Η 26η Οκτωβρίου είναι η 299η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο και 300ή σε δίσεκτα έτη. Είναι η επίσημη ημερομηνία της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης. Μιας απελευθέρωσης που δεν ήταν ούτε απλή, ούτε εύκολη υπόθεση.

Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης και η ενσωμάτωσή της στην Ελλάδα, στις 26 και 27 Οκτωβρίου 1912, είναι χωρίς αμφιβολία το σημαντικότερο γεγονός του Α’ Βαλκανικού Πολέμου και ένα από τα σημαντικότερα στη σύγχρονη ιστορία της χώρας.

Αν η Αθήνα είναι διαχρονικά το κέντρο και η πρωτεύουσα της χώρας, η Θεσσαλονίκη είναι ο «βόρειος πόλος» της, η πόλη της οποίας η απελευθέρωση σήμανε μια νέα εποχή για εκατοντάδες χιλιάδες Ελλήνων -και όχι μόνο- μιας ολόκληρης περιοχής της Βαλκανικής χερσονήσου.

Για πολλούς, η ενσωμάτωση της Θεσσαλονίκης στην Ελλάδα ήταν η αρχή της «εθνικής ολοκλήρωσης του ελληνισμού».

Από πολλές απόψεις αυτό ήταν σωστό, τόσο συμβολικά όσο και πραγματικά: Η Ελλάδα πατούσε πλέον με δύο πόδια στην ίδια της την επικράτεια, η οποία εκείνην την εποχή μεγάλωνε μέρα με τη μέρα σε ένα νικηφόρο στρατιωτικό κρεσέντο.

Η αντίστροφη μέτρηση για τη Θεσσαλονίκη ξεκίνησε στις 11 Οκτωβρίου. Μετά την κρίσιμη μάχη του Σαρανταπόρου, οι ελληνικές δυνάμεις προελαύνουν ως την Κοζάνη, την οποία και απελευθερώνουν.

Η Θεσσαλονίκη ήταν μια ανάσα μακριά, αυτήν την ανάσα που κρατουσαν όλοι οι κάτοικοί της, όπως και οι υπόλοιποι Έλληνες. Θα μπορούσε να έχει μείνει εκεί, στην απέναντι πλευρά των συνόρων. Παρολίγον να μείνει. Την ιστορία άλλαξε η επιμονή ενός ανθρώπου, για τον οποίον η απελευθέρωση της πόλης ήταν πέρα από ιστορικό και προσωπικό ζήτημα.

Μια διαφωνία που άλλαξε την ιστορία

Αρχιστράτηγος των ελληνικών δυνάμεων, ήταν ο διάδοχος του ελληνικού θρόνου πρίγκιπας Κωνσταντίνος. Πρωθυπουργός της Ελλάδας ο Βενιζέλος. Οι δύο τους σπάνια συμφώνησαν σε κάτι και η ιστορία κατά κανόνα δικαίωσε τον Βενιζέλο στα πάντα.

Μετά την απελευθέρωση της Κοζάνης, ο Κωνσταντίνος ήταν αποφασισμένος να οδηγήσει τα νικηφόρα ελληνικά στρατεύματα βόρεια, στο Μοναστήρι. Ο Βενιζέλος, από την πλευρά του, ο οποίος είχε γεννηθεί στη Θεσσαλονίκη, ήθελε πάση θυσία να φτάσει το ταχύτερο δυνατό ο ελληνικός στρατός στην πόλη, την οπία ήξερε ότι επιβουλεύονταν οι Βούλγαροι.

Παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα και η Βουλγαρία βρίσκονταν θεωρητικά στο ίδιο στρατόπεδο εκείνη τη δεδομένη στιγμή, ήταν σαφές ότι μόλις ο πόλεμος θα τελείωνε θα βρίσκονταν αντιμέτωπες ως προς τη μοιρασιά των εδαφών τα οποία θα απελευθέρωναν από την Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Ο Κωνσταντίνος το ήξερε αυτό, καθώς είχε πάρει μέρος στις ελληνοβουλγαρικές διαπραγματεύσεις. Ήξερε επίσης πόσο πολύ ήθελαν τη Θεσσαλονίκη οι Βούλγαροι.

Ο Βενιζέλος, για τους ίδιους ακριβώς λόγους ήθελε να αποκτήσουν οι Έλληνες ντε φάκτο δικαίωμα πάνω σε όσο περισσότερα εδάφη γινόταν. Δεν θα μπορούσε να εξαιρεθεί η Θεσσαλονίκη αυτών.

Στις 12 Οκτωβρίου ο Βενιζέλος, που εκτός από Πρωθυπουργός είναι και υπουργός Στρατιωτικών, στέλνει τηλεγράφημα στον Κωνσταντίνο:

«Αναμένω να μοι γνωρίσετε την περαιτέρω διεύθυνσιν, ην θα ακολουθήση η προέλασις του στρατού Θεσσαλίας. Παρακαλώ μόνον να έχετε υπ’ όψιν ότι σπουδαίοι πολιτικοί λόγοι επιβάλλουσι να ευρεθώμεν μίαν ώραν ταχύτερον εις Θεσσαλονίκην.

Υπουργός Στρατιωτικών: Βενιζέλος»

Η ανησυχία στην Αθήνα κορυφώνεται όταν οι Βούλγαροι αποσπούν από τη Θράκη μια ολόκληρη μεραρχία, η οποία κατευθύνεται προς τη Θεσσαλονίκη με σκοπό να την καταλάβει.

Ο Κωνσταντίνος απτόητος, απαντά στον Βενιζέλο:

«Ο στρατός δεν θα οδεύση προς την Θεσσαλονίκη.

Εγώ έχω καθήκον να στραφώ κατά του Μοναστηρίου, εκτός αν μου το απαγορεύσετε».

«Σας το απαγορεύω!», απαντά ο Βενιζέλος…

Ταυτόχρονα πηγαίνει στο βασιλιά Γεώργιο και τον παρακαλεί να πάει στην Κοζάνη για να μεταπείσει το γιο του. Πράγματι, ο Γεώργιος φτάνει στην Κοζάνη στις 14 Οκτωβρίου. Και τα καταφέρνει, καθώς την ίδια μέρα έξι από τις επτά μεραρχίες του ελληνικού στρατού φεύγουν για τη Θεσσαλονίκη.

Μια μάχη ακόμη

Από τη Βέροια, ο Κωνσταντίνος δεν ακολούθησε τη συντομότερη οδό για τη Θεσσαλονίκη και επέλεξε να πάει μέσω Γιαννιτσών. Στην πόλη είχαν συγκεντρωθεί ισχυρές τουρκικές δυνάμεις και μια μάχη ακόμη ήταν βέβαιη.

Μια μάχη που κράτησε δύο μέρες και τελικά, στις 20 Οκτωβρίου οδήγησε σε άτακτη φυγή τα τουρκικά στρατεύματα και τους Έλληνες μέσα στα Γιαννιτσά.

Ο Κωνσταντίνος, εντελώς απροετοίμαστος στρατηγικά για το σχέδιο που αναγκάστηκε να ακολουθήσει, περιέρχεται προς στιγμή σε ακινησία. Ούτε καταδιώκει τους Τούρκους που υποχωρούν, αλλά ούτε και οδηγεί το στρατό στη Θεσσαλονίκη, αφήνοντας την ελληνική νίκη ανεκμετάλλευτη.

Ο ίδιος και το επιτελείο του είχαν μελετήσει και προετοιμάσει την προέλαση Κοζάνης – Μοναστηρίου και όχι Κοζάνης – Θεσσαλονίκης. Έτσι, μοιραία, στην πορεία του ελληνικού στρατού προς τη Θεσσαλονίκη προκλήθηκαν καθυστερήσεις και έγιναν στρατηγικά λάθη.

Πέντε μέρες μετά τη νίκη στα Γιαννιτσά τελικά ο ελληνικός στρατός φτάνει, στις 24 Οκτωβρίου, είκοσι χιλιόμετρα δυτικά της Θεσσαλονίκης.

Στο μεταξύ οι Βούλγαροι έχουν δώσει εντολή στο στρατό του Νευροκοπίου να καταλάβει τις Σέρρες και να προελάσει ταχύτατα προς τη Θεσσαλονίκη, προκειμένου να μπει στην πόλη πριν τον ελληνικό στρατό.

Οι Σέρρες κατελήφθησαν. η προέλαση ξεκίνησε. Ο αγώνας δρόμου ανάμεσα στους δύο στρατούς έφτασε στο ντεμαράζ του… Ο Βενιζέλος τηλεγραφεί ασταμάτητα στον Κωνσταντίνο, ο οποίος δεν του απαντά καν.

Τότε, στρέφεται και πάλι στον Γεώργιο. Του τηλεφωνεί στην Ημαθία, όπου βρίσκεται εκείνος επιστρέφοντας από το μέτωπο και ο υπασπιστής του τού απαντά ότι «ο βασιλεύς εκοιμάτο».

Ο Βενιζέλος διατάσσει να τον ξυπνήσουν:

«Σας καθιστώ προσωπικώς υπεύθυνον δια την βραδύτητα με την οποίαν διεξάγετε τας επιχειρήσεις, αι οποία κινδυνεύουν να φέρουν τους Βουλγάρους πρώτους εις Θεσσαλονίκην», του λέει.

Το πρωί της 25ης Οκτωβρίου ο Κωνσταντίνος δίνει εντολή να περικυκλωθεί η Θεσσαλονίκη από ανατολικά.

Αγώνας δρόμου μετ’ εμποδίων για τη Θεσσαλονίκη

Το απόγευμα της ίδιας μέρας οι Ευρωπαίοι πρόξενοι πηγαίνουν στον Κωνσταντίνο και του λένε ότι οι Τούρκοι θέλουν να παραδώσουν την πόλη. Ο Κωνσταντίνος αρνείται τους όρους της παράδοσης, θέτει πολύ βαρύτερους και δίνει προθεσμία 10 ωρών για την απάντηση.

Ο Βενιζέλος εκτός εαυτού πλέον τού τηλεγραφεί πάλι:

«Αρχηγόν στρατού:

Παραγγέλεσθε να αποδεχθήτε την προσφερομένην υμίν παράδοσιν της Θεσσαλονίκης και να εισέλθετε εις ταύτην άνευ χρονοτριβής. Καθιστώ υμάς υπεύθυνον διά πάσαν αναβολήν, έστω και στιγμής.

Υπουργός Στρατιωτικών, Βενιζέλος»

Τελικά, με τους Βούλγαρους να βρίσκονται δίπλα στη Θεσσαλονίκη, γίνεται η συμφωνία μεταξύ του επιτελείου του ελληνικού στρατού και των τουρκικών δυνάμεων της πόλης και οριστικοποιείται η παράδοση στους Έλληνες.

Οι Βούλγαροι, όμως, είχαν φτάσει στη Θεσσαλονίκη αποφασισμένοι να την καταλάβουν, αδιαφορώντας για το ότι η πόλη είχε ήδη παραδοθεί στους Έλληνες.

Το απόγευμα τις 26ης Οκτωβρίου οι Βούλγαροι συνάντησαν τη 2η ελληνικήν μεραρχία, αγνόησαν τα νέα της παράδοσης και σκηνοθέτησαν μια μάχη στο Αϊβατλή, πυροβολώντας Τούρκους αιχμαλώτους. Ήθελαν πάση θυσία μια αφορμή για να μπουν στην πόλη και θα την έφτιαχναν μόνοι τους.

Την προσπάθειά τους να μπουν στη Θεσσαλονίκη από τη βόρια πλευρά της πόλης, εμπόδισε η 7η μεραρχία και τμήμα ευζώνων.

Μετά προσπάθησαν να παρακάμψουν διπλωματικά την παράδοση της πόλης στους Έλληνες: Τη νύχτα της 26ης προς 27η Οκτωβρίου ο στρατηγός Θεοδωρώφ έστειλε έναν αξιωματικό στον Ταξίν πασά, ζητώντας του να υπογράψει πρωτόκολλο παράδοσης όμοιον με τον ελληνικόν. Ο Τούρκος αρχιστράτηγος αρνήθηκε.

Οι ισορροπίες μπορούσαν ανά πάσα στιγμή να ανατραπούν εις βάρος της Ελλάδας.

Την ίδια νύχτα η Αθήνα κρούει τον κώδωνα του κινδύνου στον Κωνσταντίνο και τον πείθει να πάει άμεσα στη Θεσσαλονίκη «Το πράγμα επείγει λίαν», έγραφε το τηλεγράφημα.

Στις 5 το πρωί της επομένης ο διάδοχος φτάνει στην πόλη με το τρένο. Μία μέρα αργότερα φτάνει στη Θεσσαλονίκη και ο Γεώργιος.

Οι χιλιάδες Έλληνες της πόλης τον υποδέχονται με ενθουσιασμό. Είχε φθάσει η ώρα και της δικής τους απελευθέρωσης, που παραλίγο να μην συμβεί ποτέ.

Η συμφωνία για την παράδοση της Θεσσαλονίκης είχε γίνει μετά τα μεσάνυχτα της 26ης προς 27η Οκτωβρίου. Η ελληνική πλευρά όμως ζήτησε στο έγγραφο του πρωτοκόλλου να γραφτεί ως ημερομηνία η 26η Οκτωβρίου και όχι η 27η.

Η εξήγηση που προβάλλεται συχνότερα είναι ότι θέλησαν για λόγους συμβολισμού να ταυτίσουν την απελευθέρωση της πόλης με τη γιορτή του Αγίου Δημητρίου.

Οι πραγματικότητα είναι άλλη: Ο Βενιζέλος ήθελε να είναι απόλυτα βέβαιο ότι η πόλη έχει παραδοθεί στους Έλληνες πριν φτάσουν οι Βούλγαροι. Και τα κατάφερε.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

fourteen + 9 =