πιστό σε μια συγκεκριμένη μάρκα. Η τιμή ήταν το πιο συχνό χαρακτηριστικό που αναφέρθηκε (από το 54% των αγοραστών επώνυμου ελαιολάδου) που επηρεάζει την αγορά επώνυμου ελαιολάδου.
Επίσης, την επιλογή του ελαιολάδου επηρεάζουν η τιμή οξύτητας αυτού, η γεωγραφική του ένδειξη (39%), η ένδειξη Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ), το υλικό του δοχείου και τυχόν ισχυρισμοί υγείας που εμφανίζονται στην ετικέτα.
Το 60% των καταναλωτών γνώριζε ότι ένα ελαιόλαδο υψηλής ποιότητας πρέπει να έχει χαμηλή τιμή οξύτητας, ενώ πιο συγκεκριμένα, το 54% όλων των ερωτηθέντων γνώριζε ότι ένα ελαιόλαδο είναι εξαιρετικά παρθένο όταν η τιμή οξύτητάς του είναι κάτω από 0,8%.
Σχεδόν οκτώ στους δέκα συμμετέχοντες, γνώριζαν ότι το εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο είναι υψηλότερης ποιότητας από το εξευγενισμένο ελαιόλαδο, και το 43% ανέφερε ότι είναι σε θέση να διακρίνει το έξτρα παρθένο από το εξευγενισμένο ελαιόλαδο με βάση τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά.
Η έρευνα αυτή, υπογραμμίζει την ανάγκη να αυξηθεί η γνώση των καταναλωτών για τα χαρακτηριστικά του ελαιολάδου και τις σωστές πρακτικές αποθήκευσής του, και παράλληλα η ευαισθητοποίηση του κοινού σχετικά με το επώνυμο εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο και την ανώτερη ποιότητά του.
Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την μελέτη, πατήστε ΕΔΩ.