podosfairo

Βρέθηκε στην Σαμοθράκη, μπάλα του 275 – 250 π.Χ. Η επίσκυρος παιζόταν κυρίως από άντρες, αλλά σε αυτήν εξασκούνταν και οι γυναίκες.

Η μπάλα ήταν φτιαγμένη από κομμάτια δέρματος, ραμμένα μαζί με εντόσθια ζώων. Εξωτερικά, ήταν ζωγραφισμένη με έντονα χρώματα Διάφοροι αρχαίοι συγγραφείς αναφέρουν ότι υπήρχαν δερμάτινες μπάλες, για το φούσκωμά των οποίων με αέρα χρησιμοποιούταν η ουροδόχος κύστη κάποιου μεγάλου ζώου, συνήθως χοίρου. Μπορεί να ήταν όμως και από ύφασμα γεμισμένες με άχυρο.

Παιχνίδια με τέτοια μπάλα περιγράφονται και από τον Όμηρο. Οι Ρωμαίοι φαίνεται πως πήραν το άθλημα από τους Έλληνες και το ονόμασαν «harpastum».

Η Παγκόσμια Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου, η FIFA, αναγνωρίζει την επίσκυρο ως μία από τις πρώτες μορφές ποδοσφαίρου.

Πάμε λοιπόν να πάρουμε τα πράγματα απ’ την αρχή. Οι Άγγλοι ήταν οι πρώτοι που οργάνωσαν πρωτάθλημα ποδοσφαίρου, ενώ το λεγόμενο «ποδόσφαιρο του όχλου» (mob football) ήταν πολύ συνηθισμένο στη Βρετανία, όπου ομάδες με απεριόριστο αριθμό παικτών από γειτονικές πόλεις ή χωριά, προσπαθούσαν να μετακινήσουν τη μπάλα (σφαίρα) ως την εκκλησία της περιοχής των αντιπάλων για να κερδίσουν. Εντούτοις, μια απεικόνιση σε αρχαίο ελληνικό λήκυθο, που παρουσιάζει έναν νεαρό άντρα να ισορροπεί μια μπάλα στον δεξιό του μηρό, τεκμηριώνει ότι μάλλον το άθλημα επινοήθηκε πρώτα στην Αρχαία Ελλάδα! Το άθλημα που παιζόταν με μπάλα στην Αρχαία Ελλάδα, λεγόταν «επίσκυρος». Μάλιστα, η Παγκόσμια Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου (FIFA), αναγνωρίζει την επίσκυρο ως μια από τις πρώτες μορφές ποδοσφαίρου.

Πως παιζόταν το ποδόσφαιρο στην Αρχαία Ελλάδα;

Η επίσκυρος παιζόταν κυρίως από άντρες, συνήθως γυμνούς, αλλά σε αυτήν εξασκούνταν και οι γυναίκες. Η μπάλα ήταν φτιαγμένη από κομμάτια δέρματος, ραμμένα μαζί με εντόσθια ζώων και εξωτερικά ήταν ζωγραφισμένη με έντονα χρώματα. Δυο ομάδες, συνήθως 14 παικτών (πάντως με ίσο αριθμό παικτών σε κάθε ομάδα), χωρίζονταν από μια γραμμή, την οποία σχημάτιζαν στο χώμα με πέτρα, την οποία ονόμαζαν «σκύρο». Άλλες δύο γραμμές υπήρχαν πίσω από τις δυο ομάδες. Τοποθετούσαν την μπάλα στην κεντρική γραμμή και η ομάδα που την έπαιρνε πρώτη, έπρεπε να την πετάξει πάνω από την αντίπαλη, η οποία έπρεπε να την πιάσει όσο κινούνταν και να την ξαναπετάξει στην άλλη.

Aυτό συνεχιζόταν, ώσπου η μια ομάδα κατάφερνε να σπρώξει την άλλη πέρα από τη γραμμή που είχε πίσω της. Ουσιαστικά, το παιχνίδι αυτό ονομάστηκε «επίσκυρος», διότι παιζόταν σε χώρο οριοθετημένο με μαύρες πέτρες. Σύμφωνα με ιστορικές αναφορές, οι Ρωμαίοι αργότερα μετονόμασαν το παιχνίδι σε «harpastum».

Γενικότερα, τα παιχνίδια με την μπάλα, όπως τα μεταφέρει ο Πολυδεύκης (Ονομαστικόν I.X. 103-107), ήταν η επίσκυρος, φαινίνδα, απόρραξις και ουρανία. H επίσκυρος ονομαζόταν επίσης εφηβική και επίκοινος (για πολλούς). Στην απόρραξη, έπρεπε να χτυπήσει κανείς την μπάλα δυνατά στο χώμα και ύστερα να δεχτεί το πήδημα της μπάλας στο χέρι του και να ξαναχτυπήσει. Μετριόταν ο αριθμός των χτυπημάτων (ή των πηδημάτων). Αντίστοιχα, η ουρανία παιζόταν από ένα παίχτη που έγερνε προς τα πίσω και έριχνε την μπάλα στον ουρανό, ενώ οι υπόλοιποι προσπαθούσαν να αρπάξουν την μπάλα πριν πέσει στο έδαφος. Οπότε χτυπούσαν την μπάλα ξανά και ξανά σ’ έναν τοίχο και μετρούσαν τον αριθμό των χτυπημάτων. Ο χαμένος αποκαλούνταν γάιδαρος και έκανε ό,τι του έλεγαν, ενώ ο νικητής ήταν ο βασιλιάς και μπορούσε να διατάζει!

Μερικές αναφορές από αρχαίους ποιητές που αναφέρονται στα παιχνίδια με μπάλα ήταν μεταξύ άλλων αυτή του Ομήρου (ωδή θ, 370 εως 379), ο οποίος αναφέρεται σε ένα παιχνίδι που μοιάζει με συνδιασμό πετοσφαίρισης και χορού): «Το Λαοδάμα τότε πρόσταξεν ο Αλκίνοος και τον Άλιο χορό να στήσουν μόνοι, τι ήξεραν την τέχνη κάλλιο απ’ ολους. Κι εκείνοι πορφυρή στα χέρια τους, πανώρια επήραν σφαίρα, που τους την είχε φτιάσει ο Πόλυβος με τη σοφή του τέχνη, κι ο ένας απάνω ως τα βαθίσκιωτα τη σφεντονούσε νέφη, λυγώντας πίσω, κι ο άλλος εύκολα, ψηλά απ᾿ τη γη πηδώντας, την έπιανε, πριχού τα πόδια του ξανά το χώμα αγγίξουν. Κι αφού δοκίμασαν την τέχνη τους στη σφαίρα που πετούσαν ίσια ψηλά, πήραν και χόρευαν στη γη την πολυθρόφα κι έκαναν χίλια δυο σακίσματα· χτυπούσαν παλαμάκια».

Ο Αρριανός στο βιβλίο 14ο(46) αναφέρεται συγκεκριμένα: «[…]εάν είσαι ικανός να την κτυπήσεις με ένα γρήγορο κτύπημα, με το αριστερό, είναι δική σου. Δεν μπορείς; Ανίκανε, δώσε την μπάλα σε κάποιον άλλον[…]». Ο Αντιφάνης, ο οποίος ήταν Κωμικός ποιητής του 4ου αιώνα π.Χ. αναφέρει: «[…]έπιασε την μπάλα και γέλασε, καθώς την πέταξε σ’ έναν παίκτη και ταυτόχρονα έγνεφε πως θα την έδινε σε άλλον. Έσπρωξε έναν άλλον παίκτη που του έκοβε τον δρόμο, ενώ ακούγονταν κραυγές και φωνές, «έξω από τα όρια! Πάνω από το κεφάλι του πέτα την! Πίσω!![…]».

Τέλος, ο Γαληνός αναφέρει ότι: «…Ακόμη και ο φτωχότερος μπορεί να παίξει μπάλα, γιατί αυτή δεν θέλει ούτε δίχτυα, ούτε όπλα, ούτε άλογα, ούτε κυνηγόσκυλα… Και τι είναι πιο βολικό από ένα παιγνίδι, στο οποίο μπορεί να πάρει μέρος ο καθένας ανεξάρτητα από την περιουσία του και τη δουλειά του; Το παιγνίδι με την μπάλα δεν είναι μόνο καλή άσκηση για τα πόδια, αλλά πολύ καλή και για τα χέρια… Θα καταλάβεις επίσης ότι το παιγνίδι με την μπάλα γυμνάζει το μάτι, αν σκεφτείς ότι όποιος δεν μπορεί να υπολογίσει την τροχιά της, δεν μπορεί και να την πιάσει. Επίσης, ο παίκτης θα οξύνει και την κριτική του ικανότητα». Ιδού και η… εμπόλεμη προοπτική: «Δεν είναι δύσκολο να καταλάβεις ότι το παιγνίδι με την μπάλα σε ασκεί στις σπουδαιότερες κινήσεις τις οποίες εμπιστεύονται οι νόμοι της πόλης στους στρατηγούς της: να επιτίθεται την κατάλληλη στιγμή και να μην γίνεσαι αντιληπτός… Να οικειοποιείσαι αυτά που ανήκουν στους εχθρούς, είτε πέφτοντας πάνω τους με ορμή, είτε απροσδόκητα και να κρατάς τα λάφυρα που έχεις πάρει».

blank

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

sixteen − eleven =