Αρχική ΤΕΧΝΕΣ & ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ Φεντερίκο Φελίνι: Ένα παιδί ζωγραφίζει στο σελιλόιντ (Β’ Μέρος)

Φεντερίκο Φελίνι: Ένα παιδί ζωγραφίζει στο σελιλόιντ (Β’ Μέρος)

Το δεύτερο μέρος του αφιερώματος στον μεγάλο Ιταλό σκηνοθέτη, που ύμνησε όσο λίγοι την ζωή μέσα από το έργο του.

“Νομίζω πως η τηλεόραση έχει προδώσει το νόημα του δημοκρατικού λόγου, προσθέτοντας εικονικό χάος στη σύγχυση φωνών. Τι ρόλο έχει η σιωπή σε όλο αυτό το θόρυβο;”

– Φεντερίκο Φελίνι

Η Ιουλιέτα, μια κυρία της ανώτερης αστικής τάξης, περνά το καλοκαίρι στην όμορφη βίλα της. Για την επέτειο του γάμου της με τον Τζιόρτζιο, έναν άνθρωπο των δημοσίων σχέσεων, αποφασίζει να οργανώσει μια γιορτή. Μεγαλωμένη με θρησκευτικές και παράλληλα συντηρητικές αρχές, το εν λόγω πάρτι, θα φέρει στην επιφάνεια την κρίση ταυτότητας που βασανίζει την ηρωίδα.

juliet-of-the-spirits-fellini

Μια κρίση που εξελίσσεται σε δράμα όταν αρχίζει να υποπτεύεται ότι ο σύζυγος της την απατάει ενώ έχει μια μητέρα που το μόνο που την νοιάζει είναι η εξωτερική της εμφάνιση και οι αδερφές της συμπεριφέρονται κάθε άλλο παρά συνετά…

Έτσι, μην έχοντας ποιον να εμπιστευτεί θα στρέψει τις ελπίδες της, στην γειτόνισσά της, τη Σούζυ, η οποία έχει διαμορφώσει το σπίτι της σ’ έναν ερωτικό παράδεισο. Όμως οι αντιφάσεις της ανάμεσα στον καθολικό καθωσπρεπισμό της παιδικής της ηλικίας και στην τάση για μια ζωή χωρίς φραγμούς, θα την οδηγήσουν στο κατώφλι της τρέλας.

Παρ’ όλα αυτά, αντιδρά. Πάει σ’ έναν ψυχίατρο, προσπαθεί να συζητήσει με την ερωμένη του συζύγου της και βρίσκει την ψυχική δύναμη ν’ αφήσει τον Τζιόρτζιο να φύγει από τη ζωή της. Μένει όμως μόνη της τώρα πια στο μεγάλο σπίτι της, με τη μοναξιά να είναι η μόνη της παρέα και δίνοντας σκληρό αγώνα ενάντια στις τάσεις, τις εξαρτήσεις και τα φαντάσματα που την κυκλώνουν.

Η “Ιουλιέτα των Πνευμάτων” (Giulietta Degli Spiriti) του 1965, είναι ίσως η πιο “προσωπική” ταινία του Φελίνι. Θυμίζοντας μας όλες εκείνες τις μικρές και μεγάλες “εμμονές” του σκηνοθέτη. Τους φωτεινούς κήπους με τα αναμάρτητα χόρτα, τις γλυκύτατες καμαριέρες, τους περαστικούς φίλους με το μυστηριώδες ύφος, τις πικάντικες ερωμένες και όλα αυτά ιδωμένα μέσα από την υπέροχη φωτογραφία του Gianni di Venanzo.

Οι “Ασυνήθιστες Ιστορίες” (Histoires Extraordinaires) που θα ακολουθήσουν το 1968, ξεκινούν ως ένα πολύ φιλόδοξο σχέδιο που θα περιελάμβανε εφτά ιστορίες παρουσιαζόμενες από εφτά διαφορετικούς σκηνοθέτες με κοινό σημείο αναφοράς τα διηγήματα του μεγάλου Εdgar Allan Poe.

Εκτός από τους εναπομείναντες τρεις (Federico Fellini, Louis Male και Roger Vadim) το αρχικό πλάνο περιελάμβανε ακόμα τον Zόζεφ Λόουζυ, που θα έκανε τη προσαρμογή του “Συμβολαίου”, τον Claude Chabrol με “Το Σύστημα του Δόκτορος Κατράμ και του Καθηγητή Πιούμα”, ο μοναδικός Orson Welles θα ετοίμαζε ένα επεισόδιο βασισμένο στα διηγήματα “Μάσκα του Κόκκινου Θανάτου” και το “Μπουκάλι του Αμοντιλάντο”, ενώ ο Luchino Visconti θα χρησιμοποιούσε τα “Παίχτη Σκακιού του Μάελζελ” και το “Καρδιά Αποκαλύπτουσα”. Δυστυχώς όμως το σχέδιο αυτό δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ…

Στην ιστορία του Φεντερίκο “Toby Dammit”, παρακολουθούμε την ιστορία ενός νεαρού Άγγλου ηθοποιού που έχει καταστραφεί από το ποτό και τα ναρκωτικά. Ο ήρωας μας φτάνει στη Ρώμη για να πρωταγωνιστήσει σε μια ταινία, ενώ γύρω του συνωστίζονται η συνηθισμένη κάστα των περιοδευόντων ανθρωπάκων, σκόπιμα κινητοποιημένοι για το γεγονός.

Ενδιαφέρον έχει επίσης να αναφέρουμε ότι ενώ η αρχική επιλογή του σκηνοθέτη ήταν ο Peter O’ Toole (υποψήφιοι ήταν επίσης ο Richard Burton και ο Marlon Brando) ωστόσο ο Terence Stamp που τελικά επιλέχθηκε (αν και λιγότερο γνωστός στο ευρύ κοινό) έδωσε μια υποδειγματική ερμηνεία στον ρόλο του.

Φτάνουμε έτσι στο 1972 με την ταινία “Roma”. Έντονα αυτοβιογραφικά στοιχεία μας ταξιδεύουν από τη γενέτειρα του Φελίνι, το Ρίμινι του ’30, στη Ρώμη του Μουσολίνι κι έτσι όπως η πόλη εξελίχθηκε τα επόμενα χρόνια. Η κάμερα μας μεταφέρει από ένα θρησκευτικό κολέγιο, σε μια λαϊκή πανσιόν, στους πελάτες των μαγειρείων, στις πόρνες της μεγαλούπολης καθώς και στα παιδιά που παίζουν στους δρόμους. Εδώ το παρόν συγχέεται με την ανάμνηση, δίνοντας μας μια “αναπόφευκτη”, για τον Φεντερίκο, ταινία.

“Το ξέρω, το ξέρω, το ξέρω

Ότι ένας σαραντάρης

Έχει πάντα καθαρά τα χέρια του

Κι εγώ τα πλένω δυο τρεις φορές τη μέρα

Μα μόνο σαν βλέπω βρώμικα τα χέρια μου

Θυμάμαι

Την εποχή που ήμουνα παιδί…”

“Αμαρκόρντ” (1973)

Τι καλύτερο να πεις για να περιγράψεις την ταινία “Αμαρκόρντ” (Amarcord) του 1973, παρά ένα ποίημα από το ομώνυμο βιβλίο του σκηνοθέτη που περιέχει συνοπτικά την αφηγηματική δομή που βρίσκουμε μέσα στη συγκεκριμένη ιστορία.

Είμαστε πια στο 1976 και ο “Casanova” βρίσκεται προ των πυλών. Τυπικά, παρακολουθούμε την ιστορία του γέρου και κουρασμένου πια Τζιάκομο Καζανόβα, ο οποίος αφού διορίστηκε βιβλιοθηκάριος του κόμη του Βάλτενσταιν, θυμάται τώρα τους έρωτες και τις περιπέτειες της ζωής του.

Ουσιαστικά πρόκειται για μία από τις καλύτερες ταινίες του Ιταλικού (κι όχι μόνο) Κινηματογράφου. Ο Donald Sutherland μοιάζει ιδανικός στον ρόλο του (αν και οι παραγωγοί προσπαθούσαν να πείσουν τον Φελίνι να πάρει για πρωταγωνιστή τον Robert Redford). Πρόκειται ίσως για την πιο απελευθερωμένη ταινία του σκηνοθέτη αλλά σίγουρα για την πιο ενιαία και πυκνή.

Ο Φεντερίκο Φελίνι θα πει χαρακτηριστικά γι’ αυτή τη δημιουργία του: «Τι ήθελα να κάνω μ’ αυτή την ταινία; Να φτάσω μια και καλή στην ύστατη ουσία του κινηματογράφου, σ’ αυτό που κατά τη γνώμη μου είναι η ολοκληρωτική ταινία. Να καταφέρω δηλαδή να δημιουργήσω από μία ταινία έναν πίνακα… αν κάποιος σταθεί μπροστά σ’ έναν πίνακα, μπορεί να καρπωθεί απ’ αυτόν μια απόλαυση γεμάτη και αδιατάρακτη. Αν σταθεί μπροστά σε μια ταινία, κάτι τέτοιο δε γίνεται. Ο πίνακας τα περιέχει όλα, αρκεί να τον κοιτάξεις για να τα ανακαλύψεις. Η ταινία είναι ένας ανολοκλήρωτος πίνακας. Δεν είναι ο θεατής που κοιτά, είναι η ταινία που βλέπεται από τον θεατή, σύμφωνα με χρόνους και ρυθμούς, ξένους και επιβαλλόμενους σ’ αυτόν που την βλέπει. Το ιδανικό θα ήταν να κάνω μια ταινία με μια μόνη εικόνα, αιώνια και συνεχώς πλούσια σε κίνηση. Στον “Καζανόβα”, θέλησα πραγματικά να φτάσω πολύ κοντά σ’ αυτό τον στόχο – μια ολόκληρη ταινία φτιαγμένη από ακίνητους πίνακες

Η “Πρόβα Ορχήστρας” (Prova d’ Orchestra) που θα ακολουθήσει το 1979 είναι ίσως η πιο “πολιτική” ταινία του Φελίνι. Εδώ παρακολουθούμε έναν διευθυντή ορχήστρας (με έντονη γερμανική προφορά) να προσπαθεί να διευθύνει τους μουσικούς του, οι οποίοι δε φαίνονται να νοιάζονται ιδιαίτερα για την πρόβα, όσο για να δώσουν συνέντευξη στο υπάρχον τηλεοπτικό συνεργείο.

Ο καθένας τους, μιλά για την πορεία του με έντονο ναρκισσισμό, μη παραλείποντας να αναφέρει τα πλεονεκτήματα του δικού του μουσικού οργάνου, αγνοώντας έτσι την αναγκαιότητα της συνεργασίας για τη δημιουργία κάποιου ικανοποιητικού αποτελέσματος.
Όλα αυτά βέβαια διαδραματίζονται κάτω από τα άγρυπνα μάτια των αντιπροσώπων των συνδικάτων τους, οι οποίοι παρευρισκόμενοι σε μια γωνία, καταγράφουν τα όσα διαδραματίζονται…

“Η Πόλη των Γυναικών” La Citta Delle Donne) του 1980, είναι μία ταινία “είδους” από αυτές που αρέσκεται στο να μας παρουσιάζει ο Ιταλός καλλιτέχνης. Εδώ παρακολουθούμε την ιστορία ενός διακεκριμένου πενηντάρη ο οποίος γοητεύεται από τη μυστηριώδη φυσιογνωμία μιας γυναίκας που συναντά τυχαία καθώς ταξιδεύει σ’ ένα τρένο. Προσπαθώντας να την πλησιάσει τρέχει από πίσω της σε άγνωστα λιβάδια και δάση, για να καταλήξει σ’ ένα συνέδριο φεμινιστριών.

Θα ακολουθήσουν λίγες ακόμα ταινίες, πριν ο μεγάλος αυτός σκηνοθέτης μας αποχαιρετήσει. “Και το Πλοίο Φεύγει” (E La Nave Va – 1983), ένα επικήδειο οδοιπορικό ενός ατμόπλοιου που μεταφέρει τις στάχτες μιας μεγάλης αοιδού με σκοπό να τις σκορπίσει στην Αδριατική, σύμφωνα με την τελευταία της επιθυμία.

Tο “Ιntervista” του 1987, όπου ο Φελίνι μας ξεναγεί στα στούντιο της Cinecitta, αλλά και “Η Φωνή του Φεγγαριού” (La Voce Della Luna) του 1990, το οποίο αποτελεί το κύκνειο άσμα του σκηνοθέτη και που στον πρωταγωνιστικό ρόλο συναντάμε τον Roberto Benigni.

Τέλος, δε θα μπορούσαμε να κλείσουμε αυτό το Αφιέρωμα στον Φεντερίκο Φελίνι χωρίς να αναφερθούμε στην ταινία “Ginger e Fred” του 1986. Εδώ παρακολουθούμε την επανένωση, μετά από αρκετές δεκαετίες, δύο εξαιρετικών performer του music – hall art που ενώνουν τις δυνάμεις τους για ένα τελευταίο show.

Όλα αυτά βέβαια, χωρίς να αφήνει ο σκηνοθέτης την ευκαιρία ώστε να κριτικάρει τον τρόπο λειτουργίας της Ιταλικής, αλλά κι όχι μόνο, τηλεόρασης. Παράλληλα, ο Φελίνι μέσω αυτής της δημιουργίας του, αποδίδει φόρο τιμής στο καλλιτεχνικό του alter ego που ακούει στο όνομα Marcello Mastroianni όσο και στην πρωταγωνίστρια όχι μόνο των ταινιών του αλλά και της ζωής του, Giulietta Masina…

«Tί είναι μια ταινία αρχικά; Μια υποψία, μια υπόθεση αφήγησης, σκιές ιδεών, ακαθόριστα συναισθήματα. Κι όμως, σ’ εκείνο το πρώτο ανεπαίσθητο άγγιγμα, η ταινία μοιάζει ήδη να είναι ο εαυτός της, ολοκληρωμένη, ζωτική, πάναγνη. O πειρασμός να την αφήσεις έτσι, σ’ αυτήν την άσπιλη διάσταση, είναι πολύ μεγάλος. Όλα θα ήταν πιο απλά, και ποιος ξέρει, ίσως και πιο σωστά. Όμως όχι, η φιλοδοξία, η ανία, η κλίση, οι συμφωνίες, οι ρήτρες των συμβολαίων, σε υποχρεώνουν να τη γυρίσεις. Και να λοιπόν, η τελετουργία αρχίζει…»

– Φεντερίκο Φελίνι

ΚΑΝΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

19 − 14 =

Exit mobile version