Αρχική ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ Καταγραφή και Αξιολόγηση του Φυσικού Περιβάλλοντος Κυθήρων και Αντικυθήρων (MEDINA)

Καταγραφή και Αξιολόγηση του Φυσικού Περιβάλλοντος Κυθήρων και Αντικυθήρων (MEDINA)

medina-kythera

Το νησιωτικό σύμπλεγμα Κυθήρων – Αντικυθήρων διαμορφώνει το νοτιοδυτικό τμήμα του εξωτερικού νησιωτικού τόξου του Αιγαίου ενώ από φυσιογραφική άποψη αποτελεί το κορυφαίο αναδυμένο τμήμα του υποθαλάσσιου αβαθούς διαύλου που συνδέει την Πελοπόννησο με την Κρήτη. Γεωλογικά τα δύο νησιά ανήκουν στην ενεργή σεισμοτεκτονική μορφή που αντιστοιχεί στο όριο της υποβύθισης της Αφρικανικής πλάκας κάτω από την Ευρασιατική. Αποτέλεσμα είναι να παρουσιάζουν ενεργό τεκτονική, έντονη σεισμικότητα και πολύπλοκη γεωλογική δομή που συνίσταται από το μεταμορφωμένο υπόβαθρο, τις αλπικές ζώνες Τριπόλεως και Πίνδου και τους Νεογενείς και τεταρτογενείς σχηματισμούς καθώς και από ένα πυκνό δίκτυο κανονικών ρηγμάτων.

Στα Κύθηρα υπάρχει ένα πλούσιο δίκτυο από μικρά ρέματα, κυρίως εφήμερα, τα οποία διατρέχουν σχεδόν ολόκληρη την έκταση του νησιού εκατέρωθεν του χαμηλού οροπεδίου που σχηματίζεται στο κέντρο του. Τα περισσότερα από αυτά, ενώνονται λίγο πριν την επαφή τους με τη θάλασσα, δημιουργώντας ενιαίες κοίτες χειμάρρων. Επίσης, στο νησί υπάρχουν και υγροτοπικές εκτάσεις, μόνιμες ή εποχικές. Αντίθετα, στα Αντικύθηρα το υδρογραφικό δίκτυο είναι πολύ πιο περιορισμένο.

Γενικά η περιοχή χαρακτηρίζεται από μια ξηρή, θερμή περίοδο κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, με σχετικά υψηλές θερμοκρασίες, ενώ μέτρια χαμηλές θερμοκρασίες παρουσιάζονται κατά τους χειμερινούς μήνες. Χαρακτηριστικό της περιοχής, είναι οι υψηλής εντάσεως (βορειοανατολικοί κυρίως) άνεμοι που πνέουν καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Λόγω της μεγάλης ξηροθερμικής περιόδου και των έντονων ανέμων, τα Κύθηρα και τα Αντικύθηρα έχουν πληγεί αρκετά από πυρκαγιές στο πέρασμα των χρόνων. Ωστόσο, από την ανασκόπηση των διαθέσιμων δεδομένων, φαίνεται πως δεν έχουν επαναληφθεί εκτεταμένες πυρκαγιές στις ίδιες περιοχές, τουλάχιστον από το 2000 μέχρι σήμερα. Θα πρέπει πάντως να διερευνηθούν τα όρια και παλαιότερων πυρκαγιών, με την συνδρομή των αντίστοιχων υπηρεσιών (Δασικής Υπηρεσίας και Πυροσβεστικής), ώστε να εντοπιστούν περιοχές που έχουν κατ’ επανάληψη καεί και άρα εάν αυτές χρήζουν μέτρων αποκατάστασης.

Στην περιοχή μελέτης, υπάρχουν 5 περιοχές που ανήκουν στο Δίκτυο Natura 2000 (GR3000008, GR3000010, GR3000012, GR3000013 GR3000019). Ακόμη, υπάρχει μια περιοχή η οποία είναι χαρακτηρισμένη ως Καταφύγιο Άγριας Ζωής (ΚΑΖ) με κωδικό: Κ924.
Επιπρόσθετα, στην περιοχή μελέτης υπάρχουν δυο χερσαίες περιοχές σημαντικές για την ορνιθοπανίδα (ΙΒΑ) και μια θαλάσσια (mIBA). Οι δύο χερσαίες είναι η περιοχή GR129 – Νήσος Κύθηρα και η περιοχή GR130 – Νήσος Αντικύθηρα και νησίδες. Η θαλάσσια περιοχή είναι η GR129 Νήσος Κύθηρα.

Τα στοιχεία του CORINE για το 2012, εντάσσουν το μεγαλύτερο μέρος της έκτασης των Κυθήρων στην κατηγορία «δάση και ημιφυσικές περιοχές» (64,92%), το 33,34% της έκτασης στις «γεωργικές περιοχές» και το 1,75% στις «τεχνητές επιφάνειες». Για τα Αντικύθηρα οι «γεωργικές περιοχές» καλύπτουν αντίστοιχα, το 15,01% και τα «δάση και οι ημιφυσικές περιοχές» το 84,99%.

Οι τύποι οικοτόπων του παραστήματος Ι της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ οι οποίοι απαντούν στην περιοχή της μελέτης είναι οι: 1240 – Απόκρημνες βραχώδεις ακτές με βλάστηση στη Μεσόγειο με ενδημικά Limonium spp., 5330 – Θερμομεσογειακές και προερημικές λόχμες, 5420 – Φρύγανα με Sarcopoterium spinosum, 5210 – Δενδρώδη matorrals με Juniperus spp. και 5340 – Garrigues της Ανατολικής μεσογείου. Εκτός των φυσικών οικοτόπων, η περιοχή φιλοξενεί  και ημι-φυσικούς οικότοπους υψηλής περιβαλλοντικής αξίας. Οι βασικότεροι από αυτούς είναι οι γεωργικές καλλιέργειες σε αναβαθμίδες και το δάσος Γερακάρι.

Το νησιωτικό σύμπλεγμα των Κυθήρων-Αντικυθήρων αποτελεί περιοχή με ιδιαίτερη χλωριδική σημασία λόγω της θέσης του. Η εξεταζόμενη περιοχή αποτελεί το σημείο συνάντησης δύο φυτογεωγραφικών ζωνών, της Πελοποννήσου (Pe) και της περιοχής Κρήτης – Καρπάθου (KK).

Αποτέλεσμα της γεωγραφικής θέσης των νησιών αυτών είναι ο υψηλός ενδημισμός, με τον εξαιρετικά μεγάλο αριθμό τοπικών ενδημικών ειδών ακόμη και στις μικρές νησίδες (π.χ. Αυγό, Μεγάλη Δραγονέρα) και γενικότερα με τον μεγάλο αριθμό ειδών της χλωρίδας, παρότι τα νησιά είναι μικρού μεγέθους και αποτελούνται από εκτάσεις χαμηλού υψόμετρου. Για να γίνει κατανοητός ο μεγάλος ενδημισμός της εξεταζόμενης περιοχής, τα ενδημικά είδη των Κυθήρων είναι 55 σε χλωρίδα 820 taxa, των Αντικυθήρων 25 σε χλωρίδα 333 taxa ενώ τα ενδημικά είδη της Ικαρίας, ενός νησιού με παρόμοιο μέγεθος με αυτό των Κυθήρων, είναι 13 σε χλωρίδα 829 taxa. Στα ελληνικά ενδημικά taxa της εξεταζόμενης περιοχής, συγκαταλέγονται και 6 φυτικά είδη και υποείδη που έχουν τοπική και σπάνια εξάπλωση και αποτελούν ενδημικά είδη του νησιωτικού συμπλέγματος Κυθήρων-Αντικυθήρων. Η περιοχή υποστηρίζει επίσης μια μεγάλη ποικιλία πανίδας, σημαντική σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Ξεχωριστή μνεία πρέπει να γίνει στα ενδημικά είδη ασπόνδυλων (Dendarus antikythirensis, Kithironiscus paragamiani) και το ενδημικό είδος σαύρας (Podarcis levendis). Επίσης, απαιτείται ιδιαίτερη αναφορά στη σημασία της περιοχής για την ορνιθοπανίδα, ως σημαντικού μεταναστευτικού διαδρόμου, τόπου φωλεοποίησης ειδών προτεραιότητας όπως ο Μαυροπετρίτης (Falco eleonorae) και ο Αιγαιόγλαρος (Larus audouinii) και θαλάσσιας ζώνης διάβασης μεγάλων αριθμών θαλασσοπουλιών όπως ο Αρτέμης (Calonectris diomedea) και ο Μύχος (Puffinus yelkouan).

Η περιοχή των Κυθήρων και Αντικυθήρων έχει χαρακτηριστεί επίσης ως σημαντική για τρία είδη θαλάσσιων οικοτόπων. Τα λιβάδια του ενδημικού μεσογειακού θαλάσσιου αγγειόσπερμου Posidonia oceanica (Τύπος οικοτόπου 1120), των βυθισμένων και ημιβυθισμένων θαλάσσιων σπηλαίων (Τύπος οικοτόπου 8330), και των υφάλων (Τύπος οικοτόπου 1170). Οι οικότοποι αυτοί υποστηρίζουν την πλούσια θαλάσσια πανίδα της περιοχής, η οποία συμπεριλαμβάνει τη Μεσογειακή Φώκια (Monachus monachus), και πολλά Κητώδη όπως το Ρινοδέλφινο (Tursiops truncatus), το Κοινό Δελφίνι (Delphinus delphis), το Ζωνοδέλφινο (Stenella coeruleoalba), τον Ζιφιό (Ziphius cavirostris), την Πτεροφάλαινα (Balaenoptera physalus), τον Φυσητήρα (Physeter macrocephalus) και το Σταχτοδέλφινο (Grampus griseus).

Πρόγραμμα INCREAte

Καταγραφή και Αξιολόγηση του Φυσικού Περιβάλλοντος Κυθήρων και Αντικυθήρων
Γ’ ΑΝΑΘΕΩΡΗΜΕΝΗ ΕΚΔΟΣΗ
Οκτώβριος 2018

ΚΑΝΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

5 × 5 =

Exit mobile version