Kythera.News – Κυθηραϊκά Νέα

Κατηγορία: Ιστορία

Θέματα ιστορίας των Κυθήρων, της Ελλάδας και όλου του κόσμου. Αναφορές σε σημαντικά γεγονότα των Κυθήρων.

  • Αντικύθηρα: Η ανέγερση μνημείου τιμής για τους σφουγγαράδες της Σύμης

    Αντικύθηρα: Η ανέγερση μνημείου τιμής για τους σφουγγαράδες της Σύμης

    Σε μια συγκινητική και ιστορική απόφαση, την 1η Φεβρουαρίου 2018, το Περιφερειακό Συμβούλιο Αττικής, κατά την 4η Συνεδρίασή του, ενέκρινε με συντριπτική πλειοψηφία την εισήγηση του Αντιπεριφερειάρχη Νήσων, Παναγιώτη Χατζηπέρου, για την ανέγερση ενός μνημείου τιμής και μνήμης για τους σφουγγαράδες της Σύμης. Η πρόταση αυτή, με συνολικό προϋπολογισμό 74.400 €, χρηματοδοτήθηκε από ίδιους πόρους της Περιφέρειας Αττικής.

    Σκοπός και Ιστορική Σημασία

    Το μνημείο τιμής θα αναδείξει και θα τιμήσει τη συνεισφορά των σφουγγαράδων από τη Σύμη στην ανακάλυψη και ανέλκυση του Μηχανισμού των Αντικυθήρων. Οι σφουγγαράδες, με αυτοθυσία και τόλμη, ανέσυραν από βάθος 56 μέτρων τον αρχαίο μηχανισμό, αποκαλύπτοντας έναν από τους σημαντικότερους αρχαιολογικούς θησαυρούς παγκοσμίως. Αυτή η ανακάλυψη θεωρείται καθοριστική για την ελληνική και παγκόσμια αρχαιολογία.

    Η ιστορία των σφουγγαράδων και η συμβολή τους

    Ο Αντιπεριφερειάρχης Παναγιώτης Χατζηπέρους σε εκείνη τη συνεδρίαση υπογράμμισε ότι μετά από 120 χρόνια, η πρωτοβουλία αυτή επιδιώκει επιτέλους να τιμήσει την ανεκτίμητη συνεισφορά των σφουγγαράδων στην Πατρίδα. Η πρόταση για την ανέγερση παρόμοιου μνημείου στη Σύμη εγκρίθηκε άνευ ενστάσεων από την Περιφερειάρχη κ. Ρένα Δούρου, σηματοδοτώντας ένα νέο κεφάλαιο τιμής και αναγνώρισης για την ιστορική αυτή κοινότητα.

    Διαβάστε παρακάτω το δελτίο Τύπου της 2ας Φεβρουαρίου 2018 του πρώην Αντιπεριφερείαρχη:

    Μετά από 120 χρόνια η Περιφέρεια Αττικής τιμά τους Συμιακούς σφουγγαράδες

    «[…]. Εύρομεν εκεί τους φιλοπάτριδας τους τιμίους Συμαίους. Δεν γνωρίζω τι επώνυμον να δώσω εις τον χαρακτήρα των, χαρακτήρα, δια τον οποίον και αυταπάρνησις και αφιλοκέρδεια και αυτοθυσία είναι λέξεις ανεπαρκείς και ωχραί. […]» (Απόσπασμα από το ημερολόγιο «Σελίδες» του Εμμανουήλ Λυκούδη)

    Με συντριπτική πλειοψηφία εγκρίθηκε χτες, κατά τη 4η Συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίου, η εισήγηση του Αντιπεριφερειάρχη Νήσων Παναγιώτη Χατζηπέρου που αφορά στην ανέγερση Μνημείου ΤΙΜΗΣ ΚΑΙ ΜΝΗΜΗΣ για τους Συμιακούς σφουγγαράδες. Ο συνολικός προϋπολογισμός του έργου ανέρχεται στις 74.400 € και χρηματοδοτείται από ίδιους πόρους της Περιφέρειας Αττικής. Την πρόταση του Αντιπεριφερειάρχη ενέκρινε εξαρχής η Περιφερειάρχης κ. Ρένα Δούρου.

    Σκοπός του έργου είναι η κατασκευή Μνημείου -με τη διενέργεια Καλλιτεχνικού Διαγωνισμού- ως απόδοση ΦΟΡΟΥ ΤΙΜΗΣ για τους Σφουγγαράδες από την Σύμη και την ανεκτίμητη συνεισφορά τους στην ανεύρεση, ανέλκυση και παράδοση των αρχαιολογικών ευρημάτων και του Μηχανισμού των Αντικυθήρων, ενός από τα σημαντικότερα αρχαιολογικά ευρήματα που αποτελεί την «Ακρόπολη της Τεχνολογίας», κατά τον Αντιπεριφερειάρχη.

    Ο Αντιπεριφερειάρχης Νήσων κ. Παναγιώτης Χατζηπέρος τόνισε ότι μετά από 120 χρόνια, ήρθε η ώρα  -έστω και καθυστερημένα- η Πολιτεία να τιμήσει τους Συμιακούς σφουγγαράδες, οι οποίοι με περισσή τόλμη και αυτοθυσία ανακάλυψαν και ανέσυραν από βάθους 56m τον αρχαιότερο γνωστό μηχανισμό, του σημαντικότερου και διασημότερου «ΤΥΧΕΡΟΥ» αρχαίου ναυαγίου στον κόσμο, του Ναυαγίου των Αντικυθήρων, υπό την καθοδήγηση του Καπετάνιου Δημήτρη Κοντού από τη Σύμη με τα δύο καΐκια του, το «Ευτέρπη» και το «Καλλιόπη».

    Κατά τη διάρκεια της ανέλκυσης ο Γεώργιος Κρητικός Νεοφώτιστος έχασε τη ζωή του και ακόμα δύο δύτες έμειναν παράλυτοι δια βίου.

    Η προσφορά των Δυτών αυτών στο Έθνος είναι διαχρονικά ανεκτίμητη αφού όχι μόνο ανέδειξαν τον μεγάλο αυτό αρχαιολογικό θησαυρό αλλά έθεσαν και την ίδια τους τη ζωή στην υπηρεσία της Πατρίδας αποτελώντας παράδειγμα ανιδιοτέλειας, εντιμότητας και προσφοράς στη Πατρίδα και τον Παγκόσμιο Πολιτισμό.

    Ο κ. Χατζηπέρος ΠΡΟΤΕΙΝΕ κλείνοντας, την ανέγερση ενός παρόμοιου μνημείου και στη γενέτειρα των σφουγγαράδων, στη Σύμη.

    Μετά από 120 χρόνια η Περιφέρεια Αττικής τιμά τους Συμιακούς σφουγγαράδες

  • Το Γυμνάσιο Κυθήρων. Από το όνειρο στην πράξη

    Το Γυμνάσιο Κυθήρων. Από το όνειρο στην πράξη

    Κατά τις δύο πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, το Ελληνικό Δημόσιο συντηρούσε Γυμνάσια μόνο στις πρωτεύουσες των νομών. Στις επαρχιακές πόλεις, τα Γυμνάσια λειτουργούσαν χάρη σε κληροδοτήματα και χορηγίες πλουσίων, καθιστώντας την ίδρυση Γυμνασίου στα Κύθηρα πολύ δύσκολη, σχεδόν αδύνατη. Μέχρι το 1920, οι μαθητές των Κυθήρων που ολοκλήρωναν το Δημοτικό Σχολείο φοιτούσαν είτε στη Βιτσαμάνειο Εμπορική Σχολή είτε στα Ελληνικά Σχολεία της Χώρας και του Ποταμού.

    Τον Ιούνιο του 1921, ο Πρόεδρος της Κοινότητας Κυθήρων, υπό την καθοδήγηση του Κυθηρίου πολιτικού Σπυρίδωνα Στάη, ο οποίος ήταν τότε Υπουργός Εσωτερικών, υπέβαλε αίτημα στο Υπουργείο Παιδείας για την ίδρυση Γυμνασίου στα Κύθηρα. Αρχικά, το Υπουργείο αντέδρασε αρνητικά, καθώς υπήρχε έλλειψη διδακτικού προσωπικού λόγω των στρατιωτικών επιχειρήσεων και ορισμένες μεγάλες επαρχίες της χώρας διεκδικούσαν επίσης την ίδρυση Γυμνασίων. Ωστόσο, το κύρος του Σπυρίδωνα Στάη και η επιμονή του απέβησαν καταλυτικά. Στις 6 Σεπτεμβρίου 1921, εκδόθηκε Βασιλικό Διάταγμα που προέβλεπε την ίδρυση Γυμνασίου στα Κύθηρα, με τον όρο ότι η Κοινότητα θα παραχωρούσε κτίριο και θα το εξόπλιζε με τα απαραίτητα έπιπλα και όργανα.

    Η Κοινότητα παραχώρησε οίκημα, το οποίο σήμερα στεγάζει το Αστυνομικό Τμήμα, ενώ το Βιτσαμάνειο Ίδρυμα προσέφερε θρανία και έπιπλα. Στις 18 Σεπτεμβρίου 1921, έγιναν τα εγκαίνια του Γυμνασίου σε μια αίθουσα του οικήματος. Η λειτουργία του ξεκίνησε με μία τάξη, ενώ τα επόμενα χρόνια προστέθηκαν σταδιακά οι υπόλοιπες. Το 1922 προστέθηκε η δευτέρα τάξη, το 1923 η τρίτη και το 1924 η τέταρτη, ολοκληρώνοντας έτσι το τετρατάξιο Γυμνάσιο.

    Το Μάιο του 1925, ο Γυμνασιάρχης Σπύρος Στάθης έλαβε άδεια να συστήσει ερανική επιτροπή για τη συγκέντρωση χρημάτων με στόχο την ανέγερση νέου κτιρίου. Ο Στάθης ταξίδεψε μέχρι την Αμερική και κατάφερε να συγκεντρώσει τα απαραίτητα κεφάλαια. Η νέα αυτή προσπάθεια υποστηρίχθηκε και από μεγάλους ευεργέτες, όπως ο Ευστάθιος Δηλαβέρης και ο Μιχαήλ Σεμιτέκολος. Στις 25 Οκτωβρίου 1931, εγκαινιάστηκε επίσημα το νέο κτίριο του Γυμνασίου Κυθήρων. Παράλληλα, με την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1929, το τετρατάξιο Γυμνάσιο μετατράπηκε σε εξατάξιο, ενώ το Ελληνικό Σχολείο της Χώρας καταργήθηκε και το Ελληνικό Σχολείο Ποταμού μετατράπηκε σε Ημιγυμνάσιο.

    Γυμνάσιο Κυθήρων

    Λίγο μετά τα εγκαίνια, τον Νοέμβριο του 1931, η κυβέρνηση αποφάσισε την κατάργηση του Γυμνασίου Κυθήρων, μαζί με άλλα 40 Γυμνάσια της χώρας. Ωστόσο, ο κυθηραϊκός λαός αντέδρασε με δυναμικά συλλαλητήρια, καταφέρνοντας να ακυρώσει την απόφαση και να διατηρήσει το Γυμνάσιο.

    Το Σεπτέμβριο του 1944, λίγο πριν την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων, το κτίριο του Γυμνασίου υπέστη σοβαρές ζημιές από βομβαρδισμό. Οι ζημιές αποκαταστάθηκαν σταδιακά, ενώ τα μαθήματα προσωρινά διεξάγονταν στο κτίριο που σήμερα στεγάζει την Εθνική Τράπεζα.

    Με την εκπαιδευτική αναδιάρθρωση που καθιέρωσε τριετές Γυμνάσιο και τριετές Λύκειο, το υφιστάμενο κτίριο κρίθηκε ανεπαρκές. Το 1999, προστέθηκε μια νέα πτέρυγα με επιπλέον αίθουσες και εργαστήρια, η οποία σήμερα στεγάζει το Γυμνάσιο, ενώ το Λύκειο χρησιμοποιεί το παλαιό κτίριο.

    Η ιστορία του Γυμνασίου Κυθήρων αποτελεί ζωντανή μαρτυρία της επιμονής και της αφοσίωσης της τοπικής κοινωνίας στην παιδεία, παρά τις δυσκολίες και τις αντιξοότητες.

  • 100 χρόνια σε 29 λεπτά: Το ντοκιμαντέρ του SDNA για τα ιστορικά γενέθλια της ΑΕΚ

    100 χρόνια σε 29 λεπτά: Το ντοκιμαντέρ του SDNA για τα ιστορικά γενέθλια της ΑΕΚ

    ΑΕΚ σημαίνει προσφυγιά και προσφυγιά σημαίνει ανείπωτος πόνος, αλλά και αστείρευτη δύναμη. Δύναμη για ζωή και δημιουργία. Τα 100 χρόνια ζωής της Αθλητικής Ένωσης Κωνσταντινουπόλεως δεν είναι απλώς μία γιορτή, είναι ένα πανανθρώπινο μήνυμα προς τους ανθρώπους που αναγκάζονται να ξεριζωθούν έως και σήμερα. Διότι τα πιο αισιόδοξα μηνύματα γεννιούνται μέσα από τον απόλυτο θρήνο…

    «Η μάνα έκρυψε το πρόσωπο στις χούφτες της κι έκλαιγε. Ύστερα σήκωσε απ’ την κούνια το μικρό, έφτιαξε έναν μπόγο και μόλις έγινε ησυχία, με πήρε και φύγαμε. Τοίχο με τοις, πόρτα με πόρτα, φτάσαμε με μύριες προφυλάξεις στην κρυψώνα του νεκροταφείου -φτιαγμένη για τέτοιες ώρες.

    Μόλις βρεθήκαμε στη μισοσκότεινη υγρή κατακόμβη, που είχε για είσοδο έναν οικογενειακό τάφο, είδαμε πολύν κόσμο γονατισμένο να προσεύχεται σιγανά. Κανείς δε μιλούσε, κανείς δεν ανάσαινε. Μας κάνανε λίγη θέση να σταθούμε. Το μωρό μας βογκούσε πονεμένα και σε λίγο άρχισε να κλαίει δυνατά. Η μάνα το κουνούσε, του δώσε να πιπίλα το άδεια στήθος της, του φιλούσε τα ματάκια, το μέτωπο, τα μαλλιά, το βάλε μάλλινο σάλι της στην κοιλίτσα του, του τρίβε τα ποδαράκια να ζεσταθούνε. «Σπλάχνο μου! Καρδούλα μου, παιδί μου!» του λεγε και κοιτούσε ολόγυρα τον εξαγριωμένο κόσμο σαν να ζητούσε βοήθεια. «Θα προδοθούμε  για ένα μωρό!», φωνάξανε μερικοί. «Αφιόνι, δεν έχει κανείς αφιόνι να το ποτίσουμε;» Ύστερα ακούστηκε μία βραχνή φωνή: «Πνίξτε το μωρέ! Πνίξτε το ογλήγορα! Τι περιμένετε;»

    Η μάνα πισωπατώντας τρομαγμένη πήγε και κόλλησε στον τοίχο. Τα μάτια τούρλωσαν έγιναν τρομερά. Έριξε το παιδί στο στήθος της, το σκέπασε με την κουβέρτα. Μα εκείνο σπαρταρούσε, κλοτσούσε, τσίριζα. Τότες… πολλά μαζί χέρια απλωθήκανε να τ’ αρπάξουνε. Μία γερόντισσα στα γλήγορα σκέπασε το κεφάλι του μ΄ ένα μαξιλάρι. «Σφίχτ’ το άμοιρη, είπε στη μάνα μου, σφίχ’ το δυνατά να μην ακούγεται το κλάμα. Πιο δυνατά. Ακόμα! Ακόμα! Ακόμα. Να… ε… έτσι!» Άπλωσε το δικό της χέρι στο παιδί κι όταν τ’ αποτράβηξε, το κλάμα του μωρού σταμάτησε για πάντα». (Απόσπασμα από το βιβλίο Ματωμένα Χώματα της αιδώς Σωτηρίου).

    Κάπως έτσι έφτασαν όσοι κατάφεραν να γλιτώσουν από τους Τούρκους. Σήμερα, τιμούμε τη μνήμη αυτών των ανθρώπων και γιορτάζουμε τον σύλλογο, που δημιούργησαν και μέσα από τον οποίο βρήκαν τη δύναμη, τα ψυχικά αποθέματα και την αλληλεγγύη για να ξαναστήσουν τις ζωές τους από την αρχή.

  • 80 χρόνια από την κατάληψη του γερμανικού φυλακίου στον Αυλέμονα

    80 χρόνια από την κατάληψη του γερμανικού φυλακίου στον Αυλέμονα

    Συμπληρώθηκαν φέτος, στις 17 Μαρτίου 2024 τα 80 χρόνια από την επιχείρηση του εφεδρικού ΕΛΑΣ να καταλάβει το γερμανικό φυλάκιο στον Αυλέμονα και να συλλάβει τους Γερμανούς στρατιώτες, οι οποίοι οδηγήθηκαν αργότερα απέναντι στην Πελοπόννησο. Στη μνήμη όλων αυτών που συμμετείχαν στην επιχείρηση αυτή, αναδημοσιεύουμε σήμερα το χρονικό.

    Το εφεδρικό ΕΛΑΣ Κυθήρων καταλαμβάνει το γερμανικό φυλάκιο στον Αυλέμονα στις 17 Μαρτίου 1944

    Στις 10 Ιανουαρίου του 1944 οι Γερμανοί κατακτητές εγκαταστήσανε ένα φυλάκιο στον Αυλέμονα. Σκοπός τους η ανέλκυση σημαντικής ποσότητας ιματισμού από το καταβυθισμένο, στις 10 Δεκεμβρίου 1943, πετρελαιοκίνητο γερμανικό πλοίο από αγγλικά βομβαρδιστικά. Πρέπει να αναφερθεί ότι από την ημέρα της καταβύθισης του πλοίου στον Αυλέμονα όλο το ενδιαφέρον των Κυθηρίων ήταν η διαρπαγή του φορτίου από το πλοίο. Το έργο ήταν σχετικά εύκολο, μια που το πλοίο είχε βυθιστεί σε βάθος 3-4 μέτρων.

    Με την εγκατάσταση των Γερμανών στο φυλάκιο του Αυλέμονα δημιουργήθηκαν δύο προβλήματα:
    α. η ύπαρξη του φυλακίου αποτελούσε εμπόδιο στη δράση των ανταρτών του ΕΛΑΣ γιατί δεν τους επέτρεπε την είσοδο από τον Αυλέμονα (μιλάμε για τους αντάρτες από το ΕΛΑΣ Λακωνίας) και
    β. στερούσε από τους κατοίκους σημαντικά είδη ρουχισμού, χρήσιμα για τη συντήρησή τους, αυτή τη δύσκολη περίοδο της κατοχής.

    Για τους λόγους αυτούς το γερμανικό φυλάκιο έπρεπε να εξουδετερωθεί. Η ηγεσία του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ Κυθήρων, αποτελούμενη κυρίως από τον Γιώργο Χλαμπέα / Γραμματέα του ΕΑΜ Κυθήρων, Σπύρο Ανδρόνικο / Γραμματέα του ΚΚΕ Κυθήρων (Έξω Δήμος), Παναγιώτη Ταμβάκη / Γραμματέα του ΕΑΜ Ποταμού, κατέστρωσε προσεκτικά το σχέδιο κατάληψης του φυλακίου.  Είναι χαρακτηριστικό ότι πριν την επιχείρηση έγινε λεπτομερής αναγνώριση του χώρου, μια φορά από τους Σπύρο Ανδρόνικο και Παναγιώτη Γεροντάκο και μια δεύτερη από τους Γιώργο Χλαμπέα και Παναγιώτη Ταμβάκη.

    Συγκεντρώθηκαν στον Ποταμό 15 καλά οπλισμένοι άνδρες, όλοι ντόπιοι Κυθήριοι. Πολιτικοί υπεύθυνοι της επιχείρησης ήταν ο Γιώργος Χλαμπέας (είχε το πρόσταγμα) και Παναγιώτης Ταμβάκης και καπετάνιος ήταν ο Γιάννης Φαρδούλης – Καλογρίδης.  Στην είσοδο του Αυλέμονα ο σύνδεσμος τους πληροφόρησε ότι οι Γερμανοί είχαν σκορπίσει στους γύρω χώρους κι έτσι η σύλληψή τους θα ήταν εύκολη. Η δύναμη των ανδρών χωρίστηκε σε ομάδες. Ο Γιώργος Χλαμπέας με τον Παναγιώτη Ταμβάκη μπήκαν στο χωριό από την κύρια είσοδο και κατευθύνθηκαν στο μέρος όπου υπήρχε το τηλέφωνο. Δεν υπήρχε κανείς, έτσι εύκολα αποσπάσανε το μοχλό και το εξουδετέρωσαν. Ο Θεοφάνης Κασιμάτης με τον Μανόλη Παυλάκη συλλάβανε το διοικητή του φυλακίου ενώ οι άλλες ομάδες συλλάβανε τους υπόλοιπους Γερμανούς και ένα Σέρβο δύτη, τον Βλαδίμηρο. Οι Γερμανοί ουδεμία αντίσταση προέβαλαν, γιατί η καλά οργανωμένη επιχείρηση τους αιφνιδίασε.

    Πρέπει να αναφερθεί ότι στο λιμάνι του Αυλέμονα υπήρχαν δύο μεγάλα μαυραγορίτικα καΐκια φορτωμένα με σιτάρι, φασόλια, πετσιά και άλλα τρόφιμα. Οι αιχμάλωτοι φορτώθηκαν στα καΐκια και μεταφέρθηκαν απέναντι. Ο πρίμος αέρας βοήθησε η μεταφορά να γίνει εύκολα. Ήταν σούρουπο της 17ης του Μάρτη 1944. Οι εφεδρικοί του ΕΛΑΣ γύρισαν στο νησί τις πρωινές ώρες της 18ης Μαρτίου. Συνέπειες για τους κατοίκους των Κυθήρων δεν υπήρξαν, γιατί οι Γερμανοί πίστεψαν ότι η όλη επιχείρηση έγινε από αντάρτες της Λακωνίας.


    Σημειώσεις:

    α) Είναι ιστορική δικαίωση που για πρώτη φορά, μετά από προσεκτική αναζήτηση, αναφέρονταν ονομαστικά όλοι όσοι έλαβαν μέρος στην επιχείρηση εξουδετέρωσης του Γερμανικού φυλακίου του Αυλέμονα. Αυτοί είναι οι: Γκιουζέλης Ιωάννης, Θεοδωρακάκης Αντώνης (Κιντής), Καλογρίδης Γιάννης, Κασιμάτης Θεοφάνης (Ατζάτος), Κατσούλης Παναγιώτης, Κομνηνός Μήτσος (Τσιγκλής), Παυλάκης Μανόλης, Σουρής Αντώνης, Ταμβάκης Παναγιώτης, Φατσέας Θεόδωρος, Φατσέας Μανόλης (Αντριογιάννης), Χατζίκος Απόστολος, Χλαμπέας Γιώργος, Χλέντζος Κοσμάς. Δυστυχώς λείπει ο 15ος. Παρ’ όλες τις προσπάθειές μου δεν κατάφερα να βρω το όνομά του.

    β) Πρέπει να ευχαριστήσω τους επιζώντες αγωνιστές που οι πολύτιμες πληροφορίες τους με εβοήθησαν να γράψω αυτό το άρθρο. Είναι ο ευγενικός και αξιαγάπητος Μανόλης Παυλάκης (Ποταμός), ο διαυγής και χαρισματικός Σπύρος Ανδρόνικος (Ποταμός) και ο λεβέντης Μήτσος Κομνηνός, που ζει τώρα στην Αυστραλία. Φυσικά, τα βιβλία του Γιώργου Χλαμπέα (Τα Κύθηρα στην Τετραετία 1941-44) και του Ιωάννη Π. Κασιμάτη (Από την Παλαιά και Σύγχρονη Κυθηραϊκή Ζωή) πάντα προσφέρονται για άντληση πληροφοριών.

    γ) Ο Γιώργος Χλαμπέας αναφέρει ότι οι συλληφθέντες κατά την επιχείρηση στον Αυλέμονα ήταν 7 Γερμανοί και 1 Σέρβος δύτης, ενώ ο Γ. Π. Κασιμάτης αναφέρει 4 Γερμανούς, 2 Ιταλούς και 1 Γιουγκοσλάβο δύτη. Νομίζω ότι πιο κοντά στην πραγματικότητα είναι η αναφορά του Γ. Χλαμπέα, μια που έλαβε μέρος ως επικεφαλής της επιχείρισης, ενώ ο Γ. Π. Κασιμάτης πληροφορήθηκε τα γεγονότα.

    δ) Η όλη επιχείρηση επιβεβαιώνει ότι στον Έξω Δήμο το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ ήταν και μαζικό και καλά οργανωμένο, σε αντίθεση με τον Έσω Δήμο, όπου η δύναμη του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ ήταν περιορισμένη, για λόγους που εξηγούνται αλλά δεν είναι του παρόντος.

    Μιχάλης Ορφανάκης

  • Ο δικός μου Δεκέμβρης

    Ο δικός μου Δεκέμβρης

    Η μάχη του Δεκέμβρη του 1944 κράτησε 33 μέρες. Συμμετείχα σε όλη τη διάρκειά τους, στην αρχή ως διμοιρίτης και από τη μάχη του Μακρυγιάννη έως το τέλος ως καπετάνιος του Πρώτου Λόχου τους Πρώτου Τάγματος στο Πρώτο Σύνταγμα του Εφεδρικού ΕΛΑΣ που είχε έδρα του στην Άνω Νέα Σμύρνη.

    Ο οπλισμός μας ήταν απλά τουφέκια, χειροβομβίδες και από 2-3 μυδράλια και όλμους σε κάθε διμοιρία. Η εκπαίδευσή μας ήταν στοιχειώδης και ουσιαστικά έγινε στη διάρκεια της Κατοχής και μέσα από τις συγκρούσεις μας με τους Γερμανούς και κυρίως τους ταγματασφαλίτες. Εκεί εφαρμόζουμε την τακτική του ανταρτοπόλεμου αποφεύγοντας τις μετωπικές αντιπαραθέσεις λόγω της συντριπτικής υπεροχής των αντιπάλων μας.
    Όμως στα Δεκεμβριανά είχαμε απέναντί μας στον Βρετανικό Στρατό, τους Ινδούς, τους Σχηρ, τους συνεργάτες των Γερμανών, χωροφύλακες και τους “Τσολιάδες”, εφοδιασμένους με εικοσαπλάσιο από εμάς εξοπλισμό, καλά εκπαιδευμένους και υποστηριζόμενους από τανκς, αεροπορία και τα κανόνια του αγγλικού στόλου από το Φάληρο. Δεν μπορώ να ξέρω ακριβώς πόσοι ήμαστε, όμως γενικά η δύναμή μας υπολογιζόταν σε 20.000 σε Αθήνα, Πειραιά και συνοικίες. Ο μόνιμος ΕΛΑΣ ουσιαστικά ήταν απών.

    Και όμως εμείς του Εφεδρικού ΕΛΑΣ δείξαμε ότι είχαμε τη δύναμη όχι μόνο να αντισταθούμε αλλά και να ρίξουμε τους Εγγλέζους στη θάλασσα τις πρώτες δέκα μέρες, εάν το Π.Γ. του ΚΚΕ δεν μας εμπόδιζε. Ο λόγος που δεν μας άφησαν ήταν ότι εξακολουθούσαν να θεωρούν τους Άγγλους συμμάχους και γι΄αυτό είχαμε τη ρητή εντολή να μην πυροβολούμε τους Άγγλους στρατιώτες έως τις 22 του μηνός, τη στιγμή που εκείνοι ξεκίνησαν από την αρχή των συγκρούσεων τις δικές τους επιθέσεις.

    Σ΄αυτές τις εντολές του Π.Γ. που έφταναν σε μας μέσω της αχτιδικής επιτροπής στην Καλλιθέα, ήμουν προσωπικά μάρτυρας, μιας και αποτελούσα συχνά το σύνδεσμο ανάμεσα στο Σύνταγμά μας και στην Καθοδήγηση της Αχτίδας, που βρισκόταν σε συνεχή επαφή με τα μέλη του Π.Γ. Τελικά πολεμούσαμε χωρίς να γνωρίζουμε ποιος είναι ο τελικός μας σκοπός με μόνη εντολή να προχωρήσουμε όσο γίνεται προς το κέντρο της πόλης, όπου είχε την έδρα της η Κυβέρνηση. Για όσους αιχμαλώτους πιάναμε, Έλληνες και Άγγλους, είχαμε την εντολή να τους αφήνουμε ελεύθερους, Και σε ότι αφορά τις σημαντικές πολιτικές, στρατιωτικές και οικονομικές προσωπικότητες που γνωρίζαμε ότι ανήκαν στο αντίπαλο στρατόπεδο, δεν υπήρχε καμία απολύτως απόφαση την τύχη τους. Και γενικά υπήρχε η εντύπωση ότι θα έπρεπε να τους αφήσουμε ήσυχους και ασφαλείς. Όπως και έγινε. Το γεγονός αυτό αποδεικνύει ότι δεν υπήρχε ούτε ίχνος ταξικού-ιδεολογικού αγώνα αλλά μια γενική και θολή αίσθηση ότι ο χαρακτήρας του αγώνα μας δεν ήταν στο βάθος παρά μια διαμαρτυρία και μια εκδίκηση για τα αθώα θύματα της 3ης και 4ης του Δεκέμβρη.

    Όσο για την προοπτική της κατάληψης της εξουσίας, δεν υπήρχε ούτε ίχνος σκέψης. Γιατί αν ήταν αυτός ο στόχος τους, γιατί θα κρατούσαν τον Άρη με τους δεκάδες χιλιάδες έμπειρους αντάρτες να ξύνουν αμήχανοι τα γένια τους εκατοντάδες χιλιόμετρα από την Αθήνα, ενώ εκεί υποτίθεται ότι θα κρινόταν η τύχη της Εξουσίας. Εμείς τα αμούστακα παιδάκια θα κρίναμε ένα τόσο σοβαρό πρόβλημα όπως είναι η κατάληψη της Εξουσίας.
    Ο μέσος όρος ηλικίας των παιδιών του Εφεδρικού ΕΛ.ΑΣ ήταν περίπου 20 ετών. Ο Συνταγματάρχης ήταν 25, ο Ταγματάρχης 23 και ο Λοχαγός όπως εγώ, 19! Οι σφαίρες μας ήταν μετρημένες, τα ρούχα μας κουρέλια, τα παπούτσια μας σκισμένα, το φαγητό μας στο τέλος ανύπαρκτο. Κρατούσαμε όμως μόνο από πείσμα, ενώ οι απώλειες μας σε νεκρούς και τραυματίες ξεπερνούσαν το 50% των δυνάμεων μας. Και επειδή ανέφερα τραυματίες οι περισσότεροι πέθαιναν ξαπλωμένοι στο χώμα αβοήθητοι, με τη βροχή και το χιόνι να σκεπάζουν τους βόγγους και τις πληγές τους.

    Όσοι πιανόταν, σκοτωνόταν επί τόπου. Στα σπίτια μέσα αποφεύγαμε να μπαίνουμε για να μην …ενοχλήσουμε. Οι πιο πολλοί στο λόχο μου ήμαστε τελειόφοιτοι γυμνασίου και φοιτητές. Είχαμε ιδανικά. Αγαπούσαμε τους ανθρώπους. Στη Νέα Σμύρνη πιάσαμε 200 αστυνομικούς, όλοι πήγαν στα σπίτια τους. Τον αστυνόμο της Ασφάλειας τον πήγα ό ίδιος στο δικό του. Μετά τέσσερα χρόνια όμως ήρθε ο ίδιος και με συνέλαβε στο σπίτι μου. Τέτοιοι ήμασταν εμείς. Ίσως βλάκες .. Πιθανόν, γιατί ζούσαμε με τη σκέψη μας σε μια διαφορετική Ελλάδα. Που όσοι τη ζήσαμε τότε, αλλά δυστυχώς επιζήσαμε, μετανιώνουμε κάθε στιγμή γι΄αυτό το κακό που μας βρήκε

    Στις συνοικίες που ελέγχαμε, γνωρίζαμε όπως είπα που κάθεται ο α και ο β σημαντικός πολιτικός, στρατιωτικός ή οικονομικός παράγοντας. Που ανήκει και ποιον ρόλο θα έπαιζε σε περίπτωση που θα βρισκόταν στη δική μας τη θέση. Και όμως δεν πειράξαμε ούτε μία τρίχα του κεφαλιού τους. Γιατί να το κάναμε άλλωστε; Μήπως το κόμμα μας είχε στόχο την κόκκινη εξουσία, όπως μας κατηγορούν, μέσα στην οποία οι πρώτοι που θα έπρεπε να εξοντωθούν βρισκόταν τότε κάτω από την απόλυτη κυριαρχία μας; Και φυσικά όταν οι κύριοι αυτοί απέκτησαν εξουσία και δύναμη κι εμείς βρεθήκαμε γυμνοί στα χέρια τους, μας πετσοκόψαμε για το ευχαριστώ Κι από πάνω μας γεμίσανε με λάσπη, ότι δήθεν ήμασταν σφαγείς ενώ απλούστατα ήμασταν ηλίθιοι γιατί εξακολουθούσαμε να πιστεύουμε μαζί με το κόμμα ότι η Μάχη του Δεκέμβρη δεν ήταν παρά μία παρένθεση και ότι θα ξαναβρίσκαμε με τον Παπανδρέου και τους Άγγλους χάρη στην εθνική ενότητα, ενώ σύμφωνα με το σχέδιο του Τσώρτσιλ είχαμε πέσει για τα καλά στη μεγάλη παγίδα που μας έστησε για να διαιρεθεί ο λαός μας οριστικά και να οδηγηθούμε στον αδελφοκτόνο πόλεμο.

    Ήμασταν ρομαντικοί, αφελείς και ανώριμοι, εύκολα και απλά παιχνιδάκια στα χέρια των ξεσκολισμένων αποικιοκρατών, όπως οι Άγγλοι διπλωμάτες, που διοικούσαν επί αιώνες τη μισή ανθρωπότητα. Και πολύ φοβάμαι ότι αυτό γίνεται και σήμερα, όπως χτες και προχτές για να μη φτάσουμε στο 21.

    Η μάχη του Δεκέμβρη με ατσάλωσε πρώτα απ΄όλα ως άνθρωπο, όπως κάθε πόλεμος στον οποίο αναγκάζεται κανείς να πάρει μέρος για να υπερασπίσει τα ιδανικά του. Κάθε στιγμή είχα τη βεβαιότητα ότι υπερασπίζομαι τον ελληνικό λαό στην συντριπτική του πλειοψηφία, πράγμα που διαπίστωνα στην πράξη, γιατί κυριολεκτικά εμείς οι μαχητές του ΕΛ.ΑΣ κολυμπούσαμε μέσα στην αγάπη του λαού.

    Άλλωστε, πως μπορέσαμε να αντέξουμε 33 ολόκληρες μέρες τους Βρετανούς, τα τανκς, τα αεροπλάνα, τους όλμους που μας τυλίγανε σε κάθε μάχη μέσα σε μια πύρινη κόλαση, αν δεν είχαμε τη φανατική συμπαράσταση του συνόλου του λαού μας, όπου κι αν βρισκόμαστε.
    Μου είναι αδύνατο να περιγράψω τις εκδηλώσεις αγάπης που δεχόμασταν, όχι μόνο στα φτωχόσπιτα και τις παράγκες αλλά και στα αστικά σπίτια, όπου όλοι ήταν πρόθυμοι να μας συμπαρασταθούν με κάθε τρόπο. Και αυτό ατσάλωνε το χαρακτήρα μου, τη θέλησή μου και την πίστη μου στον αληθινό ελληνικό λαό. Και γι΄αυτό άλλωστε από τότε αποφάσισα να του αφιερώσω τη ζωή μου και το έργο μου χωρίς ποτέ να παρεκκλίνω από το δρόμο που χάραξα. Όλα τα υπόλοιπα που υποχρεώθηκα να κάνω ήταν ασήμαντα μπροστά στον χαλύβδινο άξονα που δημιούργησε μέσα μου ό Μεγάλος Δεκέμβρης.

    Ήξερα όμως πως ο άξονας αυτός έβγαινε μέσα από την πεποίθησή μου ότι, ανάμεσα στο 1940 και στο 1945, γεννήθηκε ένας άλλος, καινούργιος διαφορετικός ελληνικός λαός, όπως τον είχα πλάσει μέσα στη φαντασία μου διαβάζοντας και ακούγοντας για τις κορυφαίες εποχές των Ελλήνων από την αρχαιότητα έως τους Βαλκανικούς πολέμους. Το ΕΑΜ ήταν για μένα μία τέτοια μεγάλη, μοναδική στιγμή με ένα λαό ελεύθερο και συγχρόνως επικίνδυνο για όσους είχαν πιστέψει – όπως οι Άγγλοι – ότι είχαν έως τότε να κάνουν με ανθρωπάκια που τρέμανε μπροστά στην εξουσία. Και για να μην πολυλογώ, όρμησα με το κεφάλι ψηλά μέσα στο καμίνι- από τα Δεκεμβριανά ως σήμερα- χτυπώντας με όσες δυνάμεις διέθετα τον ίδιο εχθρό που πολέμησα στον Μεγάλο Δεκέμβρη και που εξακολουθεί έως σήμερα να μας φοβάται και να μας υπολογίζει , γιατί αυτός μόνο ξέρει ότι αυτός ο γίγας λαός, που τόσο καλά γνώρισε στις μάχες του Δεκέμβρη, παραμένει ζωντανός, έτοιμος να ξαναδείξει το ωραίο του πρόσωπο στην πρώτη ευκαιρία που θα βρεθεί μπροστά τους.

    Μίκης Θεοδωράκης στα Δεκεμβριανά
    Ο 19χρονος Μίκης Θεοδωράκης στο συλλαλητήριο της πλατείας Συντάγματος κρατώντας μια Ελληνική σημαία βουτηγμένη στο αίμα, στις 3 Δεκεμβρίου του 1944.
    Πηγή: Θεοδωρακισμός
  • Το έπος του Γοργοποτάμου ~ Μηχανή του Χρόνου

    Το έπος του Γοργοποτάμου ~ Μηχανή του Χρόνου

    Πέρασαν 70 χρόνια, μπορεί στο πέρασμα του χρόνου οι μνήμες να ξεθωριάζουν ,οι πρωταγωνιστές να χάνονται αλλά τα μηνύματα τέτοιων ηρωικών δράσεων έχουν διαχρονικότητα και παραμένουν άφθαρτα και επίκαιρα.

    Λένε και έχει άπειρες φορές επιβεβαιωθεί, ότι οι Έλληνες έχουν στο DNAτους μια αρχέτυπη συμπεριφορά, δεν ανέχονται τους τυράννους, θέλουν έστω και φτωχοί και πεινασμένοι την ελευθερία τους και γιαυτή δίνουν και τη ζωή τους.

    Τούτος δε ο τόπος της ρουμελιώτικης γης, έχει την αγαθή τύχη μέσα από τις θυσίες του λαού της να βιώσει παγκόσμια ιστορικά γεγονότα αντίστασης.
    Θερμοπύλες, Γοργοπόταμος, Αλαμάνα.

    Φέτος μέσα σε συνθήκες βαθιάς κρίσης αλλά και επικαιροποιημένης ανάμνησης της συμπεριφοράς των άλλοτε κατακτητών μας με τη βαριά μπότα αφού κάτι κοινό υπάρχει ανάμεσα στο τότε και το σήμερα, τιμούμε και θυμόμαστε μέσα από την σπουδαία εκομπή του Χρήστου Βασιλόπουλου ”Μηχανή του Χρόνου”, την κορυφαία αντιστασιακή ενέργεια κατά του φασισμού, τη επέτειο της Ανατίναξης του Γοργοποτάμου.

  • Σαν σήμερα το 1453 η Άλωση της Κωνσταντινούπολης

    Σαν σήμερα το 1453 η Άλωση της Κωνσταντινούπολης

    Στις 29 Μαΐου 1453 η Κωνσταντινούπολη έπεσε στα χέρια των Οθωμανών μετά από σχεδόν 50 μέρες πολιορκίας.

    Ήδη η κραταιά κάποτε Βυζαντινή Αυτοκρατορία είχε αποδυναμωθεί από θρησκευτικές έριδες, εμφύλιες διαμάχες και την εμφάνιση πολλών και επικίνδυνων εχθρών στα σύνορά της. Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης ήλθε ως φυσικό αποτέλεσμα της αδιάκοπης επέκτασης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στην ευρύτερη περιοχή.

    Από τις αρχές του 1453 ο Μωάμεθ προετοιμαζόταν για την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης. Με έδρα την Αδριανούπολη συγκρότησε στρατό 150.000 ανδρών και ναυτικό 400 πλοίων. Ξεχώριζε το πυροβολικό του, που ήταν ό,τι πιο σύγχρονο για εκείνη την εποχή και ιδιαίτερα το τεράστιο πολιορκητικό κανόνι, που είχαν φτιάξει Σάξωνες τεχνίτες. Στις 7 Απριλίου, ο σουλτάνος έστησε τη σκηνή του μπροστά από την Πύλη του Αγίου Ρωμανού και κήρυξε επίσημα την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης.

    Ο αγώνας ήταν άνισος για τους Βυζαντινούς, που, όπως αναφέρει το sansimera, είχαν να αντιπαρατάξουν μόλις 7.000 άνδρες, οι 2.000 από τους οποίους μισθοφόροι, κυρίως Ενετοί και Γενουάτες, ενώ στην Πόλη είχαν απομείνει περίπου 50.000 κάτοικοι με προβλήματα επισιτισμού.

    Η τελική έφοδος των Οθωμανών έγινε το πρωί της 29ης Μαΐου 1453. Κατά χιλιάδες οι στρατιώτες του Μωάμεθ εφόρμησαν στη σχεδόν ανυπεράσπιστη πόλη και την κατέλαβαν μέσα σε λίγες ώρες.

    Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, που νωρίτερα απέκρουσε με υπερηφάνεια τις προτάσεις συνθηκολόγησης του Μωάμεθ, έπεσε ηρωικά μαχόμενος.

    Οι παράγοντες που οδήγησαν στην παρακμή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας
    Η παρακμή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, ήρθε, όπως αναφέρεται στο Byzantium των N. H. Baynes και H. Moss, με πολλούς τρόπους και για πολλούς λόγους. Κατ’ αρχάς, οι κοινωνίες, όπως και τα άτομα, γηράσκουν. Οι βυζαντινοί πλοιοκτήτες, οι έμποροι και οι βιομήχανοι, πιθανώς προσκολλημένοι παθητικά σε παλαιωμένες μεθόδους εργασίας, δεν μπόρεσαν να συναγωνιστούν τους νεότερους Ιταλούς ανταγωνιστές τους. Από την άλλη πλευρά, η βυζαντινή οικονομική οργάνωση ήταν κρατική και, κατά συνέπεια, γραφειοκρατική. Οι γραφειοκρατίες καταλαμβάνονται ακόμα πιο γρήγορα από την παρακμή απ’ ό,τι οι «κοινότητες».

    Από τον 11ο αιώνα η βυζαντινή διοίκηση δεν ήταν πλέον ικανή να προστατεύει τους μικροϊδιοκτήτες γης και η φορολογία, χαριστική (σε βαθμό διαρκώς αυξανόμενο) για τα μοναστήρια και την τάξη των ισχυρών, γινόταν εξ ανάγκης ολοένα και περισσότερο καταπιεστική για τις λαϊκές μάζες.

    Εντούτοις, όλες αυτές οι αιτίες παρακμής βάρυναν λιγότερο σε σύγκριση με τις πολιτικές ατυχίες, που (με ορισμένες περιόδους ανακοπής, ιδίως στην εποχή των τριών μεγάλων Κομνηνών αυτοκρατόρων) εξακολουθούσαν να σημειώνονται στην αυτοκρατορία μετά το θάνατο του Βασιλείου Β’.

    Ακολούθησαν οι πρώτες τρεις σταυροφορίες, οι οποίες, μεταξύ άλλων δυσάρεστων συνεπειών, επέφεραν τη μεταφορά του συριακού εμπορίου από την Κωνσταντινούπολη στην Ιταλία.

    Η κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους και ο διαμελισμός της αυτοκρατορίας επισφράγισαν τη μακρά σειρά των ατυχιών.

    Η τελευταία καταστροφή ήταν από οικονομικής πλευράς θανάσιμο πλήγμα για την αυτοκρατορία.

    Όσο η Κωνσταντινούπολη παρέμενε άθικτη, υπήρχε πάντα η δυνατότητα ανανεώσεως, ανάλογης με την ανανέωση που παρατηρήθηκε μετά τις μεγάλες αραβικές και βουλγαρικές επιδρομές, οι οποίες έλαβαν χώρα κατά την πρώτη περίοδο των Μέσων Χρόνων. Η Κωνσταντινούπολη ήταν η καρδιά της οικονομικής ζωής του κράτους. Εδώ ήταν συγκεντρωμένο το μεγαλύτερο μέρος του κινητού πλούτου και των κύριων κλάδων της βιομηχανίας και του εμπορίου. Εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενου λαού ζούσαν εντός των τειχών της. Απ’ όλα αυτά, ύστερα από μερικές ημέρες λεηλασίας, σφαγής και πυρπολήσεως, δεν έμεινε σχεδόν τίποτα.

  • «Είναι οι πρώτες γενιές μεταναστών Ελλήνων που έχτισαν την Αλεξάνδρεια»

    «Είναι οι πρώτες γενιές μεταναστών Ελλήνων που έχτισαν την Αλεξάνδρεια»

    Η Νεκρόπολη του Σάτμπυ (τέλη 4ου -3ος αι. π.Χ.) στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, ο αρχαιότερος σωζόμενος αρχαιολογικός χώρος της πόλης, «ξαναζωντανεύει» μετά από δεκαετίες χάρη στο πολυδιάστατο αρχαιολογικό πρόγραμμα Alexandrian Necropolis Project (2020-2023), που πραγματοποιήθηκε από την Αρχαιολογική Εταιρεία της Αλεξάνδρειας. Η ελληνιστική Νεκρόπολη του Σάτμπυ, μετά την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος, εγκαινιάζεται τη Δευτέρα 8 Μαΐου 2023, αποτελώντας εφεξής έναν νέο επισκέψιμο αρχαιολογικό χώρο της πόλης που υπήρξε κορυφαία μητρόπολη του ελληνιστικού κόσμου, διεθνές κέντρο των γραμμάτων και των επιστημών, ξακουστή για τη μεγαλοπρέπεια των κτηρίων της, όπως ο Φάρος και τα Βασιλικά Τετράγωνα.

    «Πρόκειται για τον αρχαιότερο χώρο στην Αλεξάνδρεια, βάσει των δεδομένων των κτερισμάτων, των νομισμάτων και της αρχιτεκτονικής. Χρονικά βρισκόμαστε στις πρώτες γενιές μεταναστών Ελλήνων στην Αλεξάνδρεια, είναι οι άνθρωποι που χτίζουν την πόλη. Δεν φέρουν καν τον όρο ‘πολίτης Αλεξάνδρειας’, είναι πραγματικά μετανάστες και φαίνεται στα τοπωνύμιά τους, μπορεί για λόγους συναισθηματικούς», δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Δρ Κυριάκος Σαββόπουλος, ερευνητής στο Κέντρο Μελέτης Αρχαίων Εγγράφων του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, που συνδιευθύνει τις ανασκαφές μαζί με τη δρα Μόνα Χαγκάγκ, καθηγήτρια του Πανεπιστημίου της Αλεξάνδρειας και πρόεδρο της Αρχαιολογικής Εταιρείας Αλεξάνδρειας, και τον καθηγητή Χουσεΐν Αμπντ Ελ Αζίζ.

    Και διευκρινίζει: «Η Νεκρόπολη του Σάτμπυ χρονολογείται στις απαρχές της αρχαίας Αλεξάνδρειας, γι’ αυτό και βρίσκεται τόσο κοντά στα τείχη της πόλης. Πρόκειται για ένα εντυπωσιακό σύμπλεγμα ταφικών μνημείων Ελλήνων Αλεξανδρινών με καταγωγή από τη Μακεδονία -επίσης από τη Θεσσαλία, την Κρήτη, την Κυρηναϊκή και τη Μικρά Ασία-, που θυμίζει Μακεδονία αλλά έχοντας πάρει μεγάλη απόσταση ως προς τη λειτουργία. Δηλαδή, υπάρχουν στιλιστικές ομοιότητες με μακεδονικούς τάφους, πλέον όμως, μιλάμε για τον Ελληνισμό της Αιγύπτου. Και αυτό είναι διακριτό από τόσο νωρίς».

    Του ζητήσαμε να μας εξηγήσει περαιτέρω. «Βρισκόμαστε στην εποχή που δημιουργούνται τα ελληνιστικά βασίλεια. Παντού κυκλοφορούν Έλληνες, υπάρχει συστηματική ανταλλαγή, ιδεών, πληθυσμού, στυλ, εμπορίου, οπλιτών, ό,τι μπορείτε να φανταστείτε! Είναι μια πολύ έντονη περίοδος. Όμως, η μεγάλη διαφορά είναι αλλού. Στη Νεκρόπολη έχουμε αυλές ανοιχτές. Δεν είναι οι κλειστοί τάφοι της Μακεδονίας που συνήθως αφορούν ένα άτομο ή μια ομάδα ανθρώπων. Το Σάτμπυ είναι ένας πολυσυλλεκτικός χώρος, που ουσιαστικά μιμείται την αρχιτεκτονική και τη δομή ενός σπιτιού: Έχει “ ανδρώνα”, δηλαδή δωμάτιο με ταφικές κλίνες τύπου συμποσίου που ήταν μόνο για άνδρες, “ θάλαμο κυριών” («γυναικείον») όπως το δωμάτιο με τους σκελετούς τεσσάρων γυναικών -το σκευοφυλάκιο που βρέθηκε από κάτω είχε κι αυτό οστά μόνο από γυναίκες. Θυμίζει κατά κάποιον τρόπο, δηλαδή, την κοινωνική ζωή ενός ελληνιστικού σπιτιού. Επίσης, υπάρχουν τοιχογραφίες με ψευδοπαράθυρα, κάποια μάλιστα μισοανοιγμένα, δίνοντας την εντύπωση του ουρανού στο βάθος! Δηλαδή υπονοείται ότι δεν πρόκειται για ένα “ κλειστό” ταφικό μνημείο, αλλά για έναν προσβάσιμο “ οίκο”, που έχει “ ζωή”. Και όλα αυτά συμβαίνουν σε χώρους όπου είχαν πρόσβαση οι ζωντανοί. Ο χώρος για τους νεκρούς ήταν ένα μικρό κελί, μια κόγχη, η οποία δεν φέρει καμία διακόσμηση στο εσωτερικό. Δηλαδή, ο τάφος στην Αλεξάνδρεια είναι κτήμα και των ζωντανών. Είναι μια καινούργια πόλη, όπου δημιουργούνται νέες ιεραρχίες, νέες κοινωνίες, νέες συνθήκες. Οι Αλεξανδρινοί επιδεικνύουν με αυτό τον τρόπο το νέο κοινωνικό τους στάτους, χτίζουν πάνω σε αυτό, χρησιμοποιώντας και τους τάφους», επισημαίνει ο αρχαιολόγος.

    Το νεκροταφείο εντοπίστηκε στις αρχές του 20ού αιώνα κατά τις συστηματικές ανασκαφές του Εβαρίστο Μπρέτσια, διευθυντή του Ελληνορωμαϊκού Μουσείου της Αλεξάνδρειας, αλλά η ανασκαφή δεν ολοκληρώθηκε. Έπειτα από εγκατάλειψη πολλών δεκαετιών, η αποστολή της Αρχαιολογικής Εταιρείας της Αλεξάνδρειας συνέχισε την ανασκαφή του Ιταλού αρχαιολόγου, στο πλαίσιο των εργασιών του Alexandrian Necropolis Project. «Ο Μπρέτσια υπήρξε κορυφαία μορφή της αιγυπτιακής αρχαιολογίας. Όταν όμως, έκανε την ανασκαφή στη Νεκρόπολη του Σάτμπυ, περίπου το 1904, ήταν πάρα πολύ νέος, μόλις 26 ετών. Κατάφερε να κάνει κάτι που να φαίνεται ωραίο, να διατηρήσει τον αρχαιολογικό χώρο που είναι ο αρχαιότερος στην Αλεξάνδρεια -είμαστε μάλλον στην παλαιότερη συστηματική ανασκαφή στην πόλη-, όμως δεν ολοκλήρωσε ποτέ την ανασκαφή, που έμεινε ένα ανοιχτό σκάμμα. Κανείς ως τώρα δεν είχε επαναλάβει την έρευνα στον χώρο, ο οποίος με τα χρόνια ξαναθάφτηκε από τις βροχές και το χώμα. Όταν ήρθαμε με τις αντλίες αφαιρέσαμε 5 μ. στρώμα, το μισό ήταν λάσπη. Και όταν φτάσαμε στο φυσικό πάτωμα, ξαφνικά εμφανίστηκαν κτερίσματα στη θέση τους από την εποχή των τελετών και όλη η πρόσοψη του τάφου με τα ψευδοπαράθυρα και τις “ πόρτες”. Δεν περιμέναμε ότι θα βγάζαμε τέτοια ευρήματα. Ήμασταν πολύ τυχεροί!», τονίζει ο ίδιος στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.

    Η Νεκρόπολη του Σάτμπυ, που το πρόγραμμα έσωσε κυριολεκτικά από την καταστροφή και τη λήθη (τα περισσότερα τουριστικά γραφεία δεν οργάνωναν επισκέψεις στον χώρο), αποτελείται από ένα μνημειακό υπόγειο πολυθάλαμο συγκρότημα γνωστό ως Υπόγειο Α, δύο μικρότερα αντίστοιχα συγκροτήματα (Υπόγεια Β και Γ) και μια έκταση καλυμμένη με υπέργεια μνημεία με τη μορφή βαθμιθωτών πύργων (κάποτε βάσεις επιτύμβιων στηλών ή βωμών πάνω από λακκοειδείς τάφους). «Είναι ένα μνημείο που ανήκει στην πρώτη κοινωνία Ελλήνων όπως διαμορφώνεται σταδιακά στην Αλεξάνδρεια -ένα κοινωνικό στρώμα που εκπροσωπεί πολύ παραπάνω από μια ομάδα συγκεκριμένης καταγωγής. Από τα κτερίσματα δεν φαίνεται να είναι ένα ιδιαίτερα πλούσιο στρώμα, να κατέχει δηλαδή προσωπική περιουσία, του τύπου ‘είμαι γαιοκτήμονας στο Φαγιούμ’ ή κάτι τέτοιο. Το ταφικό κτήριο που έχει 5 θαλάμους με ανάγλυφη διακόσμηση δείχνει ότι αυτό ήταν ένα πρότζεκτ. Δεν έγινε τυχαία. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι πρέπει να ανήκαν σε ένα σύστημα, το οποίο πήγαινε πέρα από την καταγωγή των πόλεων. Ακριβώς πίσω από το νεκροταφείο, βρίσκονται τα ελληνιστικά Βασιλικά Τετράγωνα. Εκεί, υπάρχουν πολλές δομές στις οποίες αυτοί οι άνθρωποι, όσο ζούσαν, θα μπορούσαν να προσφέρουν και να διαμένουν. Οπότε ακριβώς δίπλα, εκτός τειχών, τους έφτιαξαν και τους αντίστοιχους τάφους. Είναι πολύ προνομιακό το σημείο -το βλέπεις από το ‘μπαλκόνι’ των Βασιλικών Τετραγώνων, που λέει ο λόγος, τόσο κοντά είμαστε», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.

    Θα μπορούσε -τον ρωτήσαμε – αυτοί οι άνθρωποι να είχαν σχέση με τους Πτολεμαίους; «Στο στρώμα επιφάνειας που έχουμε τις ατομικές ταφές, οι οποίες είναι οι πιο παλιές και κάπως διάσπαρτες, βρήκαμε νομίσματα από την εποχή της σατραπείας του Πτολεμαίου, που ξεκινά το 323 π.Χ., αμέσως μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Πιο κάτω, στον υπόγειο χώρο, που είναι πιο οργανωμένος, εντοπίστηκαν νομίσματα με τον Πτολεμαίο Α’ -υπάρχει δηλαδή βασιλιάς και συλλογική δομή. Θα μπορούσαμε να εικάσουμε με τη βοήθεια της φαντασίας ότι μια από τις νεκρές γυναίκες θα μπορούσε να ήταν μια “ κυρία” της βασιλικής αυλής ή ο έφιππος στρατιωτικός -όπως απεικονίζεται ένας από τους νεκρούς σε τοιχογραφία- να ανήκει στη βασιλική φρουρά (με την ευρύτερη έννοια). Ταυτίσεις φυσικά καθαρά θεωρητικές, δεν θα μπορούσαμε να απονείμουμε εμείς τίτλους και αξιώματα, χωρίς να έχουμε επαρκή τεκμήρια. Πάντως, χρονικά είμαστε τόσο νωρίς, που τα πάντα είναι ακόμα εν εξελίξει. Και με τις νέες ανακαλύψεις που έχουμε κάνει είμαστε υποχρεωμένοι να πάμε πίσω 10-15 χρόνια από ό,τι αρχικά χρονολογούνταν το μνημείο. Κινούμαστε, δηλαδή, την εποχή που ο Πτολεμαίος είπε ερχόμαστε εδώ, τέλος! Και θα μείνουμε εδώ, ό,τι είναι να γίνει ας γίνει. Κάπως έτσι εικάζουμε ότι έγιναν τα πράγματα», μας απαντά.

    Οι ανασκαφές έδωσαν μια ολοκληρωμένη εικόνα του Υπογείου Α, εντοπίζοντας μεταξύ άλλων την αρχαία νότια πρόσοψή του, σκελετούς και αντικείμενα σε καλή κατάσταση. Επίσης, άφθονα κινητά ευρήματα , όπως γλυπτά, νομίσματα, γυάλινα αντικείμενα και κεραμική, ιδιαίτερα υδρίες τύπου Hadra, χαρακτηριστικές της αλεξανδρινής νεκρόπολης. «Όταν φτάσαμε στο φυσικό πάτωμα του χώρου, ανακαλύψαμε κάτι που δεν είχαμε ξανασυναντήσει στην Αλεξάνδρεια, ότι δηλαδή έφτιαχναν σκευοφυλάκια κάτω από τους νεκρούς. Με αυτά τα ευρήματα πάμε, όπως σας είπα, πίσω περίπου 10-15 χρόνια. Επίσης, έχουμε βρει απεικονίσεις των νεκρών αυτών, όχι όλων. Κάποιοι κάνουν ψευδόπορτα μπροστά από την κόγχη κι άλλοι τη μορφή τους. Έχουμε πολλούς στρατιωτικούς, κάποιοι έφιπποι. Τους αρέσει να απεικονίζονται ‘σε δράση’ πάνω στο άλογο», λέει με έμφαση στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.

    Το Alexandrian Necropolis Project υλοποιήθηκε από την Αρχαιολογική Εταιρεία της Αλεξάνδρειας, τον ιστορικό αρχαιολογικό σύλλογο της πόλης που ιδρύθηκε το 1893 και ο οποίος, ειδικά τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του, είχε στενή σχέση με σπουδαίους Έλληνες Αλεξανδρινούς, όπως ο Αμβρόσιος Ράλλης και ο Γεώργιος Γούσιος, πρώτος πρόεδρος και πρώτος Γενικός Γραμματέας της αντίστοιχα, ή τα μέλη της Σερ Τζον Αντωνιάδης, Εμμανουήλ Μπενάκης, Μιχαήλ Σαλβάγος, Ευστάθιος Γλυμενόπουλος και Μικές Συναδινός. «Είναι η πρώτη ανασκαφή που κάνει η Αρχαιολογική Εταιρεία Αλεξάνδρειας μετά από 85 χρόνια», επισημαίνει ο συνομιλητής του ΑΠΕ-ΜΠΕ για τη δραστήρια Εταιρεία, που επιστρέφει δυναμικά στην ανασκαφική έρευνα. Στο πρόγραμμα, που πραγματοποιήθηκε με την αποκλειστική χορηγία του Ιδρύματος Α.Γ. Λεβέντη, συμμετέχουν επίσης το Ινστιτούτο Κύπρου (Andreas Pittas Digital Lab) στον τομέα της ψηφιακής αποτύπωσης του χώρου και το Πανεπιστήμιο Αθηνών στον τομέα της έρευνας.

    ΣΣ. Οι φωτογραφίες ανήκουν στην Αρχαιολογική Εταιρεία της Αλεξάνδρειας και δόθηκαν από τον συνομιλητή του ΑΠΕ-ΜΠΕ για δημοσίευση.
    Ελένη Μάρκου

  • Νέα μόδα το Airbnb στην Ελλάδα; Όχι βέβαια

    Νέα μόδα το Airbnb στην Ελλάδα; Όχι βέβαια

    Της Τόνιας Α. Μανιατέα

    «… Επί της εξωθύρας ελεύκαζε κολλημένον ως έμπλαστρον μέγα έντυπον ενοικιαστήριον…».

    Σε ένα από τα πεζά του (δημοσιευμένα στην εφημερίδα «Εστία», στις αρχές του 20ου αι.) υπό τον τίτλο «Δεν ενοικιάζεται», ο Γεώργιος Δροσίνης με τη συγγραφική του μαστοριά διηγείται έναν υποφώσκοντα έρωτα, που αναθερμαίνεται. Ο νεαρός πρωταγωνιστής ύστερα από χρόνια απουσίας από την Αθήνα, επιστρέφει, αναζητεί δωμάτιο προς ενοικίαση και πίσω από το ενοικιαστήριο, που φαντάζει ως «μέγα έμπλαστρο», κολλημένο σε κάποια αυλόπορτα της οδού Ακαδημίας, ανακαλύπτει με έκπληξη ότι δεν βρίσκεται μία οποιαδήποτε σπιτονοικοκυρά, αλλά η παλιά αλησμόνητη αγάπη του.

    Είναι και ο Δροσίνης εκπρόσωπος μίας ευλογημένης γενιάς λογοτεχνών, που έρχεται από τη δύση του προηγούμενου αιώνα και τις πρώτες ακτίνες του 20ου, κομίζοντας πολύτιμες πληροφορίες για τα ήθη, τις συνήθειες, τις κοινωνικές σχέσεις, την καθημερινότητα εποχών, που θα φύγουν. Με το έργο τους, Θεοτοκάς, Μυριβήλης, Καστανάκης, Πολίτης, Καραγάτσης, Τερζάκης και τόσοι άλλοι, ειδικά αυτής της γενιάς, θα βιώσουν την μετάλλαξη της ελληνικής κοινωνίας, που θα συντελεστεί στη μετάβασή της από τον αιώνα της υποδούλωσης στον επόμενο, της ανεξαρτησίας. Θα τοποθετήσουν τους ήρωές τους σε φυσικούς χώρους, θα τους «φωτογραφήσουν», θα γίνουν οι χρονικογράφοι της εποχής τους και με τη σπουδαία πένα τους θα φτιάξουν μία βάση πληροφοριών, παρακαταθήκη για το μέλλον. Πολλοί από αυτούς θα έρθουν από τον τόπο τους στην Αθήνα, θα σπουδάσουν, θα μείνουν σε νοικιασμένα δωμάτια της συμφοράς και μέσα σ΄ αυτά θα δημιουργήσουν πολιτισμό.

    Στη δεκαετία του 1940 η Ελλάδα βιώνει συγκυρία κατά την οποία δεν προλαβαίνει να γιατρέψει τις πληγές που έχουν ανοίξει ο εκτοπισμός των πληθυσμών της από τη Μικρασία, οι συχνές εναλλαγές κυβερνήσεων, τα στρατιωτικά πραξικοπήματα, η πολιτική αστάθεια, μία δικτατορία… Η Αθήνα είναι πρωτεύουσα στις συμπληγάδες ενός αυξανόμενου πληθυσμιακού ρυθμού και ενός περιορισμένου αριθμού καταλυμάτων που αδυνατούν να τον εξυπηρετήσουν.

    Το 1928, ο πληθυσμός της χώρας αριθμούσε 6.204.684 ανθρώπους εκ των οποίων 392.781 ζούσαν στην πρωτεύουσα. Μέσα σε οκτώ χρόνια, οι κάτοικοι της πόλης είχαν αυξηθεί κατά 100.000 και πλέον (το 1920, στην Αθήνα κατοικούσαν 292.991 επί συνολικού πληθυσμού 5.536.375)! Διόλου περίεργο με το κύμα προσφύγων που είχε συρρεύσει μετά τη μικρασιατική τραγωδία, αλλά και με την αστυφιλία, που είχε ήδη αρχίσει να φαίνεται. Η απογραφή του ΄40 δείχνει στην Αθήνα μόνιμο πληθυσμό 487.045 κατοίκων, αλλά η ανοικοδόμηση είναι υπόθεση δαπανηρή για τα χαμηλά κοινωνικά στρώματα και οι εποχές δεν ευνοούν. Κάτι προσφυγικές κατοικίες είναι τα τελευταία δείγματα οικοδομικής δραστηριότητας στα αστικά κέντρα.

    Τα κόστη των ξενοδοχείων είναι υψηλά και σίγουρα δεν προσφέρονται για μακριά διαμονή. Αλλά για τη στέγαση επαρχιωτών και ξένων χαμηλού εισοδήματος στην πρωτεύουσα υπάρχουν διαθέσιμα κάποια σκόρπια δωμάτια. Αρκετοί ιδιοκτήτες χαμόσπιτων, στην προοπτική ενός συμπληρωματικού (καμμία φορά και μοναδικού) μηνιαίου εισοδήματος, επιλέγουν να στριμωχτούν οικογενειακώς στο ένα ή το πολύ στα δύο δωμάτια του σπιτιού τους και να νοικιάσουν το τρίτο. Τα έσοδα είναι καθαρά, αποδείξεις δεν υπάρχουν και ασφαλώς ούτε δεσμεύσεις έναντι του κράτους, το οποίο άλλωστε, καθώς δεν έχει οικιστική πολιτική να εφαρμόσει για να υπηρετήσει τις ανάγκες τού διαρκώς αυξανόμενου πληθυσμού, καλύπτει με αυτόν τον τρόπο την ανεπάρκειά του και κάνει τα στραβά μάτια. Ως εκ τούτου, εξυπηρετεί τους πάντες και δεν ενοχλεί κανέναν… Η χώρα, έτσι κι αλλιώς, έναν αιώνα τώρα είναι απόλυτα εξοικειωμένη με το Airbnb.

    AIRBNB; ΠΑΛΙΑ … ΓΛΥΚΑ ΣΤΑΦΥΛΙΑ

    Το 1834, όταν η Αθήνα κηρύχθηκε πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους, αριθμούσε 1.560 σπίτια και 7.000 κατοίκους, εκ των οποίων κάποιοι, μη έχοντας τόπο διαμονής κατέλυαν σε μισογκρεμισμένα οικήματα, τα οποία σιγά σιγά ξανάχτιζαν. Η Ελλάδα, τέως οθωμανική κτίση, δεν είχε να προσφέρει άλλο από κάμποσα δείγματα του μακρινού λαμπρού αρχαίου παρελθόντος της και περισσότερα απομεινάρια του ζοφερού πρόσφατου, ανάμεσα στα οποία αρκετά χάνια σε ολόκληρη την τότε ελληνική επικράτεια, που αποτελούσαν τη μόνη λύση για ταξιδιώτες που αναζητούσαν κατάλυμα. Ο Γάλλος ακαδημαϊκός και δημοσιογράφος Εντμόντ Αμπού, επισκέπτης της Αθήνας τα χρόνια εκείνα, αποκαλούσε τα χάνια της πόλης «πανδοχεία», όπου μάλιστα αργότερα θα φιλοξενηθούν αρκετοί υπουργοί των πρώτων κυβερνήσεων αντί «οικονομικού αντιτίμου».

    Αλλά, βεβαίως, άλλο η κλίνη για ολιγοήμερη διαμονή, όπου για την ώρα υπάρχει μία σχετική επάρκεια, και άλλο η στέγη για μακροχρόνια, στην οποία η πρωτεύουσα εμφανώς χωλαίνει. Το έλλειμμα γίνεται εντονότερο όταν από τη δεκαετία του 1850 κι έπειτα, αναπτύσσεται ένα εντυπωσιακό κύμα έλευσης ταξιδιωτών από τη δυτική Ευρώπη, διπλωματών των μεγάλων δυνάμεων, υποτρόφων ξένων αρχαιολογικών σχολών και απλών αρχαιολατρών, που ονειρεύονται μία δια ζώσης γνωριμία με τον τόπο του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη. Επιδιώκουν να δουν την ελληνική ύπαιθρο, πρωτίστως όμως την Αθήνα, την περίφημη Ακρόπολη, τον ναό του Ηφαίστου και τόσα άλλα θαύματα, που έχουν συναντήσει στα διαβάσματά τους. Συνήθως, η παραμονή τους στην Ελλάδα είναι μακρά, όπως άλλωστε και το ταξίδι τους για να φτάσουν ίσαμε δω. Πριν έρθουν γνώριζαν ότι υποδομή για μακροχρόνια φιλοξενία δεν υπάρχει στην προσφάτως απελευθερωμένη χώρα. Στην Αθήνα, όπου εντέλει καταλύουν οι περιηγητές, καταφέρνουν συνήθως να εξασφαλίσουν μία κλίνη στα χάνια της πόλης και σε δύο – τρία διώροφα σπίτια, που έχουν βαφτιστεί ξενοδοχεία. Οι διπλωμάτες φιλοξενούνται κατά κανόνα σε κατοικίες άλλων Ευρωπαίων επιτετραμμένων, σε επικεφαλής ανασκαφικών αποστολών ή και σε αρχοντικά -συχνότατα επί πληρωμή- αριστοκρατικών οικογενειών. Στα σπίτια αυτά απολαμβάνουν απλόχερα την ελληνική φιλοξενία συγχρωτιζόμενοι με τους σπιτονοικοκύρηδες. Ενίοτε βρίσκουν τον έρωτα της ζωής τους στα πρόσωπα των θυγατέρων τους. Οι Δημήτρης Καμπούρογλου και Θεόδωρος Φιλαδελφεύς στα μνημειώδη έργα τους για την ιστορία των Αθηνών καταγράφουν ουκ ολίγες περιπτώσεις ξένων επισκεπτών, που κάπως έτσι γνώρισαν και παντρεύτηκαν ελληνοπούλες και έμειναν στην Ελλάδα, συνθήκη στην οποία προφανώς προσέβλεπαν και οι κυράδες των σπιτιών, που επιθυμούσαν να αποκαταστήσουν τις κόρες τους με τον νοικάρη-κελεπούρι…

    «Περνούμε εδώ άτακτη ζωή. Το παιχνίδισμα βρίσκεται στην ακμή του. Η γρηά, η μητέρα της Τερέζας, είναι αρκετά ανόητη ώστε να φαντάζεται ότι θα έπαιρνα δια νόμιμη σύζυγό μου την κόρην της…» θα γράψει στον φίλο του Χόμπχαουζ στην Αγγλία, σε μία καθόλου… κολακευτική εκδήλωση του ρομαντισμού του ο ποιητής λόρδος Βύρων, από το σπίτι της οικογένειας Μακρή στην Αθήνα, όπου φιλοξενείται και όπου ναι μεν έχει ερωτοχτυπηθεί με τη 13χρονη κόρη των ιδιοκτητών, πλην όμως -καθώς δηλώνει- δεν προτίθεται να αποκαταστήσει. Παρά ταύτα, ο Άγγλος ερωτιδεύς θα συνθέσει για χάρη της νεαρής Ελληνίδας το περίφημο ποίημα «Κόρη των Αθηνών»…

    Κάπως έτσι, λοιπόν, η Ελλάδα εγκαινιάζει από τον 19ο αι. ακόμα το Airbnb, διαμορφώνοντας νέες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες. Αυτή την εποχή, το ημερήσιο αντίτιμο της διαμονής στο δωμάτιο ενός αρχοντικού δεν ισοφαρίζει μόνον το κόστος της φιλοξενίας σε βρώση, πόση και καθαριότητα, που παρέχει ο ιδιοκτήτης. Αντιπροσωπεύει και την οικονομική επιφάνεια του ενοικιαστή. Για την ακρίβεια, η πληρωμή της διαμονής είναι πρωτίστως θέμα prestige, που πολύ βολικά προσφέρει κι ένα έσοδο στον σπιτονοικοκύρη. Άλλωστε, για την ταλαιπωρημένη Ελλάδα κάθε έσοδο είναι αποδεκτό. Άσε που δεν έχει δημιουργηθεί ακόμη εφορία…

    «…Εξ – επτά δωμάτια χαμόγεια, εις γραμμήν, όλα παμπάλαια, τρώγλαι, άλλα χωρίς παράθυρα, όλα σχεδόν με σαθρούς τους τοίχους… Υπήρχον δύο η τρεις μπεκιάρηδες, μία οικογένεια με πέντε ή εξ παιδιά, μια νέα ζωντοχήρα, Κατερινιώ η Πολίτισσα, ξενοδουλεύουσα, ζώσα κατά το φαινόμενον ολομόναχη· και το μέσα δωμάτιον εις τον μυχόν της αυλής, κατείχεν η σπιτονοικοκυρά κυρα-Γιάνναινα, χήρα με την κόρην της, την Δημητρούλαν…» – Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης

    Ο «άγιος των ελληνικών γραμμάτων» στο διήγημά του «Ο γείτονας με το λαγούτο» περιγράφει το ανήλιαγο δωμάτιό του σε μία αυλή της οδού Αριστοφάνους, στου Ψυρρή. «Η στέγη του μικρού δωματίου απετελείτο από το πρώτον πάτωμα της επάνω οικίας κατεχομένης από αξιωματικούς, φοιτητάς κλπ. και μέρος από λιθόστρωτον δώμα ή μάλλον τον υψηλόν κτιστόν διάδρομον, δι ου εισέρχετό τις εις την αυλήν», λέει. Είναι εδώ, σε αυτό το ενοικιαζόμενο δωμάτιο, που γράφει τη «Γυφτοπούλα» του.

    Δεν έχει βγει ακόμη ο 19ος αι. Βαδίζει στα τέλη του. Ψυρρή και Νεάπολη (Εξάρχεια) είναι γειτονιές, που συγκεντρώνουν τους νέους επήλυδες. Ο Παπαδιαμάντης βρίσκει την έμπνευσή του στην πρώτη. Ο Παλαμάς, πάλι, προτιμά τη δεύτερη. Στο «Σκόρπια φύλλα της ζωής μου» ο Δροσίνης αποκαλύπτει ότι ένα από τα επαρχιωτάκια που έρχονται στη δύση του 19ου αι. στην Αθήνα είναι και ο Κωστής Παλαμάς, ο οποίος πιάνει ένα δωμάτιο σε σπίτι της Σόλωνος, ακριβώς πίσω από το Δημοτικό Νοσοκομείο (το σημερινό πνευματικό κέντρο του δήμου Αθηναίων). «Το σπίτι αυτό ήτον παμπάλαιο, δίπατο, με μεγάλη αυλή και μία στενή ξύλινη σκάλα, που πήγαινε στο απάνω πάτωμα. Κάτω κατοικούσεν η νοικοκυρά με τις δύο κόρες της κ΄ ενοίκιαζε το απάνω σε φοιτητάς, που τους βολούσε γιατί είχαν κοντά το πανεπιστήμιο. Το απάνω χωρίζουνταν σε δύο μεγαλούτσικες κάμαρες: από τη μία περνούσαν στην άλλη. Στην κάθε κάμαρα δύο παλιά σιδερένια κρεβάτια με στρώματα αχυρένια κ΄ ένα μαξιλάρι κόκκινο χωρίς μαξιλαροθήκη. Σεντόνια και σκεπάσματα τα φέρναν όποιος νοίκιαζε την κάμαρα…» περιγράφει λεπτομερώς ο Δροσίνης, μη παραλείποντας να αναφερθεί στους έρωτες των θυγατέρων της νοικοκυράς με τους νοικάρηδες, με τους οποίους -όπως λέει- «έκαναν συχνά εκδρομές στον καταπράσινο και γεμάτον πεύκα Λυκαβηττό», όπου αρκετοί φοιτητές ανέβαιναν ν΄ ανάψουν κερί στον Άη Γιώργη «να τους παρασταθεί στις εξετάσεις»…

    Η… ΕΙΔΥΛΛΙΑΚΗ ΣΧΕΣΗ ΝΟΙΚΑΡΗ ΚΑΙ ΣΠΙΤΟΝΟΙΚΟΚΥΡΑΣ…

    Το Airbnb θα «τρέξει» ανά τους χρόνους, θα οργανωθεί, θα καθιερωθεί και έως τα μέσα του 20ου αι., που η ενοικίαση δωματίων -στη αρχή με τη μέρα κι ύστερα με τον μήνα- θα κάνει θραύση, η εφορία θα απέχει. Ωστόσο, η κοινωνική προσφορά του θα μείνει και θα επεκταθεί πέρα κι από γνωριμίες και παντρολογήματα… Ο δημόσιος υπάλληλος, που θα μετατεθεί μακριά από τον τόπο του, ο στρατιωτικός, που θα κληθεί να υπηρετήσει σε άλλη πόλη, ο τυχοδιώκτης, που θα αναζητήσει την ευκαιρία της ζωής του, ο φοιτητής, που θα αποχωριστεί τη φροντίδα της μάνας του για να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα. Αλλά και ο άνθρωπος της τέχνης και ο μοναχικός ή και ο άλλος, ο πνευματικός άνθρωπος.

    Για το γύρισμα του αιώνα και στο πρώτο μισό του 20ου, οι χρονικογράφοι μεταφέρουν εικόνα που μέσα σε όλες τις στερήσεις της εποχής, σήμερα στο θορυβώδες και ρυπογόνο περιβάλλον της πόλης φαντάζει ειδυλλιακή… «Οι πολυκατοικίες μετριόντουσαν σε κάθε γειτονιά στα δάχτυλα. Τα πιο πολλά σπίτια ήταν μονώροφα και διώροφα. Είχαν τις αυλές τους με τις κληματαριές και τις γαζίες… Οι δρόμοι δεν ήταν όλοι ασφαλτοστρωμένοι. Υπήρχαν παντού ανοίγματα, ελεύθεροι χώροι» περιγράφει ο Γιάννης Καιροφύλας.

    «Μερικές φορές στην ίδια αυλή συγκατοικούσαν δύο ή και περισσότερες οικογένειες με κοινόχρηστο αποχωρητήριο» συμπληρώνει στη δική της περιγραφή η Ζωή Ρωπαΐτου-Τσαπαρέλη.

    Σε αυτά τα σπίτια με τις αυλές και τις γαζίες θα βρει κανείς νεοφερμένες οικογένειες από την περιφέρεια και νέους, αν και, από αυτούς τους τελευταίους οι περισσότεροι, φοιτητές γαρ, προτιμούν σταθερά τα δωμάτια στην καρδιά της Αθήνας, σε κοντινή απόσταση από το πανεπιστήμιο. Κάθε αυλή διαθέτει και από τουλάχιστον ένα δωμάτιο. Για να δώσει… μπόι στο αντίτιμο, συνήθως είναι φρεσκο-ασβεστωμένο. Διαθέτει ένα μονό κρεβάτι, μία μονή ντουλάπα κι ένα τραπέζι με μία καρέκλα. Νερό από λαβομάνο τον χειμώνα και τη βρύση της αυλής το καλοκαίρι. Όσο για τουαλέτα, στην κοινόχρηστη του εξωτερικού χώρου. Η τιμή τη δεκαετία του ΄50 χονδρικά φτάνει τις 10 δραχμές ημερησίως, ανάλογα με τις ανέσεις.

     

    Σαν πρωτεύουσα, σαν το μεγάλο αστικό κέντρο της χώρας, η Αθήνα των δεκαετιών του ΄50 και του ΄60 (ο πληθυσμός της έχει ξεπεράσει το μισό εκατομμύριο) είναι τόπος πλούσιας ζήτησης και ακόμη πλουσιότερης προσφοράς. Τα καλοκαμωμένα προσφυγόσπιτα έχουν πληθύνει. Τα χτίζουν με δικό τους κουμάντο οι Μικρασιάτες που έχουν πια ριζώσει και προκόψει. Η χώρα έχει επουλώσει όπως όπως τις πληγές του εμφυλίου και μπαίνει σε νέα περπατησιά, που της ανοίγει άλλους ορίζοντες. Η έως τώρα βαλτωμένη οικιστική της ανάπτυξη, ξεκολλάει, αλλά τα ενοικιαστήρια – «έμπλαστρα» θα αργήσουν πολύ να ξεκολλήσουν από τις αυλόπορτες.

    Ο ελληνικός κινηματογράφος των δεκαετιών ΄40, ΄50, ΄60 είναι ρεαλιστικός. Δουλεύει με φυσικούς χώρους. Καταφέρνει να δώσει μία ικανοποιητική εικόνα του τρόπου και των συνθηκών ζωής. «Διαβάζοντας» κανείς προσεκτικά τις παραγωγές του, αντλεί στοιχεία για νοοτροπίες, ιδεολογίες, συνήθειες, γενικά κοινωνιολογικά δεδομένα (δυσεύρετα σε άλλες πηγές), που συμβάλλουν σημαντικά στη σύνθεση μίας ολοκληρωμένης εικόνας εκείνων των εποχών.

    Το ΄48, ο Αλέκος Σακελλάριος «ξαναζωντανεύει» στην αυλή των ηρώων του τον εφιάλτη της γερμανικής κατοχής («Οι Γερμανοί ξανάρχονται»). Το ΄54, στην «Ωραία των Αθηνών» ο Τσιφόρος τοποθετεί την ηρωίδα του, Γεωργία Βασιλειάδου, στο επίκεντρο μιας αυλής, από τα ενοικιαζόμενα δωμάτια της οποίας βιοπορίζεται προσδοκώντας ταυτόχρονα τον νοικάρη που θα την αποκαταστήσει. Το ΄57, ο Καμπανέλλης στριμώχνει στην Αυλή του των Θαυμάτων ένα ετερόκλητο πλήθος νοικάρηδων, που τσακώνονται και φιλιώνουν με ρυθμούς πολυβόλου. Το ΄61, σε μιαν ανθισμένη αυλή της Πλάκας, νοικάρης της υπολογίστριας Σμάρως Στεφανίδου, ο Δημήτρης Χορν θα ξαναζήσει τα νιάτα του στο «Αλίμονο στους νέους» του Αλέκου Σακελλάριου, ενώ ο Νίκος Κούρκουλος, στον Κατήφορο, σε ένα άλλο, εργένικο δωμάτιο, θα ξεδιπλώσει την αλητεία του και θα βρει άδοξο τέλος από το περίστροφο της ερωμένης του (Λάσκαρη). Το ΄66, στις «Κυρίες της Αυλής», ο Δημήτρης Γιαννουκάκης ζευγαρώνει τους ενοίκους των δωματίων της παλιάς αθηναϊκής αυλής και δύο χρόνια μετά, ο Δαλιανίδης στεγάζει σε ένα ενοικιαζόμενο φοιτητικό δωμάτιο της Κυψέλης τον έρωτα του αριστούχου αρχιτέκτονα Φαίδωνα Γεωργίτση και της Όλγας (Λάσκαρη), στο «Όλγα, αγάπη μου».

    Αλλά αυτά είναι μόνο λίγα από τα πολλά ενοικιαζόμενα δωμάτια, τα Airbnb των περασμένων δεκαετιών, που ενέπνευσαν σινεμά και θέατρο. Στην πραγματικότητα, στρίμωξαν ξενύχτια, διασκεδάσεις, καυγάδες, αλλά και αγωνίες και όνειρα και χαρές και κλάματα και απογοητεύσεις και δημιουργία. Με έναν σχεδόν κοινοβιακό τρόπο ζωής, όπου η σκιά που περνούσε από το παράθυρο ή τα βήματα, που έκαναν τα σάπια σανίδια να τρίζουν σε ύποπτη ώρα, ήταν γνώριμα και… επιλήψιμα και θα έδιναν ενδιαφέρον θέμα συζήτησης στον πρωινό καφέ. Με έναν σπιτονοικοκύρη (συνήθως γένους θηλυκού, διότι αν δεν επρόκειτο για εργένισσα περασμένης ηλικίας, τότε σίγουρα ήταν ύπανδρος νοικοκυρά, επιφορτισμένη με τη φροντίδα του ενοικιαζόμενου δωματίου ως τμήμα των οικιακών υποχρεώσεών της), που παραδοσιακά γκρίνιαζε στις καθυστερήσεις καταβολής του αντιτίμου, είτε επειδή αυτό προοριζόταν για να συμπληρώσει τα έξοδα σίτισης της οικογένειας, είτε πολλές φορές για να επενδυθεί στην… εικόνα του εισοδηματία. Για «παντρεμένους αστούς με βαριές κοιλιές και ενοικιοστασιακά εισοδήματα, που κοιτάνε κοριτσόπουλα» έκανε λόγο στη νουβέλα του με τίτλο «Τα σπίτια στην άσφαλτο» ο Νίκος Τσιφόρος.

    Κι από κει που στις δεκαετίες 1890-1920, η ιδιωτική οικοδομική εις ύψος δραστηριότητα παράγει 106 δείγματα αστικής πολυκατοικίας και μεταξύ 1925 και 1941, 349 κτήρια πέντε ορόφων και άνω, από το 1950 έως και το 1980, εκδίδονται 34.000 άδειες πολυκατοικιών!

    Με τη μέθοδο της αντιπαροχής, οι ρυθμοί οικιστικής ανάπτυξης της πόλης είναι καταιγιστικοί, αλλά τουλάχιστον έως το 1970 στις παραδοσιακά λαϊκές γειτονιές της, αυτός, ο άλλος κόσμος εξακολουθεί να υπάρχει και να στριμώχνεται στα δωμάτια των χαμόσπιτων με τις κοινές αυλές και τουαλέτες. Ένα κομμάτι στις παρυφές της πόλης συντηρείται από το αντίτιμο του ημερήσιου ενοικίου, που σχεδόν εθιμικά πια καθυστερεί, καμμία φορά δεν έρχεται και ποτέ… Βλέπεις, οι συμφωνίες είναι μεταξύ κυρίων. Αλλά αν δεν καταφέρεις να την τηρήσεις, δεν σημαίνει πάντα ότι δεν είσαι κύριος… Απλώς, οι εποχές για τους πολλούς εξακολουθούν να είναι δύσκολες.

    «Ένας φίλος εργένης, που ο μικρός μισθός του τον ανάγκαζε να τρώει 2-3 νοίκια σε κάθε δωμάτιο, που νοίκιαζε, μας έλεγε στο καφενείο ότι η νέα σπιτονοικοκυρά του τον ρώτησε αν η παλιά ήταν ευχαριστημένη μαζί του. “Βέβαια, αφού όταν έφευγα, έκλαιγε” απάντησε εκείνος. Σκύβοντας στο αφτί μου εξομολογήθηκε “δεν της είπα γιατί έκλαιγε”…» – Βασίλης Αγγελίδης, από τη λαϊκή γειτονιά του Μεταξουργείου.

    ΠΗΓΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΩΝ ΚΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

    Ιστορία των Αθηναίων, ακαδημαϊκού Δ. Καμπούρογλου (Εκδ. ΠΑΛΜΟΣ – Αθήνα, 1995)

    Ιστορία των Αθηνών επί Τουρκοκρατίας, Θ. Φιλαδελφέως (Εκδ. Γ. Μπαρτ/Κ. Ελευθερουδάκης – εν Αθήναις, 1902)

    Γεώργιος Δροσίνης/Εισαγωγή και Επιλογή Κειμένων Φ.Π.Λογοθέτη (Σύλλογος Προς Διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων – Αθήναι, 1960)

    Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ: ΟΙ ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΜΙΑΣ ΑΠΟΥΣΙΑΣ», Δ. Εμμανουήλ (Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών 120, Αθήνα, 2006)

    Τι γυρεύει η Ιστορία στον κινηματογράφο, Μ. Στασινοπούλου (Περ. Ιστορικά, Εκδ. ΜΕΛΙΣΣΑ, τόμ.12ος , 1995)

    Θυμήσου εκείνα τα χρόνια… , Γ. Καιροφύλας (Εκδ. Φιλιππότη – Αθήνα, 2009)

    Ψυρρή, η γειτονιά των ηρώων, Αρτ. Σκουμπουρδή (Εκδ. Πατάκη – Αθήνα, 2021)

    Ρουφ-Βοτανικός-Γκαζοχώρι, Ζ. Ρωπαΐτου-Τσαπαρέλη (Εκδ. Φιλιππότη – Αθήνα, 2004)

    Η Αθήνα σήμερα, Ν. Τσιφόρος (Εκδ. ΕΡΜΗΣ – Αθήνα, 2009)

    ΑΘΗΝΑ – Ιχνηλατώντας την πόλη με οδηγό την ιστορία και τη λογοτεχνία, Θ. Γιοχάλας/Τ.Καφετζάκη (Εκδ. ΕΣΤΙΑ – Αθήνα, 2021)

    Η ωραία Νεάπολις και τα παρεξηγημένα Εξάρχεια, Γ. Καιροφύλας (Εκδ. Φιλιππότη – Αθήνα, 2002)

    Η Ελλάδα του Όθωνα, Εντ. Αμπού (Εκδ. Μεταίχμιο – 2018)

    Μεταξουργείο – Κολωνός, Β. Αγγελίδης (Εκδ. Φιλιππότη – 1992)

  • Η Κρητική Ιερογλυφική και η Γραμμική Α εμφανίζονται από τα μέσα της 3ης χιλιετίας πΧ

    Η Κρητική Ιερογλυφική και η Γραμμική Α εμφανίζονται από τα μέσα της 3ης χιλιετίας πΧ

    Στα μέσα της 3ης χιλιετίας πΧ φαίνεται πως τοποθετούνται οι κρητικές συλλαβικές γραφές, οι αναφερόμενες έως τώρα ως Μινωικές γραφές, δηλαδή 500 χρόνια πριν από την καθιερωμένη άποψη, η οποία τις τοποθετούσε στο 1900 πΧ. Έτσι λοιπόν, οι γραφές αυτές χρονολογούνται παράλληλα με τη γραφή στην κοιλάδα του Ινδού ποταμού περί το 2400 πΧ, ενώ τα Αιγυπτιακά Ιερογλυφικά τοποθετούνται περίπου στο 3000 πΧ.

    Τα παραπάνω επισημαίνουν σε δημοσίευσή τους ο ερευνητής Αιγαιακών γραφών δρ Μηνάς Τσικριτσής και ο καθηγητής Αρχαιολογίας Αδαμάντιος Σάμψων στο αμερικάνικο επιστημονικό περιοδικό «Annals of Archaeology» (April 2023) στον ιστότοπο Academia.edu και στο ResearchGate με τίτλο: «Symbols of Minoan Hieroglyphic Script and Linear A in Melos from the Middle of 3rd Millennium BC».

    Όπως αναφέρεται στη μελέτη των δύο ερευνητών, στη θέση Ριβάρι στη δυτική πλευρά της Μήλου βρέθηκαν το 1996 και το 1997 μια ομάδα 90 πήλινων αγγείων της Πρωτοκυκλαδικής ΙΙΙ περιόδου (φάση Καστρί) που χρονολογούνται στο δεύτερο μισό της 3ης χιλιετίας (2500-2200 πΧ). Στο άρθρο αυτό ο αρχαιολόγος Α. Σάμψων κάνει μια συστηματική μελέτη της ομοιότητας των αγγείων, ώστε να χρονολογηθούν συγκρινόμενα με άλλα που βρέθηκαν σε Τροία IV, Πολιόχνη Λήμνου, Άγιο Κοσμά, Μάνικα, Μαραθώνα, Κέα που ανήκουν στην περίοδο Καστρί.

    Από τα 39 ευρήματα του Α. Σάμψων, σημειώνεται ότι ενδιαφέρον έχουν 18 ακόσμητα ρηχά γυαλιστερά καφέ ή πορτοκαλοκόκκινα κύπελλα που φέρουν χαραγμένα σύμβολα (Εικόνα 1), που κοινώς αποκαλούνταν «σημάδια του αγγειοπλάστη», τα οποία μοιάζουν κάπως με τα ελληνικά κεφαλαία Λ, Μ, Π, Ν, Τ, Χ, Ο. Παράλληλα, η αρχαιολόγος Χριστίνα Τελεβάντου το 1997 σε παρακείμενο λακοειδή τάφο εντόπισε 16 μικρά δοχεία ημισφαιρικού σχήματος με παρόμοια εγχάρακτα σημάδια και ένα σύμβολο σε ραμφοειδή κανάτα τα οποία δημοσίευσε το 2008.

    Εκτός από τα ευρήματα των μικρών ημισφαιρικών δοχείων με τα εγχάρακτα σύμβολα, ένα άλλο ενδιαφέρον αντικείμενο είναι η παρουσία του μοναδικού μοντέλου στέγασης οικίας. Το μοντέλο αυτό φέρει δίρριχτη στέγη, με κεραμίδια. Το εύρημα είναι εντυπωσιακό και δύσκολα ερμηνεύσιμο για την εποχή αυτή.

    Μετά από την επιγραφική μελέτη του ερευνητή δρ Τσικριτσή φαίνεται ότι 12 διαφορετικά σύμβολα, τα οποία επαναλαμβάνονται εγχάρακτα στο κέντρο των μικρών ημισφαιρικών δοχείων, έχουν ομοιότητα και μπορούν να ταυτιστούν με τα συλλαβικά σύμβολα της Γραμμικής Α και Κρητικής Ιερογλυφικής γραφής σε ποσοστό 50% για κάθε γραφή. Τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης δείχνουν μια κοινή χρήση των συμβόλων των κρητικών γραφών περίπου από το 2500 πΧ.

    Έκπληξη αποτελεί το γεγονός ότι η εμφάνιση των 12 διαφορετικών συμβόλων της μινωικής γραφής δεν συνοδεύεται από ευρήματα Μινωικής κεραμικής στις ταφές στο Ριβάρι της Μήλου. Έτσι, έχουμε στο Ριβάρι Κυκλαδίτικη κεραμική “ανατολικής έμπνευσης” με Μινωικά σύμβολα. Αν και το δείγμα των 12 διαφορετικών συμβόλων που αντιστοιχεί σε ένα 10% συνολικά της Μινωικής γραφής, αναδεικνύεται ο προβληματισμός μήπως η γραφή αυτή θα πρέπει να θεωρηθεί κυκλαδική δημιουργία, η οποία σε κάποια φάση διαδόθηκε και στο Μινωικό πολιτισμό. Την ίδια περίοδο στην Κρήτη, παρατηρείται εισβολή πολιτιστικών στοιχείων από Κυκλάδες (ειδώλια, αγγεία ανατολικού τύπου) στην Αγιά Φωτιά, Πετράς και Αρχάνες. Στο παρελθόν υπήρξε συζήτηση μεταξύ των ερευνητών σχετικά με την ύπαρξη κυκλαδικών αποικιών στο νησί της Κρήτης (Ντούμας 1976), (Δαβάρας και Betancourt 2004, Betancourt 2008) και (Σάμψων 1985, 1988).

    Οι συλλαβές κοντά στη βάση των αγγείων φαίνεται ότι ήταν χαραγμένες από τον αγγειοπλάστη πριν το ψήσιμο. Πιθανόν να υποδηλώνουν το εργαστήριο ή τη χρήση ή το περιεχόμενο του αγγείου (Εικόνα 3, Πίνακας των αγγείων με τα χαραγμένα σύμβολα).

    Από το σύνολο των 39 αγγείων με τα εγχάρακτα 12 επαναλαμβανόμενα συλλαβικά σύμβολα ενδιαφέρον είναι το σύμβολο βέλος «á» ή «â» (γραμμή 2 στον Table 1,2), που αντιστοιχεί στο σύμβολο του κριθαριού της Γραμμικής Α, έχει την υψηλότερη συχνότητα εμφάνισης περίπου 30% και εμφανίζεται σε 6 μικρά ημισφαιρικά δοχεία. Ενδεχομένως, αυτό το σύμβολο να είναι ένδειξη ότι τα μικρά ημισφαιρικά δοχεία πιθανόν να χρησιμοποιούντο ως προσφορές με κάποιου είδους προϊόντος “κριθαριού” για τη μετά θάνατον ζωή του νεκρού, γεγονός που ενισχύει το επιχείρημα ότι το Ριβάρι ήταν νεκροταφείο.

    Πιθανόν τα υπόλοιπα σύμβολα που εμφανίζονται στα μικρά ημισφαιρικά δοχεία του Table 1 να είναι ακρόφωνα συλλαβικών λέξεων, υποδεικνύοντας ότι το αντίστοιχο ημισφαιρικό δοχείο χρησιμοποιήθηκε ως δοχείο προσφοράς για προϊόντα, σιτηρών, μελιού, λαδιού κλπ.

    Η εμφανιζόμενη Αιγαιακή γραφή στο Ριβάρι της Μήλου δημιουργεί προβληματισμό στην καθιερωμένη άποψη που θεωρεί ότι η γραφή πρωτοεμφανίζεται στον Μινωικό Πολιτισμό περί το 2000 πΧ.

    Η μεγάλη ανάπτυξη του Κυκλαδικού Πολιτισμού που παρατηρείται στην τεχνολογία κατασκευής οικιών (βλ. Εικόνα 2) στα διασωζόμενα κυκλαδικά ειδώλια που δείχνουν ανεπτυγμένες κοινωνικές δομές, στην Αστρονομική του γνώση που αποτυπώνεται στα Τηγανόσχημα με τις συνοδικές καταγραφές των Πλανητών, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι υπήρχε μια ανεπτυγμένη ναυτική επικοινωνία, όπου η ανάπτυξη της γραφής ήταν αναγκαία για τις ανάγκες του εμπορίου.

    Με βάση την επιγραφική μελέτη που πραγματοποίησαν οι κκ Τσικριτσής και Σάμψων διαφαίνεται ότι από το σύνολο των 12 διαφορετικών επαναλαμβανόμενων σημείων τα μισά ανήκουν στην Κρητική Ιερογλυφική και Γραμμική Α γραφή, δηλαδή 500 χρόνια πίσω είναι πιθανόν να είχε αναπτυχθεί μια Αιγαιακή γραφή, η οποία στη συνέχεια να υιοθετήθηκε και να αναπτύχθηκε μετά την 2η χιλιετία στον Μινωικό Πολιτισμό.

    «Ο αριθμός των συμβόλων που βρέθηκε αντιστοιχεί περίπου στο 10% μιας αναπτυγμένης συλλαβικής γραφής και ευελπιστούμε στο μέλλον να αποκαλυφθούν ακόμα περισσότερα που θα ενισχύσουν την άποψη μας ότι η Αιγαιακή γραφή ξεκινά από την 3η χιλιετία πΧ» τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο δρ Τσικριτσής.

    Θ. Μέτσιος

  • Ελληνική γλώσσα: Το όργανο που τραυματίστηκε βαθιά από τα νύχια της δικτατορίας

    Ελληνική γλώσσα: Το όργανο που τραυματίστηκε βαθιά από τα νύχια της δικτατορίας

    Της Τόνιας Α. Μανιατέα

    «Η ιστορία όχι μόνον ακουμπάει στη γλώσσα, αλλά την τέμνει κιόλας…» έγραφε ο εβραϊκής καταγωγής Γερμανός φιλόσοφος Τέοντορ Λούντβιχ Βισενγκρούντ – Αντόρνο (Theodor W. Adorno), στα μέσα του προηγούμενου αιώνα, εποχή κατά την οποία ανθρωπότητα και ιστορία κοκκίνιζαν από θυμό και ντροπή για τις φρικαλεότητες των ναζί. Ο Αντόρνο διακήρυττε κι ο ίδιος πως η γλώσσα εύκολα μετατρέπεται από όργανο άσκησης της πολιτικής διπλωματίας σε φονικό εργαλείο στα χέρια ή καλύτερα, στα στόματα των χρηστών της. Ο κατά τι μεταγενέστερός του, επίσης εβραϊκής καταγωγής, Γαλλοαμερικανός φιλόσοφος, Γκέοργκ Στάινερ (Georg Steiner) τοποθετήθηκε ακριβέστερα προσπαθώντας να απαντήσει στο ερώτημα «πώς οι λέξεις μπορούν να χάσουν το ανθρώπινο νόημά τους κάτω από την πίεση της πολιτικής κτηνωδίας και του ψεύδους» και διαπιστώνοντας ξεπεσμό της γλώσσας, επειδή «ο ναζισμός άντλησε από αυτήν ακριβώς εκείνα που χρειαζόταν για να δώσει έκφραση στην αγριότητά του» κατέληξε: «Όταν μεταχειριστείς μία γλώσσα για να σχεδιάσεις, να οργανώσεις και να δικαιολογήσεις το Μπέλζεν (στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Κάτω Σαξωνία), για να συντάξεις προδιαγραφές των θαλάμων αερίων, για να καταστρέψεις την ανθρωπιά μέσα σε δώδεκα χρόνια εσκεμμένης κτηνωδίας, κάτι κακό θα συμβεί σ’ αυτή τη γλώσσα».

    Η γλώσσα, λοιπόν. Αυτό το εργαλείο που χαϊδεύει και λογχίζει, η «ονόστεος που οστέα θλάττει», καθώς έλεγε και ο Σόλων. Στη σύγχρονη ιστορία της και η Ελλάδα έχει εμπειρία από εργαλειοποίηση και κακοποίηση της γλώσσας της. Διαθέτοντας μία ήδη βεβαρυμμένη… υποδομή διγλωσσίας (τη μακρά διαμάχη καθαρεύουσας – δημοτικής, το «γλωσσικό ζήτημα»), που από τον πρώτο κιόλας χρόνο του 20ου αι. και για πολλά έτη μετά καλλιεργεί μίση και πάθη, το εκφραστικό εργαλείο του λαού πέφτει επιπλέον στα «νύχια» δύο δικτατοριών, που το χρησιμοποιούν κατά βούληση στο όνομα τόσο μίας χριστιανοορθόδοξης ιδεολογίας, που υπηρετεί το δόγμα «τάξη και ηθική», όσο και της εμμονικής καταδίωξης των αντιφρονούντων κομμουνιστών που… «υπονομεύουν» αυτόν ακριβώς τον «σεπτό» χαρακτήρα του.

    Μόλις τέσσερις μήνες από την επιβολή του καθεστώτος Μεταξά, στις 4 Αυγούστου του 1936 ο υπουργός Παιδείας Κ. Γεωργακόπουλος, εκδίδει εγκύκλιο στην οποία χαρακτηρίζει τις προηγούμενες εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις ως προσπάθεια προπαρασκευής της κομμουνιστικής επιβουλής: «… Άνθρωποι ανίκανοι προσεπάθησαν να υπονομεύσουν την θρησκείαν, την πατρίδα και την οικογένειαν […] ενεφάνησαν την αποσυνθετικήν αυτών προσπάθειαν ως “εκπαιδευτική μεταρρύθμιση” […] το σχολείον χρησιμοποιείτο ουχί σπανίως ως μέσον της προπαρασκευής της κομμουνιστικής επιβολής»! Μάλιστα, στο έντυπο «Η Εκπαίδευσις μετά την 4η Αυγούστου», που κυκλοφορεί το καθεστώς το 1937, αναφέρεται ότι «η 4η Αυγούστου 1936 εύρε την εκπαίδευσιν υπό την ανενοχλήτως αυξάνουσαν επίδρασιν των ερυθρών οργάνων του κομμουνισμού» και πως «επί σειρά ετών, τας εκπαιδευτικάς κατευθύνσεις εχάρασσεν ο υπαρχηγός του κομμουνιστικού κόμματος» (εννοεί τον δημοτικιστή Δημήτριο Γληνό, πρωτεργάτη της περίφημης «γλωσσοεκπαιδευτικής μεταρρύθμισης»).

    Κατειλημμένος από μία λογική περίπου ότι «το μπουζούκι είναι όργανο, ο αστυνόμος είναι όργανο, άρα ο αστυνόμος είναι μπουζούκι», ο Μεταξάς είναι πεπεισμένος ότι το σχολείο, όπου με τις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις του ’17 και του ΄29 καθιερώνεται και ενισχύεται η δημοτική, ενθαρρύνει την κομμουνιστική παρουσία. Αλλά επειδή είναι και ο ίδιος υπέρμαχος της δημοτικής, δεν προτίθεται να την… παραχωρήσει στους κομμουνιστές. Πρέπει να την απαγκιστρώσει από αυτούς και να τη δέσει στο άρμα του εθνικού καθήκοντος…

    «Το ατύχημα είναι ότι η άρχουσα τάξις μέχρι σήμερον ηθέλησε να συγχέει τον δημοτικισμόν, που είναι κίνημα καθαρώς εθνικόν, με τον κομμουνισμόν. Αυτή η σύγχυσις δεν επιτρέπεται πλέον, διότι δεν ωφελεί παρά μόνον τους κομμουνιστάς» δηλώνει σε συνέντευξή του στις 15 Σεπτεμβρίου του 1936, στην εφημερίδα «Βραδυνή», επιχειρώντας να πάρει με το μέρος του διανοούμενους της γενιάς του ’30, όπως ο Τριανταφυλλίδης, ο Βενέζης και ο Μυριβήλης, που διακρίνονται για τις προοδευτικές τους ιδέες στο γλωσσικό ζήτημα και την προσφορά τους στην πολιτιστική ζωή του τόπου. Εντέλει, θα καταφέρει να απολαύσει τη συνεργασία τους στη συγγραφή εκπαιδευτικών-παιδαγωγικών βιβλίων, καθώς εκείνοι (και καμμία 20αριά ακόμη δημοτικιστές), ταμένοι με ευλάβεια στον στόχο της καθιέρωσης της δημοτικής, στην πραγματικότητα δεν έχουν κατανοήσει τα κοινωνικά και πολιτικά αίτια που «ποτίζουν» τις ρίζες του συντηρητισμού στη χώρα.

    Ωστόσο, με τούτα και με κείνα, η περίοδος Μεταξά περνά ανώδυνα γι αυτή καθαυτή τη δομή της γλώσσας. Ο δικτάτορας τη μετατρέπει σε όχημα φασίζουσας προπαγάνδας, αλλά δεν την αλλοιώνει.

    ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΄67 – Η ΕΠΤΑΕΤΗΣ ΟΔΥΝΗΡΗ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ

    Η εποχή της εξοργιστικής κακοποίησής της θα ανατείλει με τη χούντα των συνταγματαρχών, η οποία μάλιστα κάποτε θα προχωρήσει και στη διανομή εντύπου υπό τον τίτλο «Εθνική Γλώσσα», την έκδοση του οποίου «υπογράφει» το υπουργείο Ενόπλων Δυνάμεων, και όπου η δημοτική χαρακτηρίζεται «ιδίωμα των Ελλήνων του εξωτερικού (υπονοεί τον δημοτικιστή γλωσσολόγο Γιάννη Ψυχάρη, που έχει αναπτύξει πλούσια επιστημονική δραστηριότητα σε Γαλλία και Γερμανία) και των κομμουνιστών»! Ο ανώνυμος συντάκτης του κειμένου διατυπώνει τον «αδιαπραγμάτευτο κανόνα» ότι η εθνική γλώσσα οφείλει να συνδέεται με το παρελθόν του έθνους και να είναι κατανοητή από τον λαό, ο οποίος θα πρέπει να καταβάλλει ισόβια προσπάθεια για την κατανοεί…

    Το περιεχόμενο του πολυσέλιδου εντύπου, που θα κυκλοφορήσει «βελτιωμένο» σε περισσότερες από δύο εκδόσεις, περιστρέφεται γύρω από την «ανωτερότητα της καθαρεύουσας έναντι της δημοτικής», ενώ καταβάλλεται προσπάθεια να αρθούν, ως ανεδαφικά, τα επιχειρήματα των δημοτικιστών. Οι Έλληνες πρέπει να εντοπίσουν τα στοιχεία, που είχαν κάνει την Ελλάδα μεγάλη και να αναγεννηθούν, λέει ο συντάκτης του κειμένου, ο οποίος βρίσκει αυτά τα στοιχεία στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και στην καθαρεύουσα, που αποτελεί τη συνέχεια της αρχαίας ελληνικής γλώσσας και ως εκ τούτου εγγυάται και τη συνέχεια του έθνους«Αν ο Σωκράτης ανασταινόταν, θα καταλάβαινε τη γλώσσα μας» λέει.

    Η ματιά του συντάκτη είναι ελιτίστικη και ναρκισσιστική. Στο σύνολό του το κείμενο διακατέχεται από διάθεση σύγκρισης ανάμεσα στην «ανώτατη» καθαρεύουσα και την «κατώτατη» δημοτική. Η δε προτροπή ότι ο λαός οφείλει να προσπαθεί αενάως να κατανοεί τη γλώσσα, δεν είναι τυχαία, διότι αυτός ο λαός αντιμετωπίζεται περιφρονητικά ως αγράμματος, «ανίκανος να αντιληφθεί το όποιο μέτρο στοχεύει στην υπεράσπιση της γλώσσας και στη δημιουργία νέων λέξεων». Ο «αγράμματος» μάλιστα λαός κατηγορείται για παραφθορά λέξεων εξαιτίας της βαθιάς άγνοιάς του.

    Γενικά το έντυπο «Εθνική Γλώσσα», που αποτελεί μνημείο προσβολής του ελληνικού λαού και το οποίο ο συντάκτης ευλόγως αποφεύγει να υπογράψει, είναι η προσπάθεια των συνταγματαρχών να ανατρέψουν την έκβαση ενός παιχνιδιού, που βλέπουν να χάνεται, επιχειρώντας να κρατήσουν ισορροπίες ανάμεσα στη μισητή τους δημοτική και την αγαπημένη τους καθαρεύουσα, την οποία και αυτή έχουν φροντίσει να κακοποιήσουν.

    [Το ερώτημα ποιος είναι ο συντάκτης του εντύπου δεν θα απαντηθεί ποτέ. Κατά μία εκδοχή είναι ο αρχηγός Ενόπλων Δυνάμεων, Οδυσσέας Αγγελής, ο επονομαζόμενος και «ακαδημαϊκός» χάριν της ιδιαίτερης μόρφωσης, που λέγεται ότι έχει. Κατά άλλη εκδοχή, πρόκειται για άνθρωπο του πανεπιστημιακού χώρου, καθώς στο κείμενο διατυπώνονται γλωσσικά παραδείγματα, κανόνες και εξαιρέσεις, αλλά και βάσιμες επισημάνσεις για τα κενά, που εμφανίζει η δημοτική γλώσσα. Επιπλέον, παρατίθενται ονόματα λογοτεχνών, έργων τους και μελετητών, που θα μπορούσαν να αποδοθούν μόνο σε ένα βαθύ γνώστη του χώρου].

    Όπως κάμποσα ολοκληρωτικά καθεστώτα, που ντύνονται την προβιά της προστασίας και προαγωγής του εθνικού καλού, έτσι και η Επταετία, αυτή η ιδιαίτερη παρακμή της παραδοσιακής ελληνικής αστικής πολιτείας, στο θέμα της γλώσσας, ρίχνει μια στο καρφί και μια στο πέταλο. Ο λόγος της -γραπτός και προφορικός- είναι μία καρικατούρα της καθαρεύουσας, ένα εξευτελιστικό υβρίδιο της Ελληνικής, πλήρες σολοικισμών και γραμματικών απρεπειών, που όμως δεν τολμά να του προσδώσει επίσημη υπόσταση. Στο Σύνταγμα της 15ης Νοεμβρίου 1968, που δημοσιεύεται στο ΦΕΚ αριθμ. 267, στο άρθρο 6, δεν προσδιορίζεται επακριβώς η γλώσσα: «Επίσημος γλώσσα του κράτους και της εκπαιδεύσεως είναι εκείνη, εις την οποίαν συντάσσονται το Σύνταγμα και τα κείμενα της ελληνικής νομοθεσίας». Ο λόγος για τον οποίον δεν… εκτοπίζεται και νομοθετικώς στο πυρ το εξώτερον η δημοτική είναι ο ήδη γνωστός από την πρότερη δικτατορία: ο φόβος μήπως η αποκήρυξή της από το «επίσημο κράτος» σημάνει και την εκχώρησή της στον… ερυθρό κίνδυνο. «Να την αφήσωμεν εις στον κομμουνισμόν, να τους την παραχωρήσωμεν;» καταγράφεται στα Πρακτικά της συζήτησης επί του Συντάγματος του 1968 το ερώτημα του υπουργού Παιδείας, Θ. Παπακωνσταντίνου.

    Το καθεστώς γνωρίζει ότι από την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1964, με την οποία επισημοποιείται η διδασκαλία της δημοτικής, έχει περάσει ο απαιτούμενος χρόνος ώστε αυτή να θρονιαστεί στη συνείδηση του λαού. Επιπλέον, όσο «φιλότιμα» κι αν έχουν προσπαθήσει να επικοινωνήσουν τον «ιερό στόχο της επαναστάσεως να προστατεύσει το έθνος από την κομμουνιστικήν απειλήν», οι Απριλιανοί γνωρίζουν καλά ότι στην πραγματικότητα δεν έχουν έρεισμα στη λαϊκή βάση και μία τέτοια ευθεία βαθιά τομή στο επικοινωνιακό εργαλείο του λαού, δεν θα εξυπηρετήσει τη δημοφιλία τους. Αρκετοί, τέλος, εκτιμούν ότι ο Παπαδόπουλος, προσπαθεί προφανώς να προσεγγίσει τους ομογενείς του εξωτερικού, για τους οποίους θεωρεί λογικό να μη μιλούν καλά την Ελληνική. Έτσι, σε δύσκολες περιόδους κατά τις οποίες επικαλείται τα προσδιοριστικά χαρακτηριστικά της εθνικής ταυτότητας, όπως η εθνική συνείδηση και η θρησκεία, αποφεύγει την αναφορά στη γλώσσα.

    Για την ώρα, πάντως, οι Απριλιανοί αρκούνται στα μηνύματα που στέλνουν οι «πύρινες» δηλώσεις του προέδρου Παπαδόπουλου εις… άπταιστον «καθαρή»: «Η χώρα διήρχετο μίαν κρίσην, αναζητούσα διέξοδον εξ ενός πολιτικού αξιεξόδου εις το οποίον είχε εισέλθει […] Ουδείς εκ των πολιτικών αρχηγών ανελάμβανε να βοηθήσει τον ανώτατον άρχοντα όστις ανεζήτη λύσιν εντός των συνταγματικών πλαισίων της ανευθυνότητός του (!) δια να βγάλει την χώραν από το αδιέξοδον»…

    Προσπαθούν, μετατρέποντας σε δούρειο ίππο το υβρίδιο της καθαρεύουσας, που οι ίδιοι στις καθημερινές τους εμφανίσεις χρησιμοποιούν, να «αλώσουν» αναίμακτα το πεδίο της δημοτικής, στο οποίο όμως αναγκάζονται να προσφέρουν κάποιες παραχωρήσεις για τα έχουν με όλους καλά… Έτσι, ενώ με τον Α.Ν. (Αναγκαστικός Νόμος) 129/1967 («Η Γενική Εκπαίδευσις παρέχει αγωγή επί τη βάσει των ιδεωδών του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού…»), η δημοτική γλώσσα περιορίζεται στις τρεις πρώτες τάξεις του δημοτικού σχολείου και η καθαρεύουσα επανέρχεται στις υπόλοιπες τάξεις του δημοτικού, στο γυμνάσιο, στις παιδαγωγικές ακαδημίες και σε όλες γενικά τις ανώτερες σχολές, ως «όργανον εκφράσεως, γραπτής και προφορικής, διδασκόντων και διδασκομένων», το 1970, με το Ν.Δ. (Νομοθετικό Διάταγμα) 651 η διδασκαλία της δημοτικής επεκτείνεται σε ακόμη μία τάξη του δημοτικού σχολείου και το 1971 σε όλο το δημοτικό. Επιπλέον, για τη στήριξη της εθνικής οικονομίας, η χούντα στρέφεται προς την τεχνικο-επαγγελματική εκπαίδευση, ιδρύοντας σχολές, όπου η δημοτική κερδίζει έδαφος, λόγω της προέλευσης των σπουδαστών από τις τάξεις των χαμηλών εισοδημάτων.

    [Σημειώνεται ότι ο Α.Ν. 129/1967 χαιρετίστηκε με θέρμη από τον πανεπιστημιακό Γ. Κουρμούλη, πρόεδρο της Εταιρείας Ελλήνων Φιλολόγων, ο οποίος στην 26η γενική συνέλευση της εταιρείας αναφέρει: «Η μεταρρύθμιση του 1964 επέφερε σάλον και σύγχισιν, εισαγάγουσα ανατροπήν της Ελληνομαθείας αμελετήτως, φανατικώς, προχείρως, ανεπιτρέπτως και σκορπίσασα εις τους εκπαιδευτικούς και όλους τους Έλληνας την ανησυχίαν, την έκπληξιν και τον τρόμον. Ευτυχώς κατά το 1967 έπνευσε νέος άνεμος και η Ελληνική Παιδεία απεκαταστάθη επί υγιούς βάσεως»].

    Στο μεταξύ, η ανατριχιαστική χορδή του φασίζοντος φωνητικού μετάλλου του «αρχιεπαναστάτη» εξακολουθεί τις… παραφωνίες της…

    (Από το διάγγελμα του Γ. Παπαδόπουλου) «Οι Έλληνες και κατά ιστορικήν παράδοσιν, αλλά και κατά την βασικήν αντίληψιν και αγωγήν δεν είναι ποτέ ευεπίφοροι προς τον κομμουνισμόν, διότι ο κομμουνισμός δεν δύναται να έχει ουδέν σημείον κοινόν με τον ελληνοχριστιανισμόν που αποτελεί την βάσιν της διαπαιδαγωγήσεως των Ελλήνων κατά τον δρόμον της ιστορίας των…»!

    (Η Ελλάδα ήδη πέντε χρόνια στον «γύψο» – από ομιλία του Γ. Παπαδόπουλου στη Βουλή) «Απολαμβάνομεν το αγαθόν της ηρέμου, ειρηνικής και ομαλής κοινωνικής συμβιώσεως. Έκαστος Έλλην αναπτύσσει τας δραστηριότητάς του καθ΄ ων πέραν αυτών των δεικτών θα δώσω βασικά επιτεύγματα και τινας δείκτας ευημερίας δια να συνειδητοποιήσομεν πάντες επί του αυτού επιπέδου αυτό το οποίον ζώμεν ως αποτέλεσμα της προσπαθείας μας των τελευταίων ετών…»!

    Η αλήθεια είναι πως η προώθηση της ιδέας της απευθείας σύνδεσης των νεοελλήνων με τον αρχαίο ελληνικό κόσμο είχε ήδη συντελεστεί μέσα στο διανοητικό σύμπαν του ελληνικού διαφωτισμού. Η γλώσσα ως πυλώνας της εθνικής ταυτότητας, ταξιδεύει από την αρχαιότητα και η καθαρεύουσα κρατάει γερά τον μίτο της αρχαιοελληνικής. Αλλά με την ανατολή του 20ου αι. το κλίμα είναι ιδανικό για ανατροπή του αρχαϊσμού. Οι κοινωνικές και πνευματικές ζυμώσεις μετά την ατυχή έκβαση του πολέμου του 1897 και τα εμφανή συμπτώματα εθνικού ξεπεσμού, ευνοούν την αναζήτηση καινοτομιών. Η Επανάσταση στο Γουδί (1909) ανοίγει τον δρόμο στον Βενιζέλο, Βαλκανικοί Πόλεμοι (1912-13) και α΄ παγκόσμιος πόλεμος (1914-18), οδηγούν στην επέκταση των ορίων του κράτους, που περιλαμβάνει πια πολλούς μη ελληνόφωνους πληθυσμούς. Τα νέα δεδομένα γεννούν την ανάγκη για ένα απλό γλωσσικό εργαλείο, που θα τους εξελληνίσει. Ο δημοτικισμός φουντώνει, η αρχαΐζουσα χάνει έδαφος. Επιχειρούνται μεταφράσεις από αρχαία ή ξένα κείμενα. Η προσπάθεια να αποδοθούν στη Δημοτική τα Ευαγγέλια (Ευαγγελικά, 1901) και αρχαία δράματα (Ορεστειακά, 1903) συναντούν οργισμένη αντίδραση, ενώ ιδρύονται σύλλογοι δημοτικιστών, που επιδιώκουν την καθιέρωση της δημοτικής στην εκπαίδευση. Κι όταν όλα δείχνουν να παίρνουν έναν δρόμο φρεσκάδας και ανανέωσης, νοσταλγοί του… λαμπρού παρελθόντος, φρενάρουν (Μεταξάς) κι ακόμα χειρότερα οπισθοδρομούν (Επταετία) σε μία εποχή συντηρητισμού και σήψης, βάζοντας τη χώρα και τη γλώσσα στον γύψο. Η χούντα των συνταγματαρχών έμεινε στην ιστορία ως η περίοδος κατά την οποία συντελέστηκαν εγκλήματα σε βάρος της γλώσσας. Ήταν τέτοιος ο εκφραστικός ευνουχισμός, τέτοια η λεκτική σύγχυση, τόσο άκριτη και επιπόλαιη η χρήση της γλώσσας, που η κακοποίησή της έφτασε σε σημείο να υπονομεύσει ακόμα και αυτή καθαυτή τη δομή της.

    ΠΗΓΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΚΑΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΩΝ

    Η ΔΙΑΜΑΧΗ ΓΙΑ ΤΗ ΓΡΑΠΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ – Σύντομη ιστορία του γλωσσικού ζητήματος, Gunnar Hering (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης – Ηράκλειο, 2020)

    Η ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΜΕΤΑΞΑ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΟΥ ΄40, Ιωάννης Σ. Κολιόπουλος (Εκδ. ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ – Θεσσαλονίκη, 1996)

    Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΝΕΟΦΑΣΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 1960-1974, Γιάννης Κάτρης (Εκδ. ΠΑΠΑΖΗΣΗ – Αθήνα, 1974)

    ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΖΩΗ – Αναλυτική μελέτη του γλωσσικού ζητήματος, Ελισ. Γιανίδης (Εκδ. Κάλβος – Αθήνα, 1974)

    ΟΙ ΑΠΗΓΟΡΕΥΜΕΝΕΣ ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Γ. Λεονταρίτης (Εκδ. ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΩΡΑ – Αθήνα, 2012)

    Η μεταρρύθμιση που δεν έγινε, επιμ. Αλ. Δημαράς – Τεκμήρια Ιστορίας Β΄ 1895-1967 (Εκδ. ΕΣΤΙΑ – Αθήνα, 1987)

    ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ, Δημ. Τσάτσος (Εκδ. Γαβριηλίδη – Αθήνα, 1993)

    Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΡΑΓΩΔΙΑ – ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΩΣ ΤΟΥΣ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΑΡΧΕΣ, Κ. Τσουκαλάς (Εκδ. Πατάκης – Αθήνα, 2020)

    Φύλλα Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, αρθμ. 267, 235

    Η δημοτική γλώσσα και η χούντα των συνταγματαρχών Μ. Μποντίλα (bookpress.gr)

    Η μετάβαση από την καθαρεύουσα στη δημοτική για τη νομική γλώσσα: προσπάθειες, εμπόδια, αποτελέσματα, Κ. Βαδάση – Κ.Θ. Φραντζή (Νομικό Βήμα, τομ. 70)

    Συνταγματική Ιστορία, Βουλή των Ελλήνων

    EΛΛHNIKH ΓΛΩΣΣΑ ΙΙΙ – ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ (Γενικά, Το γλωσσικό ζήτημα, Το νεοελληνικό λεξιλόγιο, Νεοελληνική διαλεκτολογία), Μ. Μαργαρίτη-Ρόγκα, Δ. Κυριαζής, Ν. Λιόσης, Γ. Παπαναστασίου (Πανεπιστημιακές Παραδόσεις – Θεσσαλονίκη 2016)

  • Ο επαναστατικός συμβολισμός της σημαίας του Ρήγα για Ελευθερία ή Θάνατο

    Ο επαναστατικός συμβολισμός της σημαίας του Ρήγα για Ελευθερία ή Θάνατο

    Ο επαναστάτης Ρήγας Βελεστινλής το 1797 στο Σύνταγμά του, που αποτελεί και το πρώτο σύνταγμα του Ελληνισμού, με τίτλο «νέα Πολιτική Διοίκησις», περιγράφει τη σημαία της δημοκρατικής του πολιτείας με μια δυναμική αναφορά σε σχετικούς συμβολισμούς.

    Συγκεκριμένα, στο Παράρτημα του Συντάγματός του αναφέρει ότι η σημαία του είναι τρίχρωμη, «το κόκκινον επάνω, το άσπρον εις την μέσην και το μαύρο κάτω», δίνοντας ωστόσο και τις ερμηνευτικές επεξηγήσεις για τα χρώματα με τη δυναμική που εκφράζουν. Επεξηγεί πως το κόκκινο σημαίνει «την αυτεξουσιότητα του Ελληνικού λαού», το δικαίωμά του δηλαδή να αποφασίζει για την πορεία του, για την ελευθερία του. Το άσπρο σημαίνει το δίκαιο της επαναστάσεως των σκλαβωμένων κατά της Τυραννίας. Και το μαύρο σημαίνει την απόφαση των σκλαβωμένων να πολεμήσουν και να πεθάνουν για την ελευθερία τους, «τον υπέρ Πατρίδος και Ελευθερίας ημών θάνατο», που διατυπώθηκε με τις εμβληματικές λέξεις Ελευθερία και Θάνατος. Δυο λέξεις που έκτοτε δονούσαν τις καρδιές των Ελλήνων και εμψύχωναν τους πολεμιστές, τους επαναστάτες του 1821, ή θα ελευθερωθούμε ή θα πεθάνουμε.

    Ο Ρήγας, έτσι, διατύπωσε στη σημαία του και στο Σύναγμά του την μέχρι θανάτου απόφαση των Ελλήνων για την ελευθερία. Με τις διακηρύξεις του αυτές ακύρωνε όλες τις συμβιβαστικές διαθέσεις ορισμένων επιφανών λογίων, για αναβολή της επανάστασης των σκλαβωμένων στο μέλλον. Επιπλέον, εκφράζει την αποφασιστικότητά του, που κατόρθωσε να τη μεταγγίζει με τον Θούριό του (στίχ. 7-10) στους σκλαβωμένους Έλληνες, διακηρύσσοντας πως πρώτιστο αγαθό και πάνω από τη ζωή είναι η ελευθερία, μνημονεύοντας τα σαράντα χρόνια της ζωής του, τότε που συνέτασσε τον Θούριο:
    «Κάλλιο ναι μιας ώρας ελεύθερη ζωή
    παρά σαράντα χρόνοι σκλαβιά και φυλακή.

    Παράλληλα, με το ψήσιμο στη φωτιά παρομοιάζει τα βάσανα της σκλαβιάς που τόσα χρόνια υπέφεραν οι Έλληνες: Το παιδομάζωμα, τις θανατώσεις, τους αποκεφαλισμούς, τους ανασκολοπισμούς, τους εξισλαμισμούς, τις βαριές φορολογίες, τις αυθαιρεσίες, και γι’ αυτό αναφωνεί:
    Τι σ’ ωφελεί αν ζήσης και είσαι στη σκλαβιά;
    Στοχάσου πως σε ψένουν καθ’ ώραν στη φωτιά».

    blank
    Το ρόπαλο του Ηρακλέους με τους τρεις σταυρούς στην αρχή του Συντάγματος του Ρήγα στο χειρόγραφο των Κυθήρων, που απόκειται τώρα στη Βιβλιοθήκη της Βουλής και κάτω στη ρωσική μετάφραση του 1798, που βρίσκεται στη βιβλιοθήκη της Ρωσίας και ανευρέθηκε το 1964 από τον Ρώσο ιστορικό καθηγητή Γρηγόρι Αρς

    Επιπλέον, στη σημαία του ο Ρήγας προσθέτει και το εθνόσημο, ένα «ρόπαλο του Ηρακλέους με τρεις σταυρούς επάνω». Έρχεται κατ’ αυτόν τον τρόπο σε συνάφεια το Σύνταγμά του με τους συμβολισμούς, που ο Ρήγας καταχωρίζει στους χάρτες της δημοκρατικής του πολιτείας. Στον τίτλο της Χάρτας με τον Ηρακλή να παλεύει με την Αμαζόνα, στην παράσταση με το κοιμισμένο λιοντάρι στην Επιπεδογραφία της Κωνσταντινουπόλεως και στους χάρτες των Παρίστριων Ηγεμονιών της Βλαχίας και Μολδαβίας.

    Επισημαίνεται πως ο Ρήγας δεν έλαβε ως εθνόσημο τον φρυγικό σκούφο που είχε καθιερωθεί στην επαναστατημένη Γαλλία, από όπου, ωστόσο, παίρνει το δημοκρατικό Σύνταγμα των Ιακωβίνων του 1793 και το μεταφράζει προσθέτοντας αρκετά δικά του νέα στοιχεία. Ήθελε να έχει ελληνικά στοιχεία το εθνόσημό του. Ο φρυγικός σκούφος παρέπεμπε στην Ασία από όπου ήταν οι βάρβαροι κατακτητές, οι Πέρσες στην αρχαιότητα και τώρα οι Οθωμανοί.

    Για την απήχηση της σημαίας του Ρήγα αναφέρουμε πως την τρίχρωμη σημαία ύψωσε ο Αλέξανδρος Υψηλάντης στο Ιάσιο στις 22 Φεβρουαρίου 1821 και την οποία ευλόγησε ο μητροπολίτης Ιασίου Βενιαμίν στη Μονή των Τριών Ιεραρχών. Μόνο που αντί για το ρόπαλο είχε τον αναγεννώμενο Φοίνικα στη μια πλευρά και τον Σταυρό στην άλλη. Στο Δραγατσάνι με την τρίχρωμη σημαία θυσιάστηκε ο Ιερός Λόχος και αυτήν χρησιμοποίησε ο Δημήτριος Υψηλάντης κατά τη μετάβασή του στην Ελλάδα. Σε έγχρωμη λιθογραφία του L. Dupré (1825) την τρίχρωμη σημαία σαν του Υψηλάντη κρατάει ο αγωνιστής Νικόλαος Μητρόπουλος.

    blank
    Την τρίχρωμη σημαία σαν του Αλέξανδρου Υψηλάντη κρατάει
    ο επαναστάτης στην έγχρωμη λιθογραφία του L. Dupré (1825)

    Μάλιστα, ο Νικόλαος Υψηλάντης, αδελφός του Αλέξανδρου, στους «Νόμους Στρατιωτικούς» των επαναστατών ανέγραψε τις επεξηγήσεις του Ρήγα, για τα τρία χρώματα της σημαίας τους: «Το άσπρο σημαίνει την αθωότητα της δικαίας ημών επιχειρήσεως κατά των τυράννων, το μαύρο τον υπέρ πατρίδος και ελευθερίας θάνατον ημών κα το κόκκινον την αυτεξουσιότητα του ελληνικού λαού».

    Παρουσιάσαμε τη Σημαία του επαναστάτη Ρήγα με τους εμβληματικούς συμβολισμούς της, όπου διαμορφώνεται η οριστική απόφασή του για την επανάσταση των σκλαβωμένων Ελλήνων με τη διακήρυξή του σε δυο λέξεις, Ελευθερία ή Θάνατος. Αυτήν την πρωτοποριακή σημαία του Ρήγα με τους επαναστατικούς συμβολισμούς, η κρατική Επιτροπή εορτασμού της επετείου του 1821 λησμόνησε να συμπεριλάβει στα αναμνηστικά νομίσματα με την εξέλιξη της ελληνικής σημαίας.

    Δρ. Δημητρίος Καραμπερόπουλος

    (Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ», 30 Νοεμβρίου 2020, σελ. 49)

     

  • Το Μεσολόγγι και ο «Μύλλερ των Ελλήνων»

    Το Μεσολόγγι και ο «Μύλλερ των Ελλήνων»

    Τι κοινό έχει η Ιερή Πόλη του Μεσολογγίου με τη γνωστή για το Bauhaus πόλη Ντέσαου; Τον -μάλλον άγνωστο- ποιητή Βίλχελμ Μύλλερ, προπομπό του γερμανικού φιλελληνισμού. Ένθερμος υποστηρικτής της Επανάστασης του 1821, ο «Μύλλερ των Ελλήνων», όπως αποκλήθηκε, έγραψε 52 φιλελληνικά ποιήματα στα οποία συγκαταλέγονται και τέσσερα αποκλειστικά για το Μεσολόγγι.

    Επομένως, η κοινή πρωτοβουλία των δήμων Μεσολογγίου-Ντέσαου- Ρόσλαου (όπως ονομάζεται σήμερα) και της Ελληνογερμανικής Συνέλευσης για την ανάδειξη της ιστορικής μνήμης, ήταν επιβεβλημένη. Σκοπός της είναι η δημιουργία και παρουσίαση ενός έργου τέχνης με θέμα την Ελευθερία στη σύγχρονη εποχή και το οποίο θα παραμείνει στο Μεσολόγγι. Ήδη, στο πλαίσιο του πολιτιστικού προγράμματος «Artist in Residence» του Δήμου Μεσολογγίου φιλοξενείται η επιλεγείσα -κατόπιν διαγωνισμού- καλλιτέχνιδα/φωτογράφος Tσερίνα Καπς. Εντός του 2023 θα διοργανωθεί επίσης η έκθεση «Από τον Φιλέλληνα Βίλχελμ Μύλλερ στην Ειρηνική Επανάσταση του 1989».

    Ο φλογερός φιλέλληνας εμπνεύσθηκε τα ποιήματά του για το Μεσολόγγι συγκλονισμένος από την πολιορκία και το ολοκαύτωμα της μαρτυρικής πόλης. Τα εξέδωσε το 1826 στο Ντέσαου με δικά του έξοδα, ενώ τα έσοδα τα διέθεσε για τον ελληνικό αγώνα. Πρόκειται για τα εξής ποιήματα: «Το Φρούριο του Ουρανού», «Έπεσε το Μεσολόγγι», «Το Νέο Μεσολόγγι» και «Η Ανάληψη του Μεσολογγίου». Στο τελευταίο γράφει χαρακτηριστικά: «Μεσολόγγι, έπεσες; Όχι, δεν έπεσες· σ’ ένα θρίαμβο βροντής, στις φλόγες της αστραπής, επέταξες στον ουρανό….. Ελάτε, σεις, οι βασιλιάδες της χριστιανοσύνης, ελάτε, πάρτε απ΄ αυτή τη στάχτη και βάλτε την στις βασιλικές πορφύρες σας και σκορπίστε την στα στέμματά σας, πάνω από το χρυσάφι τους και τα διαμαντικά τους».

    Ο Μύλλερ δεν είχε απογοητευτεί, μάλιστα, ούτε μετά την ήττα στη Μάχη του Πέτα και θέλοντας να εμψυχώσει τον αγώνα των Ελλήνων και των φιλελλήνων, γράφει στο ποίημά του «Ο Μάρκος Μπότσαρης»: «Άνοιξε τις υψηλές σου πύλες, Μεσολόγγι, Πόλη των Tιμών / εκεί που κείνται τα κορμιά των Ηρώων, που μας διδάσκουν να πεθαίνουμε με χαρά! […] / Toυ Μάρκου Μπότσαρη σου φέρνουμε το ευγενές σώμα, / του Μάρκου Μπότσαρη!/ Ποιός θα τολμούσε να παραπονεθεί σε τέτοιους ήρωες;».

    Ο Γερμανός ποιητής έγραψε και ένα δοκίμιο μετά τον θάνατο του Λόρδου Βύρωνα στο Μεσολόγγι τον Απρίλιο του 1824 -που δεν τον άφησε φυσικά ασυγκίνητο- το οποίο ξεκινά με τη φράση: «Ο Λόρδος Μπάιρον πέθανε! Αυτή η είδηση έπεσε σαν κεραυνός εν αιθρία στους δρόμους του Mεσολογγίου και παντού σε όλη την Ελλάδα και τον κόσμο».

    Ποιός ήταν όμως ο Μύλλερ; Ο φλογερός υπέρμαχος και υμνητής της Ελληνικής Επανάστασης, γεννήθηκε το 1794 στο Ντέσαου από φτωχούς γονείς και έμεινε νωρίς ορφανός από μητέρα. Ο τεχνίτης πατέρας του κατάφερε, χάρη στον δεύτερο γάμο του, να ορθοποδήσει οικονομικά και μπόρεσε να στείλει τον γιο του στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου, όπου σπούδασε φιλολογία. Ως φοιτητής πήρε μέρος στους πολέμους κατά του Ναπολέοντα. Σε ένα εκπαιδευτικό ταξίδι του στην Ιταλία και την Ελλάδα για τη συλλογή αρχαιοελληνικών επιγραφών, ξύπνησε μέσα του η συμπάθεια για τον απελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων. Παρακολουθούσε συνεχώς την εξέλιξή του, αρθρογραφούσε υπέρ του και άρχισε ήδη από την έναρξη της αβέβαιης ακόμα έκβασης της Επανάστασης να γράφει τα «Τραγούδια των Ελλήνων». Η πρώτη αυτή φιλελληνική συλλογή του έγινε ανάρπαστη μέσα σε έξι εβδομάδες. Την «αιώνια φρεσκάδα και τη νεανική πρωτοτυπία» των ποιημάτων του θαύμαζε μάλιστα και ο σπουδαίος ποιητής Χάινριχ Χάινε.

    Ο βάρδος του 1821 έγινε ο σημαντικότερος εκπρόσωπος, ο προφήτης και ψυχή του γερμανικού φιλελληνισμού και δεν πτοήθηκε από τις διώξεις και την απαγόρευση των ποιημάτων του. Συνέχισε να γράφει ποιήματα, συνολικά έξι ομώνυμες συλλογές («Τα τραγούδια των Ελλήνων») μέχρι το 1826, στα οποία υποστηρίζει ανεπιφύλακτα τους εξεγερμένους Έλληνες. Στηλιτεύοντας δε την πολιτική κατάσταση στην Ευρώπη και τη Γερμανία συνήγειρε τη νεολαία της εποχής, η οποία αντιτασσόταν στις διώξεις και την απολυταρχία του Μέτερνιχ, αφού στον ελληνικό απελευθερωτικό αγώνα έβλεπαν το πρότυπο ενός δίκαιου αγώνα για ελευθερία. Στο ποίημα «Η ελπίδα της Ελλάδας» -και όχι μόνο- ο Μύλλερ επικρίνει τη στάση των Ευρωπαίων και την ανθελληνική Ιερή Συμμαχία: «Ησυχία και Ειρήνη θέλει η Ευρώπη, γιατί τους τα χάλασες; / Μην ελπίζεις στη βοήθεια κανενός Κυρίου, όταν αυτή στρέφεται ενάντια στη χαρά ενός άλλου Κυρίου / η Ευρώπη ακόμη και τα μαξιλάρια του σουλτάνου θρόνο τα ονομάζει».

    Όλα τα ποιήματά του μεταφράστηκαν και τον έκαναν διάσημο στην Ευρώπη. Έτσι καθιερώθηκε το προσωνύμιο ο «Μύλλερ των Ελλήνων». Μεταξύ όσων είναι αφιερωμένα στα μεγάλα τραγικά γεγονότα ή στους ήρωες της Επανάστασης συγκαταλέγονται επίσης «Ο Ιερός Λόχος», «Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης εις το Muncacs», στο οποίο τον παρομοιάζει με τον Λεωνίδα και τους Σπαρτιάτες. Αλλά και το ποίημά του «Ο Μικρός Υδραίος» προκάλεσε μεγάλη συγκίνηση και έγινε ιδιαίτερα δημοφιλές στη Γερμανία, όπου και παραμένει ακόμη γνωστό. Επίσης, έγραψε τα ποιήματα «Η συμμαχία με τον Θεό» και «Ο Χίος» (αναφέρονται στις σφαγές της Χίου), «Ο Κωνσταντίνος Κανάρης» και πολλά άλλα.

    Ορισμένα ποιήματα του Μύλλερ μελοποιήθηκαν από τον Φραντς Σούμπερτ και τον Γιοχάνες Μπραμς. Στην Ελλάδα, είναι γνωστό το ρομαντικό τραγούδι «Η Φλαμουριά» από τη συλλογή ποιημάτων «Χειμερινό Ταξίδι», του Σούμπερτ. Παράλληλα μετέφρασε με μεγάλη επιτυχία στα γερμανικά και εξέδωσε στη Λειψία το 1825 τα «Ελληνικά Δημοτικά Τραγούδια» του κλασικού έργου τού -επίσης άγνωστου- Γάλλου Κλοντ Φοριέλ, ένα ακόμα μεγάλο επίτευγμά του.

    Στό εμβληματικό ποίημα «Η Ελλάς και ο κόσμος», ο Μύλλερ αρχίζει και τελειώνει με τους δύο περίφημους στίχους του: «Χωρίς Ελευθερία, τι θα ήσουν Ελλάς; Χωρίς εσένα, Ελλάς, τι θα ήταν ο κόσμος;».

    Ο ποιητής Βίλχελμ Μύλλερ δεν πρόλαβε να δει την αγαπημένη του Ελλάδα ελεύθερη, καθώς πέθανε ξαφνικά από εγκεφαλικό το 1827 σε ηλικία μόλις 33.

  • Η εκπαίδευση πριν την Επανάσταση του 1821

    Η εκπαίδευση πριν την Επανάσταση του 1821

    Σημαντικές σχολές ελληνικής Παιδείας, καθώς επίσης κατά τόπους σχολεία, οικοδιδασκαλεία και άτυπη διδασκαλία από τους εγγράμματους για τη βασική γνώση ανάγνωσης και γραφής, συνθέτουν την εικόνα της εκπαίδευσης κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας.

    Ειδικότερα όσον αφορά την προεπαναστατική περίοδο, στα τέλη του 18ου αιώνα, η άνοδος της εμπορικής τάξης, η διάχυση των ιδεών του Διαφωτισμού και η σταδιακή ανάπτυξη εθνικής ιδεολογίας έφεραν αλλαγές στον τρόπο και το περιεχόμενο της διδασκαλίας, με τον Κοραή στις αρχές του 19ου αιώνα να υπογραμμίζει τη σημασία της εθνικής διάστασης της Παιδείας για την ανάπτυξη της ελληνικής συνείδησης.

    Γενικά, η εκπαίδευση περιελάμβανε δύο τύπους σχολείων: έναν κατώτερου επιπέδου, το σχολείο των κοινών γραμμάτων και έναν μέσου επιπέδου, το σχολείο των ελληνικών γραμμάτων. Στις αρχές του 19ου αιώνα, ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός άλλαξε την εικόνα της παρεχόμενης εκπαίδευσης, με την ίδρυση νεωτερικών σχολείων και αλλαγές στα προγράμματα σπουδών στις σχολές ελληνικών γραμμάτων.

    Το σχολείο των κοινών γραμμάτων

    Ουσιαστικός ήταν ο ρόλος των σχολείων των κοινών γραμμάτων στον αλφαβητισμό της ελληνικής κοινωνίας κατά τα χρόνια της Τουρκοκρατίας.

    Σε αυτό τον τύπο σχολείων, οι μαθητές λάμβαναν στοιχειώδεις γνώσεις ανάγνωσης γραφής και αριθμητικής. Τα σχολεία αυτά κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας δεν είχαν θεσμική υπόσταση, καθώς λειτουργούσαν άτυπα στο πλαίσιο της κοινότητας ή της ενορίας. Μόνο προς τα τέλη του 18ου αιώνα άρχισαν να δημιουργούνται τέτοιου είδους δομές δίπλα στα σχολεία των ελληνικών γραμμάτων. Χρέη δασκάλου έκανε συνήθως ο ιερέας της ενορίας ή οποιοσδήποτε είχε βασικές γνώσεις, όπως ένας έμπορος, ένας ράφτης ή ένας παπουτσής. Για τη στέγαση, αρκούσε ένα δωμάτιο στον περίβολο της εκκλησίας, ένα κελί μοναστηριού ή το εργαστήρι ενός επαγγελματία.

    Το άτυπο «πρόγραμμα σπουδών», όπως θα το ονομάζαμε σήμερα, άρχιζε με τα γράμματα της αλφαβήτου σε πινακίδια και συνέχιζε με τον συλλαβισμό και την ανάγνωση. Τα βιβλία και τα κείμενα με τα οποία εξασκούνταν οι μαθητές στην ανάγνωση ήταν θρησκευτικά.

    Ωστόσο, λίγο πριν τις αρχές του 19ου αιώνα άρχισαν να εκδίδονται τα πρώτα αλφαβητάρια με απλά κείμενα σε κατανοητή γλώσσα για την εξάσκηση των μαθητών στην ανάγνωση, εισάγοντας παράλληλα νέες μεθόδους για την εκμάθηση των γραμμάτων.

    Το γράψιμο αποτελούσε ξεχωριστό «μάθημα», αλλά δεν έφταναν όλοι οι μαθητές σε αυτό το επίπεδο.

    Αξίζει, σε αυτό το σημείο, να επισημανθεί ότι η εκμάθηση των βασικών γνώσεων δεν περνούσε απαραίτητα από τα σχολεία. Οποιοσδήποτε με στοιχειώδεις γνώσεις -είτε μέσα από την οικογένεια είτε όχι- μπορούσε να διδάξει σε κάποιο παιδί γραφή και ανάγνωση. Οι εύπορες οικογένειες μπορούσαν να προσλάβουν κάποιον οικοδιδάσκαλο, ενώ υπήρχε και η έμμισθη ιδιωτική διδασκαλία.

    Το σχολείο των ελληνικών γραμμάτων

    Σημαντικές σχολές, όπως η Πατριαρχική Σχολή της Κωνσταντινούπολης, η Σχολές της Σμύρνης, της Χίου, των Αγράφων, των Ιωαννίνων, του Ιασίου και του Βουκουρεστίου ανήκουν στον τύπο αυτό των σχολείων.

    Σε αυτό το επίπεδο, κύριος σκοπός ήταν η μελέτη της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, στοιχείων φιλοσοφίας και επιστημών. Συνήθως, στις σχολές αυτές κατά τον 18ο αιώνα υπάρχουν δύο κύκλοι σπουδών: ένας για τη διδασκαλία της γραμματικής, του συντακτικού και της μελέτης αρχαίων κειμένων και ένας φιλοσοφίας.

    Η προοδευτική αύξηση του αριθμού των μαθητών δημιούργησε την ανάγκη στέγασης των σχολών αυτών, η οποία αντιμετωπιζόταν είτε με την οικοδόμησης νέου και μεγαλύτερου διδακτηρίου, είτε με την αγορά ή ενοικίαση ενός ευρύχωρο οικήματος. Αξίζει να σημειωθεί, ότι σε όλα σχεδόν τα σχολικά κτίρια της εποχής προβλεπόταν χώρος για βιβλιοθήκη.

    Το πρόγραμμα σπουδών διαμορφωνόταν από τους διδάσκοντες, σε συνεργασία με τον σχολάρχη και με βάση τις δυνατότητες των διδασκόντων. Πάντως, στις αρχές του 19ου αιώνα, εμπλουτίζονται με νέα μαθήματα, όπως ξένες γλώσσες και μαθηματικά.

    Το όραμα της αναγέννησης της Ελλάδας μέσω της Παιδείας

    Τα τελευταία 50 χρόνια πριν από την Επανάσταση του 1821 χαρακτηρίζονται από την «άνθιση» του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Έτσι, κατά τα πρότυπα του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, δόθηκε έμφαση στον ορθό λόγο και στη διδασκαλία των επιστημών. Στις αρχές του 19ου αιώνα, η συμβολή του Αδαμάντιου Κοραή στην ανανέωση της Παιδείας και στη σύνδεσή της με την αναγέννηση της Ελλάδας θα παίξει σημαντικό ρόλο.

    «Για τον Κοραή η παιδεία συνδέεται με το όραμα της αναγέννησης της Ελλάδας, που θα επιτευχθεί με τη διάχυση των φώτων σε όλα τα κοινωνικά στρώματα. Βασική προϋπόθεση για την αναγέννηση του έθνους είναι μια σχολική εκπαίδευση, που θα χειραγωγείται από τη “φιλοσοφία”. Μια εκπαίδευση απαλλαγμένη από τα αρχαϊκά στοιχεία της, που θα αξιοποιεί δημιουργικά την αρχαία ελληνική παράδοση και συγχρόνως θα είναι ανοικτή στα νεωτερικά ρεύματα της φωτισμένης Δύσης», γράφει ο Κώστας Λάππας στην «Ιστορία του Νέου Ελληνισμού».

    Οι ιδέες του Κοραή για την εκπαίδευση βρήκαν στηρίγματα σε κύκλους διανοούμενων και εμπόρων, που στήριξαν τις προσπάθειές του. Έτσι, γύρω στο 1800, άρχισαν τη λειτουργία τους σχολεία στις Κυδωνίας, τα Ιωάννινα, τη Σμύρνη και αλλού, με έμφαση στην αρχαία ελληνική φιλολογία, τη φιλοσοφία, υιοθετώντας σύγχρονες για την εποχή διδακτικές μεθόδους. Αξίζει να σημειωθεί, ότι και η Πατριαρχική Σχολή της Κωνσταντινούπολης ακολούθησε το ανανεωτικό πνεύμα της εποχής.

    Τα νεωτερικά σχολεία ιδρύθηκαν κυρίως σε αστικά κέντρα από από κοινότητες και εμπόρους που είχαν τη δυνατότητα να αναλάβουν την οικονομική τους υποστήριξη, χωρίς ωστόσο να λείπει η ενίσχυση από ενοριακές εκκλησίες, ιδιώτες και συντεχνίες αστικών κέντρων και ιδιαίτερα της Κωνσταντινούπολης.

    Πλέον, γενικεύθηκε η χρήση εποπτικών μέσων, επιστημονικών οργάνων και έντυπων σχολικών εγχειριδίων (μαθηματικών, φυσική, χημείας, ρητορικής, γεωγραφίας, ιστορίας, γραμματικής, συλλογές αρχαίων ελληνικών κειμένων).

    Η διάρκεια των σπουδών εξαρτώταν από τα διδασκόμενα μαθήματα, ενώ για πρώτη φορά θεσμοθετήθηκε η διάρκεια του σχολικού έτους το 1810, στο Λύκειο του Βουκουρεστίου.

    Όταν ξέσπασε, η Επανάσταση κατέστησε αδύνατη τη συνέχιση της λειτουργίας των σχολείων, λόγω των συνθηκών. Ωστόσο, κομβικός παραμένει ο ρόλος του εγχειρήματος της διάδοσης των ελληνικών γραμμάτων και των επιστημών στην ανάπτυξη της ελληνικής εθνικής συνείδησης, που συνέβαλε στην Επανάσταση του 1821.

  • O «Μυτιληνιός» Μπαρμπαρόσα

    O «Μυτιληνιός» Μπαρμπαρόσα

    Την παρουσία του «Μυτιληνιού» μεγάλου αρχιναυάρχου του οθωμανικού στόλου Χαϊρεντίν πασά, πιο γνωστού ως Μπαρμπαρόσα (από την ιταλική λέξη Barbarossa, «κοκκινογένης», στα τουρκικά Barbaros), φέρνει στο φως η συνεχιζόμενη έρευνα την Εφορείας Αρχαιοτήτων Λέσβου, τόσο στα αρχεία όσο και στα τείχη αλλά και στα άλλα μνημεία του κάστρου της Μυτιλήνης. Το μεγάλου μνημείου τοπόσημου όλης της Λέσβου στο οποίο συνεχίζονται οι ανασκαφικές και αναστηλωτικές εργασίες.

    Ο Μπαρμπαρόσα, σύμφωνα με τις πηγές γεννήθηκε στη Μυτιλήνη.

    Μια άγνωστη επιγραφή χαραγμένη σε γκρίζο μάρμαρο που βρέθηκε σε πύργο της νοτιοανατολικής πλευράς του οθωμανικού τμήματος του κάστρου της Μυτιλήνης αναφέρεται στον Σπαχή Γιακούπ Αγά, ο οποίος ήταν πατέρας του Μπαρμπαρόσα και είχε εγκατασταθεί στη Μυτιλήνη με την άλωση της πόλης το 1462 με διαταγή του Πορθητή, είχε παντρευτεί μια Ελληνίδα, και είχε μείνει στο νησί εκπροσωπώντας το Οθωμανικό κράτος. Στην οθωμανική (με αραβικά γράμματα) επιγραφή του κάστρου της Μυτιλήνης αναφέρονται τα εξής: «Την κατασκευή αυτού του μεγαλοπρεπούς κάστρου διέταξε ο Μέγας Σουλτάνος και Tέλειος Χαν ο Γιος του Σουλτάνου Μεχμέτ Χαν, ο Σουλτάνος Μπεγιαζίτ. Ο Θεός να κάνει αιώνια τη σουλτανία του και το κράτος του. Αυτό (σ.σ. το έργο) το έκανε ο γιος του Άντεμ, Εμίρ Γιακούπ, το έτος 890.»

    Ο Γιακούπ Αγά συμμετείχε στην άλωση του νησιού μαζί με τον Πορθητή το 1462 και με απόφαση του Πορθητή έγινε ο «προστάτης» του νησιού, ο διοικητής του νέου κάστρου και όλου του νησιού δηλαδή. Με την άδεια του Πορθητή, παντρεύτηκε με Ρωμιά Μυτιληνιά με την οποία απέκτησε τέσσερις γιους που γεννήθηκαν όλοι στη Μυτιλήνη: Τον Ισχάκ, τον Ορούτς, τον Χιζίρ που μετονομάστηκε σε Μπαρμπαρός και τον Ιλιάς.

    Η ανακάλυψη, η οποία σύμφωνα με ειδικούς επιστήμονες έχει ισχυρές πιθανότητες να είναι πραγματικότητα, έρχεται να διαψεύσει «θρύλους» που ενώ αναφέρονταν στη Μυτιληνιά καταγωγή του Οθωμανού αρχιναυάρχου, έλεγαν ότι ο Μπαρμπαρόσα ήταν γόνος είτε Μυτιληνιών που αλλαξοπίστησαν, ή ακόμα και γενίτσαρος που είχε αρπαχτεί σε παιδομάζωμα από το σημερινό Παλαιόκηπο της Γέρας!

    Ο Μπαρμπαρόσα θεωρείται ο κατεξοχήν οργανωτής του οθωμανικού στόλου, στον οποίο κατείχε τον βαθμό του ναυάρχου. Αργότερα έγινε σουλτάνος του Αλγερίου και τελικά μπεηλέρμπεης (Αρχιμπέης) του Αιγαίου, ένα από τα μεγαλύτερα οθωμανικά αξιώματα. Κατά τη διάρκεια των κατακτητικών και αρπακτικών επιδρομών του ο Μπαρμπαρόσα έστειλε τους πειρατές του εναντίον πολλών νησιών του Αιγαίου, ειδικά στις Κυκλάδες, ουδέποτε όμως στη Λέσβο.

    Όπως οι ανασκαφές αποδεικνύουν ο Μπαρμπαρόσα είχε πλήρη συνείδηση της καταγωγής του από τη Λέσβο και της σύνδεσης του με το κάστρο της πόλης, του οποίου υπήρξε ευεργέτης.

    Στις ανασκαφές στο κάτω κάστρο της Μυτιλήνης και πάνω από την επίχωση της βυζαντινής πόλης από τα ερείπια του βυζαντινού Μελανουδίου, του περιτειχισμένου προαστίου της πόλης που πρώτο κατέλαβαν οι Οθωμανοί το 1462, ανακαλύφθηκε ένας εντυπωσιακός λουτρός – χαμάμ. Αυτός σύμφωνα με τις πηγές που υποστηρίζουν ότι ο Μπαρμπαρόσα έφτιαξε ένα χαμάμ δώρο στους κατοίκους της Μυτιλήνης, είναι το δώρο του Μπαρμπαρόσα.

    Ήδη, έχει συντηρηθεί πλήρως το εύρημα και είναι μέρος του επισκέψιμου πια μεγάλου αρχαιολογικού χώρου του κάτω κάστρου της Μυτιλήνης.

    Στον κυρίως όμως, χώρο του κάστρου εκεί όπου ήταν άλλοτε χτισμένη η αρχαία ακρόπολη της Μυτιλήνης ο Μπαρμπαρόσα έχτισε το κτήριο του οθωμανικού ιεροδιδασκαλείου (Μενδρεσέ). Σύμφωνα με τις αρχειακές πηγές, ο Μενδρεσές ήταν ίδρυμα του Μπαρμπαρόσα.

    Το κτίσμα του 15ου αιώνα, το οποίο σώζεται ακέραιο, είναι τετράγωνο, διώροφο με κεντρική αυλή και χώρους περιμετρικά διατεταγμένους σε σχήμα Π, οι οποίοι αναπτύσσονται σε δύο ορόφους. Το ισόγειο λειτουργούσε ως δημόσιο μαγειρείο-πτωχοκομείο (ιμαρέτ). Οι χώροι του ισογείου είναι θολοσκεπείς και φωτίζονται μόνο από την πλευρά της αυλής. Στον δεύτερο όροφο, στη βορειοανατολική γωνία του, δεσπόζει μια τετράγωνη τρουλαία αίθουσα μεγάλου ύψους. Στο μέσον της νοτιοανατολικής πλευράς διαμορφώνεται μικρή κόγχη (μιχράμπ). Πρόκειται για τον χώρο προσευχής και διδασκαλίας του Μεντρεσέ. Εσωτερική στοά οδηγεί στα κελιά των σπουδαστών (σοφτάδες) και των διδασκόντων (μουλάδες).

    Στο οθωμανικό ιεροδιδασκαλείο οι μουσουλμάνοι σπουδαστές διδάσκονταν το Κοράνιο, την αραβική γλώσσα, καθώς επίσης αστρονομία και νομική. Ενδεχομένως το κτήριο να λειτούργησε και ως ασκητήριο σουφικών ταγμάτων δερβίσηδων.

    Το μνημείο παρουσιάζει σοβαρά προβλήματα που χαρακτηρίζουν την κατάστασή του επισφαλή, γι’ αυτό και αποφασίστηκε η αναστήλωση του. Έργο, το οποίο από το περασμένο καλοκαίρι εντάχθηκε προς υλοποίηση στο Ταμείο Ανάκαμψης με προϋπολογισμό περί τα δυο εκατομμύρια ευρώ.

    του Σ. Μπαλάσκα

  • Το νομοσχέδιο Τρίτση για την εκκλησιαστική περιουσία (video)

    Το νομοσχέδιο Τρίτση για την εκκλησιαστική περιουσία (video)

    Σαν σήμερα (12/3/1987) ξεσπά σφοδρή κρίση μεταξύ Εκκλησίας και Κυβέρνησης, με αφορμή το νομοσχέδιο Τρίτση που θέτει υπό κρατικό έλεγχο την εκκλησιαστική περιουσία.

    Την περίοδο 1985-87, με την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ επιχειρήθηκε για πρώτη φορά μια οργανωμένη προσπάθεια για να ρυθμιστεί το θέμα της εκκλησιαστικής και της μοναστηριακής περιουσίας.

    Τότε συγκροτήθηκε μια επιτροπή διαλόγου στην οποία συμμετείχαν από την πλευρά της κυβέρνησης ο τότε υπουργός Παιδείας Αντώνης Τρίτσης και από την πλευρά της Εκκλησίας ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Ανθιμος (τότε Αλεξανδρούπολης) και ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος (τότε μητροπολίτης Δημητριάδος).

    Μπορεί ο τότε πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου και ο τότε Αρχιεπίσκοπος Σεραφείμ να κρατούσαν ουδέτερη στάση αλλά οι διαφωνίες ήταν πολλές και μεγάλες.

    Τα συλλαλητήρια

    Το σχέδιο Συμφωνίας, που πρότεινε ο Αντωνης Τρίτσης, είχε διάρκεια 100 χρόνων και αφορούσε στην ανάπτυξη της εκκλησιαστικής περιουσίας και αξιοποίησή της από τους αγροτικούς συνεταιρισμούς, που θα απέδιδαν 10% στην Εκκλησία και 5% στο κράτος. Ο Τρίτσης πρότεινε, μάλιστα, να παραχωρήσει η Εκκλησία τη μη αστική της περιουσία στην Πολιτεία.

    Οι αντιδράσεις ήταν έντονες. Ο Αντώνης Τρίτσης επιμένει και δεν δέχεται καμία υποχώρηση. Στις 12 Μαρτίου του 1987 φέρνει στη Βουλή νομοσχέδιο για τη μοναστηριακή περιουσία, το οποίο περιελάμβανε διατάξεις που προέβλεπαν τη συμμετοχή λαϊκών στα μητροπολιτικά και εκκλησιαστικά συμβούλια.

    Στις 19 Μαρτίου 1987 η Ιεραρχία ανακοινώνει συλλαλητήρια σε όλη την Ελλάδα και ταυτόχρονα ενημερώνει το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών. Μάλιστα, αποφασίζει να απέχει από τη δοξολογία της 25ης Μαρτίου. Τελικά, παρά τις αντιδράσεις, ο νόμος 1700/1987 που αφοροούσε ρύθμιση θεμάτων της εκκλησιαστικής περιουσίας,ψηφίστηκε στις 2 Απριλίου, ωστόσο, δεν εφαρμόστηκε ποτέ. Λίγο αργότερα, ο Αντώνης Τρίτσης παραιτείται.

    Το ντιμπέιτ

    Λίγες εβδομάδες νωρίτερα, στις 23 Μαρτίου 1987, στην κρατική ΕΡΤ υπήρξε μια μνημειώδης τηλεοπτική αντιπαράθεση. στην εκπομπή «Ανοιχτά Χαρτιά» του Βίκτωρα Νέτα.

    Συμμετέχουν από την πλευρά της Εκκλησίας οι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες Δημητριάδος και Αλμυρού κ.κ. Χριστόδουλος (μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος) και ο Σεβ.Μητροπολίτης Αλεξανδρουπόλεως κ.κ. Άνθιμος (νυν Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης) και από την πλευρά της πολιτείας ο Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων κ. Αντώνης Τρίτσης και ο Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου και Νομικός Σύμβουλος του Πρωθυπουργού, κ. Γεώργιος Κασσιμάτης.ε.

    Στην ιστορία έχει μείνει το παραπάνω βίντεο όταν Τρίτσης, Χριστόδουλος και Ανθιμος διασταύρωσαν τα ξίφη τους.

  • Γεγονότα από την ιστορία των Κυθήρων

    Γεγονότα από την ιστορία των Κυθήρων

    Η Ελένη Χάρου δημοσιεύει ένα σημείωμα που βρήκε στο αρχείο της. Όπως αναφέρει στο ιστολόγιό της το δημοσιεύει με κάθε επιφύλαξη χωρίς να γνωρίζει την πηγή και διατηρώντας την ορθογραφία και τη διατύπωση.

    ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΚΥΘΗΡΩΝ

    1824: Ο Ιωάννης Μικέλης συνέγραψε ιστορία των Κυθήρων.

    1824: Εψάλη επίσημος δέησις εις Μονήν Μυρτιδίων υπό ιερέως Πύρρου Θεσσαλού υπέρ ευοδώσεως του αγώνος με αποτέλεσμα την διαταγήν της αμέσου εγκαταλείψεως της νήσου.

    1825: (Φεβρουάριος- Απρίλιος) Ο Ναύαρχος Ανδρέας Μιαούλης εις Κύθηρα.

    1825: Ανέγερσις Αγίου Κοσμά (Ξερουλάκι)

    1826: Απέστειλαν οι Κυθήριοι επιστολάς προς τους προύχοντας Σπετσών και της Ύδρας με την προσφοράν, όπως χρησιμεύσουν ως σύνδεσμος μεταξύ των διαφόρων Ελλήνων.

    1826: Κτίσιμον 12 γεφυρών Λιβαδίου.

    1827: Κατάργησις της επιβληθείσης αγγαρείας υπό των Άγγλων.

    1829: Ίδρυσις Λυκείου Κυθήρων.

    1831: Μεγάλη νεροποντή εις Φριλιγκιάνικα και Μητάτα.

    1837: Φιλοτέχνησις υπό Νικολάου Σπιθάκη αργυράς εικόνος Ορφανής.

    1839: Φιλοτέχνησις υπό Νικολάου Σπιθάκη επιχρύσου Αγίας Μόνης.

    1840: Φιλοτέχνησις υπό Νικολάου Σπιθάκη αργυράς Παναγίας Κοντελετούς.

    1840: Ήρχισε ο ριζοσπαστικός αγών

    1840: Ήρχισε η ανέγερσις της Αγίας Μόνης.

    1840: Ίδρυσις  Ιονίου Τραπέζης.

    1841: Διάταγμα επαναφοράς Παναγίας Μυρτιδιώτισσας στο μοναστήρι.

    1851-1855: Ανέγερσις Παναγίας Μυρτιδιωτίσσης.

    1854: Έγινε ο φάρος του Καψαλίου.

    1857: Κατασκευή φάρου Μουδαρίου.

    1863: Δήλωσις της Βασιλίσσης της Αγγλίας ότι θα εδέχετο την ένωσιν με την Ελλάδα της Επτανήσου, εάν εξέφραζε την ευχήν αυτήν ο λαός της Επτανήσου.

    1863: Ψήφισις πανηγυρική της Ενώσεως.

    1863-1864: Υπογραφή των συνθηκών.

    1864: Αι Αγγλικαί αρχαί φεύγουν.

    1864: Επίσκεψις του Γεωργίου Α΄εις το Καψάλι-Χώρα.

    1866: Ο Κυριάκος Βενιζέλος με τον διετή Ελευθέριον έρχεται στο νησί.

    1869: Συγχώνευσις Δήμου Φρατσίων εις τον Κυθηρίων.

    1871: Ανέγερσις ναού Αγίας Ελέσης.

    1874: Ο Σλήμαν επισκέπτεται τα Κύθηρα.

    1875: Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων ο Στυλιανός Κασιμάτης.

    1877-78: Ο Ελευθέριος Βενιζέλος έρχεται εις Κύθηρα και διαμένει εις το Λιβάδι.

    1877: Επιδημία διφθερίτιδος στο νησί.

    1878: Συνεστήθη εις Ποταμόν Ελληνικόν Σχολείον.

    1878: Επιστράτευσις

    1880: Ήρχισεν η προσέγγισις ατμοπλοίων Αυστριακών προερχομένων εκ Τεργέστης τον Χειμώνα στον Αυλαίμονα, Καλοκαίρι στο Καψάλι.

    1880: Εισήχθησαν σιδηρά ελαιοπιεστήρια εκ Τεργέστης.

    1885: Επιστράτευσις.

    1892: Ήρχισεν η προσέγγισις Ελληνικών ατμοπλοίων εις Αγία Πελαγία.

    1894: Κατασκευή δρόμου Χώρας- Καψαλίου

    1897: Κυθήριοι της Σμύρνης 25.000

    1897: Επιστράτευσις.

    1898: Ανέγερσις Σχολείου Ποταμού.

    1900: Ήρχισεν η μετανάστευσις στην Αμερική.

    1900: (Απρίλιος) Εύρεσις εφήβου των Αντικυθήρων.

    1901: Ανέγερσις Σχολείου Καρβουνάδων, Μυλοποτάμου.

    1901: Εγκατάστασις ως Επισκόπου του Ευθυμίου Καββαθά.

    1900-1903: Υπουργός Παιδείας ο Σπύρος Στάης.

    1902: Ανέγερση Σχολείου Μυλοποτάμου

    1903: Ανέγερση Σχολείων Λειβαδίου, Φρατσίων, Μητάτων.

    1903: Ανηγέρθη Σηματολογικός Σταθμός Μουδαρίου.

    1903: Υπαγωγή στον νομό Λακωνίας εκ της Αργολιδοκορινθίας.

    1903: (29 Ιουλίου) Σεισμική δόνησις (διάρκεια 8’’) Καταστροφή Μητάτων.

    1905: Ίδρυσις Υποκαταστήματος Εθνικής Τραπέζης.

    1906: Κατασκευή δρόμου Δοκάνων- Φρατσίων.

    1908: Ανέγερσις Σχολείου Χώρας.

    1908: Ίδρυσις συλλόγου «Λαϊκός Σύλλογος η Δικαιοσύνη»

    1908: Εγκαίνια Ιλαριωτίσσης «Ζωοδόχου Πηγής»

    1909: Ίδρυσις Κυθηραϊκού Συνδέσμου στη Χώρα

    1909: Κατάργησις νομού Λακωνίας και υπαγωγή εις Αργολιδοκορινθίαν.

    1910: Ήρχισεν ομαδική  μετανάστευσις εις Αυστραλίαν.

    1911: Αποκαλυπτήρια της προτομής Στρατηγού Κορωναίου.

    1911: Λειτουργία στο Λιβάδι του πρώτου υδραυλικού ελαιουργείου.

    1912: Επιστράτευσις.

  • «7 πόλεμοι, 4 εμφύλιοι, 7 πτωχεύσεις»… για τον Γιώργο Δερτιλή

    «7 πόλεμοι, 4 εμφύλιοι, 7 πτωχεύσεις»… για τον Γιώργο Δερτιλή

    «Γεγονότα μιας ιστορίας δύο αιώνων, βιώματα τραυματικά που απωθήσαμε βαθιά μέσα μας, ξεχασμένες χρεοκοπίες με τη σφραγίδα της αμάθειας και της δημαγωγίας, κρίσεις που μας υποδούλωσαν στην ένδεια, στις πλάνες και στο ψεύδος, πόλεμοι πολύνεκροι, εμφύλιοι πολύνεκροι, γεγονότα που απομακρύναμε στη λήθη για να γλιτώσουμε από τη φρίκη και τις τύψεις – ενώ η μόνη κάθαρση θα ήταν η μνήμη και η επίγνωσή τους. Ας ανοίξουμε τα μάτια και την ψυχή μας στην Ιστορία, που εξορίζει τη λήθη και φέρνει στην Α-Λήθεια.

    Από τα αίτια της κρίσης, το βιβλίο αναζητεί τα βαθύτερα: αυτά που ξεριζώνονται δυσκολότερα γιατί είναι γερά ριζωμένα στη νεοελληνική ιστορία. Αίτια που επαναλαμβάνονται στις επτά πτωχεύσεις που βίωσαν οι Έλληνες από το 1824 έως τις μέρες μας. Αν οι έλληνες πολίτες γνώριζαν τα σφάλματα που οδήγησαν στις έξι πρώτες πτωχεύσεις της Ιστορίας μας, θα είχαμε αποφύγει την έβδομη. Αν οι έλληνες πολιτικοί γνώριζαν τα σφάλματα που οδήγησαν στους εμφυλίους πολέμους της Ιστορίας μας, θα είχαν αποκηρύξει τις εμφυλιοπολεμικές τους δημαγωγίες. Αυτά τα απλά πράγματα θέλω κυρίως να πω με αυτό το βιβλίο, το τελευταίο που γράφω, γιατί σαράντα χρόνια στο επάγγελμα του ιστορικού και του δάσκαλου είναι βαρύ φορτίο.

    Η εμφυλιοπολεμική δημαγωγία οδηγεί σε δικτατορία με κουρελιασμένο μανδύα ψευδοκοινοβουλευτισμού. Βαριά η λέξη, αλλά όχι άδικη. Είναι άραγε ασήμαντες οι ανοησίες και οι ψευτιές των ‘‘εκπροσώπων του Λαού’’ που παρελαύνουν στις οθόνες; Είναι μήπως τυχαίοι οι ψευτοδιαξιφισμοί και οι αλληλοκατηγορίες, τα σκισμένα μνημόνια, οι ελαστικές συνειδήσεις και τα ανύπαρκτα ή ψευδή ‘‘πόθεν έσχες’’; Και είναι περίεργο που οι μισοί τουλάχιστον Έλληνες έχουν υποβάλει την παραίτησή τους ως ψηφοφόροι και ως πολίτες και αφήνονται στο έλεος των φαύλων, ανίκανων, αμόρφωτων και ανόητων ανθρώπων που ψηφίζουν τους νόμους του εκάστοτε αφέντη-πρωθυπουργού;

    Ωστόσο, δεν είναι σκοτεινές όλες οι σελίδες του βιβλίου. Υπάρχουν και οι παρενθέσεις της αισιοδοξίας που χρειαζόμαστε για να παίρνουμε κουράγιο ενάντια στην παραίτηση. Στις παρενθέσεις αυτές προσπαθώ να δείξω πότε και πώς είναι πιθανό και εφικτό να τελειώσει η κρίση. Με αισιοδοξία, λοιπόν, κλείνει το βιβλίο, και μακάρι να βγω αληθινός.»

    blank

     

     

     

     

     

     

     

    Ο καθηγητής Δερτιλής είναι ένας ‘‘Κυθήριος’’* ιστορικός, δεξιός για τους αριστερούς κι αριστερός για τους δεξιούς**. Γνωριστήκαμε όταν παρακούοντας το επώνυμό του, του ζήτησα διευκρινίσεις για να τον εξυπηρετήσω στην εργασία μου. «Δερτιλής, μου εξήγησε, όχι Ντερτιλής.» Ύστερα συναντηθήκαμε αρκετές φορές στο νησί. Διάβασα τα βιβλία του: το Αυτοβιογραφικό του, όπου τον είδα πριν τα 30 του να οργανώνει την πρώτη βραχύβια αντιχουντική κίνηση, την Ιστορία του, ένα σύγγραμμα αναφοράς για την ελληνική ιστορική επιστήμη και την ακαδημαϊκή διδασκαλία της και το τελευταίο του (πρόσφατο και –κατά τον ίδιο– έσχατον) το οποίο εν συντομία παρουσιάζουμε.

    Η κατά Δερτιλή Ιστορία είναι ένα επιστημονικό πεδίο όπου συναντάται η ιστοριογραφία, η οικονομική ανάλυση, η πολιτική ερμηνεία και η λογοτεχνία. Μπορεί κανείς να διαφωνήσει με κάτι απ’ όλ’ αυτά καθώς επιστήμη δεν σημαίνει αυθεντία. Θα έλεγα, μάλιστα, ότι ένα κείμενο είναι επιστημονικό στο βαθμό που είναι ανοικτό, δηλαδή δεκτικό αντιρρήσεων. Η συγκρότηση των γεγονότων δύο αιώνων ιστορίας του ελληνικού κράτους σε έναν νόμιμο αφηγηματικό ιστό αποτελεί από μόνη της κατόρθωμα θεμελίωσης του επιστημονικού διαλόγου. Και αυτό, ο Γιώργος Β. Δερτιλής το επιτυγχάνει κατά τρόπον πειστικό και αναντίρρητο.

    Προερχόμενος από την σχολική ιστορία των αρχών ’80, με παραξένεψε η εμμονή του σε οικονομικά μεγέθη, δείκτες και διαγράμματα. Κλίνοντας προς την μαρξιστική ανάγνωση της ιστορίας, με ξενίζει η απουσία του ταξικού στοιχείου από την ανάλυση που κάνει στο ιστορικό γίγνεσθαι. Αναγνωρίζοντάς του, ωστόσο, πρωτοτυπία, εντιμότητα, διαύγεια και ευρυμάθεια δεν μπόρεσα να εγκαταλείψω την ολονύκτια ανάγνωση. Θα ακολουθήσει εν ευθέτω μια συζήτηση μαζί του.

    Δ.Κ.


    • Από οικογένεια λακωνικής καταγωγής, γεννημένος και μεγαλωμένος στην Αθήνα. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο περνάει το μισό σχεδόν έτος, διαβάζοντας και γράφοντας στο σπίτι του στα Μητάτα.

    ** Μου είπε με κάποιο παράπονο: «οι αριστεροί με θεωρούν δεξιό, οι δεξιοί με θεωρούν αριστερό». Τον ενθάρρυνα: «άρα καλά δεν πορεύεσαι;».

    Δημοσιεύθηκε στην Dragonera Rossa στις 20 Νοεμβρίου 2016.

  • Η κοινωνική οργάνωση στο Αιγαίο της Εποχής του Χαλκού

    Η κοινωνική οργάνωση στο Αιγαίο της Εποχής του Χαλκού

    Όταν ο Χάινριχ Σλήμαν ανακάλυψε τους πλούσιους σε χρυσό λακκοειδείς τάφους των Μυκηνών με τις περίφημες χρυσές μάσκες τους πριν από 100 χρόνια, δεν μπορούσε παρά να κάνει υποθέσεις για τη βιολογική συγγένεια των ανθρώπων που ήταν θαμμένοι σε αυτούς. Σήμερα, με τη βοήθεια της ανάλυσης του αρχαίου DNA, κατέστη δυνατό να αποκτήσουμε τις πρώτες πληροφορίες για τη βιολογική συγγένεια και το πλαίσιο στο οποίο διαμορφωνόταν η επιλογή συζύγων στη μινωική Κρήτη και τη μυκηναϊκή Ελλάδα.

    Μια διεθνής ομάδα ερευνητών από το Ινστιτούτο Max Planck για την Εξελικτική Ανθρωπολογία στη Λειψία φέρνει στο φως μοναδικά ευρήματα για τη μορφή της οικογένειας και του γάμου στον Ελλαδικό χώρο κατά την Εποχή του Χαλκού. Οι αναλύσεις των αρχαίων ανθρώπινων γονιδιωμάτων δείχνουν ότι στην επιλογή των συζύγων καθοριστικό ρόλο έπαιζε ο βαθμός της βιολογικής τους συγγένειας. Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό Nature Ecology & Evolution.

    Χάρη σε καινοτόμες μεθοδολογικές εξελίξεις στην ανάλυση του αρχαίου DNA, έγινε εφικτή η παραγωγή εκτεταμένων γενετικών δεδομένων ακόμη και στην Ελλάδα, όπου η διατήρηση του αρχαίου DNA παραμένει ανεπαρκής λόγω των κλιματικών συνθηκών. Η ερευνητική ομάδα, με επικεφαλής την Δρ. Ειρήνη Σκουρτανιώτη, για τη μελέτη αυτή ανέλυσε πάνω από 100 ανθρώπινα γονιδιώματα από την περιοχή του Αιγαίου της Εποχής του Χαλκού. Η διεθνής ερευνητική ομάδα ήταν πολυπληθής και διεπιστημονική. «Χωρίς τη σπουδαία συνεισφορά των συνεργατών μας στην Ελλάδα και παγκοσμίως, αυτό δεν θα ήταν εφικτό», λέει ο αρχαιολόγος Philipp Stockhammer, ένας από τους επικεφαλής συγγραφείς της μελέτης.

    Το πρώτο βιολογικό γενεαλογικό δέντρο μιας μυκηναϊκής οικογένειας

    Πρόκειται για το πρώτο γενεαλογικό δέντρο, που έχει ανακατασκευαστεί μέχρι στιγμής σε ολόκληρη την αρχαία περιοχή της Μεσογείου και αφορά στους κατοίκους ενός μικρού μυκηναϊκού οικισμού στην Πελοπόννησο του 16ου αι. π.Χ., συγκεκριμένα στην αρχαιολογική θέση της Μυγδαλιάς Αχαΐας. Αναλυτικά, η έρευνα κατέδειξε πως ορισμένοι από τους γιους της οικογένειας εξακολουθούσαν να ζουν στον πατρικό οικισμό και αφότου απέκτησαν δική τους οικογένεια, αφού παιδιά τους ήταν θαμμένα από κοινού σε έναν τάφο κάτω από την αυλή του σπιτιού. Μάλιστα, φαίνεται πως μία από τις συντρόφους τους έφερε και την αδελφή της στην οικογένεια, το παιδί της οποίας τάφηκε επίσης στον ίδιο τάφο.

    Συνηθιζόταν να παντρεύεται κανείς τον πρώτο του εξάδελφο

    Ένα άλλο εύρημα ήταν εντελώς απροσδόκητο: στην Κρήτη και σε άλλα ελληνικά νησιά, όπως η Πάρος και η Αίγινα, καθώς και στην ηπειρωτική χώρα, ήταν πολύ συνηθισμένο να παντρεύεται κανείς τον πρώτο του ξάδελφο πριν από 4.000 χρόνια. «Περισσότερα από χίλια αρχαία γονιδιώματα από διάφορες περιοχές του κόσμου έχουν πλέον δημοσιευθεί, αλλά φαίνεται ότι ένα τόσο αυστηρό σύστημα ομοαίματου γάμου δεν υπήρχε πουθενά αλλού στον αρχαίο κόσμο», λέει η Ειρήνη Σκουρτανιώτη. «Αυτό αποτέλεσε πλήρη έκπληξη για όλους μας και εγείρει πολλά ερωτήματα».

    Για το πώς εξηγείται το συγκεκριμένο πλαίσιο καθορισμού της επιλογής συζύγου, η ερευνητική ομάδα μπορεί μόνο να κάνει υποθέσεις. «Ίσως αυτός ήταν ένας τρόπος για να διατηρηθεί η ακεραιότητα των κληρονομημένων αγροτικών εκτάσεων; Σε κάθε περίπτωση, θα εξασφάλιζε μια ορισμένη συνέχεια της οικογένειας σε κάποιες περιοχές, η οποία θα αποτελούσε σημαντική προϋπόθεση για την καλλιέργεια ελαιών και αμπέλου, για παράδειγμα», εικάζει ο Stockhammer. «Το βέβαιο είναι ότι η ανάλυση των αρχαίων γονιδιωμάτων θα συνεχίσει να μας παρέχει εκπληκτικές, νέες γνώσεις για τις αρχαίες οικογενειακές δομές», προσθέτει η Σκουρτανιώτη.

    Μετακινήσεις πληθυσμών στην Υστερομινωική Κρήτη

    Η ομάδα προχώρησε και σε νέα συμπεράσματα σχετικά με την πληθυσμιακή δομή και τις μετακινήσεις των αρχαίων ανθρώπων. Ενώ οι πληθυσμοί της Μυκηναϊκής περιόδου από την Τίρυνθα στην Πελοπόννησο έως την Αττική ήταν γενετικά πολύ ομοιογενείς, στην Κρήτη και συγκεκριμένα στην αρχαία Κυδωνία (σημερινά Χανιά) φαίνεται ότι ντόπιοι κάτοικοι σε μεγάλο βαθμό είχαν αναμειχθεί με ομάδες, που έφτασαν στο νησί από διάφορες περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδας αλλά και της Κεντρικής Μεσογείου. «Είναι χαρακτηριστικό ότι αυτή η δημογραφική αλλαγή είχε συντελεστεί σε μια πολύ δυναμική περίοδο για την πολιτική και κοινωνική ζωή του νησιού, την λεγόμενη Κρητομυκηναϊκή περίοδο (14ος – 13ος αι. π.Χ.)», λέει η Μαρία Ανδρεαδάκη-Βλαζάκη, διευθύντρια των συστηματικών ανασκαφών της Μινωικής Κυδωνίας, η οποία συμμετείχε στη μελέτη.

    Περισσότερες πληροφορίες για την επιστημονική δημοσίευση:

    https://www.nature.com/articles/s41559-022-01952-3 και https://doi.org/10.1038/s41559-022-01952-3

     

     

  • Ευριπίδης Μπακιρτζής: Ο στρατηγός που υπηρέτησε το Λαό και εξορίστηκε στα Αντικύθηρα

    Ευριπίδης Μπακιρτζής: Ο στρατηγός που υπηρέτησε το Λαό και εξορίστηκε στα Αντικύθηρα

    Συμπληρώνονται σήμερα 128 χρόνια από τη γέννηση του Ευριπίδη Μπακιρτζή. Του πρώτου προέδρου της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης της «κυβέρνησης των βουνών» στα χρόνια της κατοχής, του αξιωματικού που συμμετείχε σε όλες τις μεγάλες στιγμές της νεότερης ελληνικής ιστορίας με κορυφαία αυτή της Εθνικής Αντίστασης κατά των ναζί κατακτητών. Την πορεία αυτού του αξιωματικού που είχε «μια ζωή αφιερωμένη στον ελληνικό λαό», όπως έγραψε ο «Ριζοσπάστης» στις 11.5.1947, θα παρακολουθήσουμε σ’ αυτό το σημείωμα με ιδιαίτερη αναφορά στο ρόλο του  στην απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης και την είσοδο του ΕΛΑΣ , παρά τις αντίθετες επιταγές της συμφωνίας της Καζέρτας, αλλά και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έφυγε από τη ζωή, το Μάιο του 1947, στους Φούρνους της Ικαρίας όπου τον είχε εξορίσει το εμφυλιακό κράτος.

    O Eυριπίδης Μπακιρτζής γεννήθηκε στις Σέρρες το 1895. Φοίτησε στη Σχολή Ευελπίδων και πήρε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-1913. Το 1916 προσχώρησε στο κίνημα της «Εθνικής Άμυνας» στη Θεσσαλονίκη και πήρε μέρος στις μάχες που δόθηκαν από τις δυνάμεις της Αντάντ  στο Μακεδονικό Μέτωπο. Το 1918 πήγε στο Παρίσι για σπουδές στην Ανώτατη Στρατιωτική Ακαδημία. Με την επιστροφή του πήρε μέρος στην εκστρατεία στη Μικρά Ασία και το Σεπτέμβριο του 1922 μετά την καταστροφή συμμετείχε, ως ταγματάρχης πλέον, στο κίνημα των Πλαστήρα-Γονατά, υπασπιστής του πρώτου και  γραμματέας της Επαναστατικής Επιτροπής. Από τότε και μέχρι το 1935 ακολουθούσε  τον Πλαστήρα σε όλες τις κινήσεις του.

    Το 1923  διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην καταστολή του φιλομοναρχικού κινήματος Γαργαλίδη- Λεοναρδόπουλου στην περιοχή της Θεσσαλονίκης.

    Τρία χρόνια μετά, το 1926, πήρε μέρος στο υποκινούμενο από το Νικόλαο Πλαστήρα κίνημα, που έμεινε στην ιστορία ως «κίνημα Τζαβέλα-Μπακιρτζή». Καταδικάσθηκε σε θάνατο αλλά δεν εκτελέστηκε , για να επανέλθει στο στρατό το 1928. Το διάστημα 1930-1931 υπηρέτησε ως στρατιωτικός ακόλουθος στη Σόφια και το Βουκουρέστι και το  1935, ως συνταγματάρχης πια, πήρε μέρος στο αποτυχημένο βενιζελοπλαστηρικό κίνημα. Αποτάχθηκε και εξορίστηκε αρχικά στον Άγιο Ευστράτιο και στη συνέχεια στα Αντικύθηρα.

    Η φήμη του «κόκκινου συνταγματάρχη»

    Με αφορμή τη δημοσίευση στο «Ριζοσπάστη»  της δεκαετίας του ’30,  σημειωμάτων, που έδειχναν ότι οι συντάκτες τους είχαν πολύ καλή γνώση των τεκταινομένων στο εσωτερικό του στρατεύματος, σε αρκετούς κύκλους άρχισε να κυκλοφορεί η φήμη, που κράτησε μάλιστα για πολλά χρόνια, του «κόκκινου συνταγματάρχη» και μάλιστα πως πίσω από αυτό το χαρακτηρισμό κρυβόταν ο Ευριπίδης Μπακιρτζής. Δεν είναι λίγοι κι αυτοί που ακόμη και σήμερα όταν αναφέρονται στον «κόκκινο συνταγματάρχη» εννοούν τον Μπακιρτζή.

    Σ’ αυτόν, ακόμη και σήμερα, αρκετοί με ευκολία αποδίδουν την ανώνυμη επιστολή με την υπογραφή «αντιφασίστας αξιωματικός» που δημοσιεύθηκε στο «Ριζοσπάστη» στις 26 του Φλεβάρη 1935. Ο συντάκτης της επιστολής αποκάλυπτε ότι ετοιμάζονταν στρατιωτικό πραξικόπημα με οργανωτές το συνταγματάρχη Στ. Σαράφη, τον απόστρατο στρατηγό Κ. Βλάχο και τον πλοίαρχο Α. Κολιαλέξη.

     

    bakirtzis
    Ο Ευριπίδης Μπακιρτζής στα χρόνια του Μεσοπολέμου.

    Ας πάρουμε τα πράματα με τη σειρά ξεκινώντας από την επιστολή στο «Ριζοσπάστη» το Φλεβάρη του 1936. Συντάκτης της δεν θα μπορούσε να είναι ο Μπακιρτζής για τον απλούστατο λόγο πως ο ίδιος, φρούραρχος της Καβάλας τότε , ήταν ένας από τους βασικούς συντελεστές  εκείνου του πραξικοπήματος που οργάνωσαν  από τα Χανιά ο Βενιζέλος και από τη Γαλλία ο Πλαστήρας και

    ξέσπασε την 1η του Μάρτη του 1936, λίγες μέρες μετά το δημοσίευμα στο «Ριζοσπάστη». Συντάκτης της επιστολής ήταν ο αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού Παπάζογλου συνδεόμενος τότε με το ΚΚΕ.

    Όσο για τον Μπακιρτζή , μετά την αποτυχία του βενιζελοπλαστηρικού πραξικοπήματος, κατέφυγε στη Βουλγαρία, μαζί με τον στρατηγό Καμμένο και άλλους  αξιωματικούς Από τη Βουλγαρία επέστρεψε μετά την αμνήστευση των πραξικοπηματιών.

    Η επίθεση στον Πλαστήρα

     

    Ένα χρόνο μετά, στις 3 Ιούλη του 1936, στην εφημερίδα «Ανεξάρτητος» δημοσιεύθηκε  άρθρο του Μπακιρτζή με τίτλο «Απάντησις εις τον στρατηγόν Νικόλαον Πλαστήραν». Λίγες μέρες πριν είχε δημοσιευθεί μια επιστολή του Πλαστήρα από τη Βηρυτό, όπου είχε καταφύγει, στην οποία υποστήριζε την ιδέα μιας προσωπικής δικτατορίας και καλούσε τους Έλληνες να συσπειρωθούν γύρω του.

    Στην απάντησή του ο Μπακιρτζής, επηρεασμένος όπως φαίνεται από τη δημιουργία εκείνη την εποχή του Λαϊκού Μετώπου στη Γαλλία,  χαρακτήριζε ανοιχτά τον Πλαστήρα φασίστα, ενώ παράλληλα παρέθετε μια σειρά σκέψεις, που έδειχναν  την επιρροή σ’ αυτόν της μαρξιστική θεωρίας. Μόνο «ταξικές δικτατορίες» υπάρχουν, σημείωνε και πρόσθετε πως κλειδί της ιστορίας είναι η πάλη των τάξεων και μόνο «ταξικές δικτατορίες» υπήρχαν:

    «…είτε ως πολιτική εκδήλωσις των καταπιεζομένων οι οποίοι κατόπιν αποφασιστικών πολιτικών αγώνων συνειδητοποιούνται και μάχονται διά να αλλάξουν άρδην το πολιτικόν και κοινωνικόν καθεστώς και να προετοιμάσουν τους όρους της σοσιαλιστικής κοινωνίας, είτε ως βιαία αντίδρασις της κυβερνώσης φατρίας κατά της ανόδου της εργατοαγροτικής τάξεως».

    Στη «βίαιη αντίδραση της κυβερνώσας φατριάς» κατέτασσε και τον Πλαστήρα ως εκπρόσωπο του χιτλερισμού.

    Ο Μπακιρτζής προχωρούσε ακόμη και σε μια ανοιχτή υποστήριξη της δικτατορίας του προλεταριάτου:

    «…η δικτατορία του προλεταριάτου αποτελεί προοδευτικόν μοχλόν της ιστορίας. Διότι γκρεμίζει και κτίζει. Διότι καταργεί παλαιούς θεσμούς και δημιουργεί νέους. Διότι είναι η αγανακτισμένη φωνή της ιστορίας…».

    Και αφού απέρριπτε τη θέση του Πλαστήρα για «συμφιλίωση του ελληνικού λαού» ως μια προσπάθεια συνδιαλλαγής των παλαιοβενιζελικών και των βασιλικών σημείωνε πως αν υπήρχε τότε πολιτική κρίση αυτό συνέβαινε γιατί «…ο εργαζόμενος λαός δεν αφυπνίζεται και ζητεί την δικαιοτέραν διανομήν του εθνικού πλούτου, ενώ συγχρόνως προετοιμάζεται διά να αναλάβη αυτός την διακυβέρνησιν της χώρας(…)Δεν ωρίμασαν ακόμα οι όροι διά να καταλάβη την εξουσίαν η εργατοαγροτική τάξις… ».

    Στο τέλος του άρθρου  καλούσε τον  Πλαστήρα να αναθεωρήσει το «πολιτικό του πιστεύω» και να συστρατευθεί μαζί του στον  αγώνα για τη δημιουργία ενός αριστερού μετώπου όπως ήταν το Λαϊκό Μέτωπο στη Γαλλία.

    Είναι γεγονός, όπως αναφέρει ο Γιάνης Κορδάτος,  πως ο Μπακιρτζής στη δεκαετία του ’20 είχε έρθει σε επαφή με τη μαρξιστική φιλολογία, μέσω του ιστορικού συγγραφέα με τον οποίο είχε φιλική σχέση.

    bakirtzis
    Φωτογραφία του Σπύρου Μελετζή με την «Κυβέρνηση του Βουνού» της Ελεύθερης Ελλάδας (Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης) και τον μητροπολίτη Κοζάνης Ιωακείμ μετά τον ανασχηματισμό της κυβέρνησης σε ευρύτερη πολιτική βάση στις 18 του Απρίλη 1944. Διακρίνονται από αριστερά: Κώστας Γαβριηλίδης (Γραμματέας Γεωργίας), Σταμάτης Χατζήμπεης (Γραμματέας Εθνικής Οικονομίας), Άγγελος Αγγελόπουλος (Γραμματέας Οικονομικών), Μανώλης Μάντακας (Γραμματέας Στρατιωτικών), Γιώργος Σιάντος (Γραμματέας Εσωτερικών), Πέτρος Κόκκαλης (Γραμματέας Κοινωνικής Πρόνοιας), Αλέξανδρος Σβώλος (Πρόεδρος και Γραμματέας Εξωτερικών, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Λαϊκής Διαφώτισης), μητροπολίτης Ιωακείμ Κοζάνης, Ευριπίδης Μπακιρτζής (Αντιπρόεδρος και Γραμματέας Επισιτισμού), Ηλίας Τσιριμώκος (Γραμματέας Δικαιοσύνης) και Νίκος Ασκούτσης (Γραμματέας Συγκοινωνίας).

    Ωστόσο δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει πως είχε οποιαδήποτε  επαφή με τις ομάδες αξιωματικών φίλα προσκείμενων στο ΚΚΕ που υπήρχαν από τις αρχές ήδη της δεκαετίας του ’30 και παρέμειναν συγκροτημένες μέχρι και το 1941 και στη συνέχεια τα μέλη τους εντάχθηκαν στον ΕΛΑΣ, όπως ήταν για παράδειγμα η ομάδα με την επωνυμία «Φίλοι του Λαού» με τους λοχαγούς Β. Βενετσανόπουλο, Ι. Παλάσκα, Γ. Σαμαρίδη, Γ. Καλιανέση, Ν. Κούκουρα, Ι. Παντελάκη, Ι. Τιμογιαννάκη κ.α.

    Το 1937 ο Μπακιρτζής μεταφέρθηκε στην Αθήνα, από τα Αντικύθηρα όπου ήταν εξόριστος. Οι παράγοντες του μεταξικού καθεστώτος του πρότειναν να συνεργαστεί μαζί τους, αλλά αυτός αρνήθηκε. Του επέτρεψαν να φύγει από τη χώρα και να πάει στο Βουκουρέστι όπου έμεινε μέχρι την κήρυξη του πολέμου του 40-41. Τότε επέστρεψε στην Ελλάδα και ζήτησε να καταταγεί ως απλός στρατιώτης για να πολεμήσει τους Ιταλούς. Όμως το αίτημά του δεν έγινε δεκτό.

    Το Δεκέμβρη του 1940 ο Μπακιρτζής συναντιέται με τον συγγραφέα Γιώργο Θεοτοκά και τον Γιώργο Καρτάλη κατοπινά ηγέτη της οργάνωσης ΕΚΚΑ μαζί με τον συνταγματάρχη Ψαρρό. Στα «Τετράδια Ημερολογίου» του ( εγγραφή 18.12.1940) ο Θεοτοκάς γράφει για την εντύπωση που του προκάλεσε ο Μπακιρτζής:

    «… Το βράδυ με τον Καρτάλη, συναντώ για πρώτη φορά τον περίφημο Ευριπίδη Μπακιρτζή. Ήμουν πολύ περίεργος να τον γνωρίσω, μα δεν βρήκα σ’ αυτόν το πολεμικό και τυχοδιωκτικό ύφος που περίμενα. Θυμίζει μάλλον τον Εκπαιδευτικό όμιλο, τους προοδευτικούς παιδαγωγούς του 1925…».

    Η περίοδος της κατοχής

    Μετά την είσοδο των Γερμανών στην Ελλάδα , αργά το καλοκαίρι του ’41 εκπρόσωπος  της ηγεσίας του ΚΚΕ συναντάται με τους συνταγματάρχες Μπακιρτζή και Σαράφη. Γράφει γι’ αυτή τη συνάντηση ο Πέτρος Ρούσος , ένας από τους κορυφαίους του ΚΚΕ στην περίοδο της κατοχής και του Εμφυλίου Πολέμου:

    «Δεν κατορθώσαμε να συνδεθούμε αμέσως με τον Ευριπίδη Μπακιρτζή, που σε ορισμένους κύκλους ήταν γνωστός με το επώνυμο του «κόκκινου συνταγματάρχη». Είχε γνωριμία με τη μαρξιστική ιδεολογία.

    Αργά το καλοκαίρι έγινε  συνάντηση αντιπροσώπου του ΚΚΕ και με τον συνταγματάρχη Μπακιρτζή και με το συνταγματάρχη Στέφανο Σαράφη, άλλον απότακτο του βενιζελικού κινήματος του 1935. Και από την πλευρά των δύο εκείνων γνωστών και ικανών αξιωματικών δεν βγήκε τίποτα το πρακτικό. Αργότερα μάθαμε πως και οι δυο προετοίμαζαν τη συγκρότηση δυνάμεων κάτω από την τέτοια ή τέτοια επιρροή των βενιζελικών κομμάτων ( Σοφούλη κ.α.). Ο λόγος ήταν για την οργάνωση ΑΑΑ ( τρία άλφα). Ο Μπακιρτζής είχε τη φήμη πολύ μορφωμένου και ικανού αξιωματικού του πυροβολικού, ενημερωμένου στη σοσιαλιστική θεωρία μα τον διέκρινε αναποφασιστικότητα. Ήταν τότε ένας από τους οργανωτές της κατασκοπευτικής ομάδας «Προμηθεύς» που συνδεόταν με τις αγγλικές υπηρεσίες και την κυβέρνηση του Καίρου. Γράφτηκε πως οι φιλοδοξίες του μέσα στο προοδευτικό κίνημα ξεπερνούσαν τις πραγματικές πολιτικές ικανότητές του. Αυτό δεν τον εμπόδισε στην εξέλιξη των γεγονότων , το 1944, να αναλάβει πρόεδρος της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης, του ανώτατου οργάνου προσωρινής εξουσίας στις περιοχές που είχε ελευθερώσει το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ, στην πρώτη της σύνθεση…».

    Μετά  τη συγκρότηση της οργάνωσης «Προμηθέας» ο Μπακιρτζής έφυγε, τον Αύγουστο του 1942, για το Κάιρο όπου παρέμεινε μέχρι το Σεπτέμβρη του 43, οπότε επέστρεψε στην Ελλάδα. Ακολούθησε η ένταξή του στην ΕΚΚΑ του συνταγματάρχη Ψαρρού, και στην οργάνωση Α (γών) Α (νόρθωσις) Α  (πελευθέρωσις) με το Στέφανο Σαράφη και τελικά, μπροστά στα αδιέξοδα που είδε στο δρόμο αυτών των οργανώσεων η προσέγγισή του με το ΕΑΜ και η ανάληψη της προεδρίας της πρώτης Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης ( ΠΕΕΑ) το Μάρτιο του 1944 (ανάλογη ήταν και όπως είναι γνωστό και η πορεία του Σαράφη).

    Η βρώμικη συμφωνία Εγγλέζων και ναζί για τη Θεσσαλονίκη

    Οι μέρες της Απελευθέρωσης της Ελλάδας από τους ναζί βρίσκουν το Μπακιρτζή διοικητή της Ομάδας Μεραρχιών Μακεδονίας του ΕΛΑΣ με δίπλα του τον καπετάνιο της Ομάδας Μάρκο Βαφειάδη και το Λεωνίδα Στρίγκο υπεύθυνο από το Πολιτικό Γραφείο του ΚΚΕ για την περιοχή.

    Η Θεσσαλονίκη αποτελούσε για τους Εγγλέζους ένα καθοριστικό κόμβο για την εφαρμογή της πολιτικής τους στα Βαλκάνια και τον έλεγχο της Ελλάδας. Όπως αποκάλυψε το 1976 σε συνέντευξή του στο δημοσιογράφο Βάσσο Μαθιόπουλο, ο υπουργός Εξοπλισμών του Χίτλερ Άλμπερτ Σπέερ  βρετανοί και ναζί είχαν συμφωνήσει σε μυστικές συνομιλίες που έγιναν στη Λισαβώνα για τον τρόπο αποχώρησης των Γερμανών από τη Μακεδονία. Ο Σπέερ επικαλούμενος αυτά που του είχε πει ο αρχηγός του γερμανικού Επιτελείου στρατηγός Γιόντλ είπε στο Μαθιόπουλο πως με βάση τη συμφωνία οι Εγγλέζοι θα βοηθούσαν στην εκκένωση της Ελλάδας από τα ναζιστικά στρατεύματα χωρίς να τους παρενοχλήσουν με αντάλλαγμα την αμαχητί κατάληψη  της Θεσσαλονίκης από τα βρετανικά στρατεύματα, πριν προλάβουν οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ να μπουν στην πόλη. Kαι οι Εγγλέζοι την τήρησαν αφήνοντας τους ναζί να αποχωρήσουν ανενόχλητοι:

    «Η πληροφορία για το περίεργο αυτό «τζέντλεμαν αγκρίμεντ» μεταξύ Λονδίνου και Βερολίνου προκάλεσε σε όσους το έμαθαν κατάπληξη, ανέφερε ο Σπέερ. Και, πράγματι, οι Άγγλοι την τήρησαν. Τα γερμανικά πολεμικά και μεταγωγικά σκάφη φορτώθηκαν στρατό από τα ελληνικά νησιά – που εκκένωσαν – πέρασαν, το φθινόπωρο του 1944, ανενόχλητα μπροστά από τα μάτια των Βρετανών και ανάμεσα από τα βρετανικά υποβρύχια στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο. Το τίμημα της συμφωνίας, κατά τη γνώμη μου, ήταν να παραχωρήσουν οι Γερμανοί τη Θεσσαλονίκη στους Άγγλους αμαχητί και μ’ αυτόν το τρόπο η Ελλάδα να περιέλθει στο δυτικό στρατόπεδο. Και, βέβαια, ο Χίτλερ θα διατηρούσε ανέπαφες τις δικές του δυνάμεις, που κατείχαν το ελληνικό χώρο».

    Και όχι μόνο αυτό αλλά οι Εγγλέζοι με προσωπική διαταγή του στρατηγού Σκόμπι,  στον στρατιωτικό αρχηγό του ΕΛΑΣ,  Στέφανο Σαράφη, στις 4 Νοέμβρη του 1944, απαγόρευσαν στον ΕΛΑΣ να συνεχίσει τις επιχειρήσεις έξω από τα ελληνικά σύνορα καταδιώκοντας τους υποχωρούντες ναζί.

    H παραβίαση της συμφωνίας της Καζέρτας
    και η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης

    Από τις 7 του Σεπτέμβρη του ’44, το Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ με διαταγή του στρατηγού Σαράφη προς την Ομάδα Μεραρχιών Μακεδονίας διέτασσε την προετοιμασία των δυνάμεών της για την κατάληψη της Θεσσαλονίκης: « …Κύριος όγκος δυνάμεων Ομάδος δέον προσανατολισθεί προς πεδιάδα και πόλιν Θεσσαλονίκης. Μετά τούτο διοίκησης Ομάδος δέον έλθη άμεσον επαφήν με διοίκησιν ΕΛΑΣ  Θεσσαλονίκης δια κατάστρωσιν από κοινού σχεδίου καταλήψεως πόλεως ταύτης».

    Στις 26 του Σεπτέμβρη υπογράφτηκε στην Καζέρτα ο ομώνυμη συμφωνία.  Σε αντίθεση με την Αθήνα για την οποία ήταν σαφής η απαγόρευση εισόδου του ΕΛΑΣ το σχετικό άρθρο για την τύχη της  Θεσσαλονίκης ήταν ασαφές: «Βραδύτερον η Θράκη (συμπεριλαμβανομένης και της Θεσσαλονίκης) θα είναι υπό την διοίκησιν ενός αξιωματικού υποδειχθησομένου υπό της Ελληνικής Κυβερνήσεως».

    Στη συνέχεια ακολούθησε διαταγή του Σκόμπυ, σε εφαρμογή της συμφωνίας που όριζε ότι οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ απαγορεύεται να μπουν στη ζώνη μεταξύ των ποταμών Αξιού και Στρυμώνα, μέσα στην οποία βρισκόταν και η Θεσσαλονίκη. Με αυτή τη διαταγή ουσιαστικά η πόλη παραδίνονταν στις δοσιλογικές οργανώσεις, που είχαν σπεύσει να  φορέσουν την προβιά του ΕΔΕΣ ( περίπου 5.000 με 6.000 ένοπλοι) και τη χωροφυλακή.

    bakirtzis
    Ο στρατηγός Ευριπίδης Μπακιρτζής την ημέρα της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης από τον ΕΛΑΣ

    Σε διαταγή του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ προς την Ομάδα Μεραρχιών Μακεδονίας στις 18.10.1944, λίγες μέρες πριν από τη  αποχώρηση των Γερμανών από τη Θεσσαλονίκη, αναφέρεται πως «μετά προηγουμένην συνεννόησιν και με μητροπολίτην και δήμαρχον Θεσσαλονίκης τμήματα ΧΙ (σ.σ. Μεραρχία του ΕΛΑΣ) εισέλθωσι πόλιν μόλις εγκαταλειφθεί  υπό Γερμανών». Όμως στην ίδια διαταγή αναφερόταν ρητά:«… εφαρμοσθώσι προς όλους αποφάσεις Καζέρτας…».

    Παρά τις διαταγές του Σκόμπυ, και τις παρατηρήσεις του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ που ζητούσε εξηγήσεις (τυπικές και περισσότερο «για τα μάτια του κόσμου» θα μπορούσαμε να πούμε) η ηγεσία του ΕΛΑΣ και του ΚΚΕ στη Μακεδονία συνέχισε τον προσανατολισμό των μεραρχιών  του ΕΛΑΣ ( Χ και ΧΙ) προς τη Θεσσαλονίκη και το πέρασμά τους ανατολικότερα του Αξιού. Μάλιστα για να ξεπεραστεί η απαγόρευση για το πέρασμα του Αξιού, σύμφωνα με τις δεσμεύσεις της συμφωνίας της Καζέρτας  τμήματα του ΕΛΑΣ διαπεραιώθηκαν μέσω θαλάσσης και από τη Χαλκιδική στην περιοχή της  Θεσσαλονίκης. Στις 26,27,28 και 29 του Οκτώβρη χτύπησαν  τους υποχωρούντες Γερμανούς και στις 30 του μήνα μπήκε στην Πόλη το 19ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ.

    Τη μέρα της απελευθέρωσης στο κτίριο του Γ΄ Σώματος Στρατού όπου είχε εγκατασταθεί η Ομάδα Μεραρχιών Μακεδονίας εμφανίστηκε αντιπροσωπεία της Ανώτερης Διοίκησης Χωροφυλακής Μακεδονίας και ζήτησε να της παραδοθεί η εξουσία επικαλούμενη τη συμφωνία της Καζέρτας και τις διαταγές του Σκόμπυ. Η απάντηση  ήταν πως η χωροφυλακή καταργείται λόγω της συνεργασίας της με τους κατακτητές. Δόθηκε μάλιστα στους χωροφύλακες διορία μίας ώρας να παραδοθούν γιατί αλλιώς ο ΕΛΑΣ θα τους χτυπούσε. Παράλληλα τμήματα του ΕΛΑΣ περικύκλωσαν το κτίριο της ΧΑΝΘ όπου είχαν οχυρωθεί οι χωροφύλακες. Οι εκπρόσωποι της Ανώτερης Διοίκησης Χωροφυλακής αρνήθηκαν να παραδοθούν αλλά οι Ελασίτες μπήκαν στο κτίριο, αφόπλισαν τους χωροφύλακες και τους έκλεισαν σε στρατόπεδο.

    Μετά από όλα αυτά όλη εξουσία στην πόλη πέρασε στο ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ και ο διορισμένος από τον Παπανδρέου Γενικός Διοικητής Γεώργιος Μόδης περιορίστηκε να παίζει ένα τυπικό ρόλο κλεισμένος στο ξενοδοχείο «Μεντιτεράνιαν». Μία μέρα μετά  έφτασε στη Θεσσαλονίκη και το πρώτο αγγλικό απόσπασμα που εγκαταστάθηκε στα ανατολικά της πόλης.

    Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης , η δυναμική κατάληψη της πόλης ,με την ουσιαστική παραβίαση της Καζέρτας ήταν μια  εξαίρεση στον κανόνα που ακολουθήθηκε από την ηγεσία του αντιστασιακού κινήματος στην υπόλοιπη χώρα. Και αυτή η κατάληψη σχεδιάστηκε   από τον Λεωνίδα Στρίγκο , το στρατηγό Μπακιρτζή και το  Μάρκο Βαφειάδη.

    «Αι συνθήκαι υπό τας οποίας επήλθεν ο θάνατος είναι ύποπτοι»

    Το Σεπτέμβρη του 1946 ο Ευριπίδης Μπακιρτζής εξορίζεται στην Ικαρία, στον Άγιο Κήρυκο και μετά στους Φούρνους μαζί με άλλους ανώτατους αξιωματικούς του ΕΛΑΣ. Εκεί άρχισε να γράφει το βιβλίο του που έμεινε ανολοκλήρωτο με τίτλο «Πολιτικοστρατιωτική σημασία της Ανατολικής Μεσογείου». Στην Ερευνητική Επιτροπή του ΟΗΕ που πήγε στο νησί κατήγγειλε την ντόπια αντίδραση και τους Εγγλέζους ως υπεύθυνους για τον Εμφύλιο Πόλεμο.

    Το βράδυ της Παρασκευής 9 του Μάη του 1947, στην Κεντρική Επιτροπή του ΕΑΜ έφτασε τηλεγράφημα του εκπροσώπου των εξορίστων στην Ικαρία Γεράσιμου Στεφανάτου που ανέφερε:

    «Σήμερον Παρασκευήν δευτέραν πρωινήν ευρέθη νεκρός με τραύμα εις την καρδίαν εντός δωματίου του εις Φούρνους Ικαρίας ο στρατηγός Μπακιρτζής. Αι συνθήκαι υπό τας οποίας επήλθεν ο θάνατος είναι ύποπτοι. Ο διοικητής της Χωροφυλακής Ικαρίας ηρνήθη να επιτρέψη εις τον ιατρόν των εξορίστων και εις επιτροπήν αυτών όπως μεταβούν επί τόπου προς διαπίστωσιν των συνθηκών  υπό τας οποίας επήλθεν ο θάνατος . Εζητήσαμεν την μεταφοράν του νεκρού εις Αθήνας και την άφιξιν του Εισαγγελέως Σάμου προς διενέργειαν ανακρίσεων.

    Δια τους εξορίστους Ικαρίας

    Γεράσιμος Στεφανάτος».

    Μπακιρτζής
    Η πρώτη σελίδα του «Ριζοσπάστη» (10.5.1947) με την είδηση του θανάτου του στρατηγού Μπακιρτζή

    Από την πρώτη στιγμή το κράτος του Εμφυλίου έσπευσε να αποδώσει το θάνατο του Μπακιρτζή σε αυτοκτονία. Όμως και από την πρώτη στιγμή προέκυψαν σημαντικά ερωτήματα τα οποία μέχρι σήμερα παραμένουν αναπάντητα για τον απλούστατο λόγο ότι οι αρχές του εμφυλιακού κράτους αρνήθηκαν κάθε ουσιαστικό έλεγχο, όλα τα έκαναν «εν κρυπτώ» και έσπευσαν να κουκουλώσουν την υπόθεση , θάβοντας άρον άρον το στρατηγό της Αντίστασης.

    Ο Μπακιρτζής, που ζούσε στον πάνω όροφο ενός μικρού σπιτιού, εκείνη τη μέρα ήταν ευδιάθετος και ετοιμαζόταν για την καθημερινή του βόλτα με τους συνεξόριστους του. Ένας από αυτούς είπε για εκείνη τη  μέρα: « Είδαμε τον Ευριπίδη στο μπαλκόνι με το πουκάμισο. Είχε κοπεί στο ξύρισμα και γι’ αυτό άργησε. Μας είπε ότι κατεβαίνει. Λίγο μετά ακούστηκε ένας πυροβολισμός. Τρέξαμε επάνω και είδαμε τον στρατηγό πεσμένο στο κρεβάτι με μια πληγή στο στήθος. Το πιστόλι που τον σκότωσε ήταν πεσμένο κοντά του, όμως κάψα ή στο άσπρο πουκάμισο ή κάπνα δεν είδαμε».

    Τα αναπάντητα ερωτήματα

    Πρώτο ερώτημα λοιπόν: Πώς βρέθηκε το περίστροφο με δεδομένο ότι ο έλεγχος που έκαναν οι χωροφύλακες στους εξόριστους ήταν συνεχής καθημερινός και εξονυχιστικός; Ένας άλλος συνεξόριστός του που βρισκόταν συνεχώς δίπλα του ανέφερε: « Εγώ που τον ήξερα τον στρατηγό και πολλές φορές τον βοηθούσα να φτιάξει τις βαλίτσες του ξέρω ίσως καλύτερα από όλους. Ο Ευριπίδης δεν είχε πιστόλι».

    Δεύτερο ερώτημα: Πως ένας   στρατιωτικός με ισχυρή θέληση που ετοιμάζει μάλιστα και μια εργασία για την οποία μιλά συνεχώς στους συνεξόριστούς του, και έχει ζητήσει να του στείλουν οι συγγενείς του σχετικά βιβλία  ξαφνικά βρίσκεται νεκρός, την ώρα μάλιστα που ετοιμάζεται να πάει βόλτα με τους άλλους εκτοπισμένους στο νησί;

    Στο ρεπορτάζ του απεσταλμένου του «Ριζοσπάστη» στο νησί αναφέρονται και τα εξής: « Στην ίδια θέση έμεινε το πτώμα ίσαμε που έφθασαν οι αρχές ( αστυν. Διοικητής Ικαρίας και αργότερα ο ειρηνοδίκης και δυο εξόριστοι αξιωματικοί). Ο εισαγγελέας Σάμου παρ’ όλο που ειδοποιήθηκε τηλεγραφικώς από τους εξορίστους δεν πήγε. Κάτω από το σώμα του στρατηγού βρέθηκε το βλήμα. Το τραύμα ήταν διαμπερές στην καρδιά και έφερε ακαριαία το θάνατο. Ο κάλυκας της σφαίρας δεν βρέθηκε. Από την εξέταση των αποτυπωμάτων, που θα υπάρχουν στο πιστόλι θα μπορούσε πολύ να βοηθήσει το έργο των ανακριτών. Μα δεν πάρθηκαν τα’ απαιτούμενα μέτρα. Οι χωροφύλακες τάπαιρναν στα χέρια τους και ψαχούλευαν.

    Συνήθως όσοι αυτοκτονούν αφήνουν ένα σημείωμα. Εξηγούν την πράξη τους και τις αιτίες της. Σημείωμα του Μπακιρτζή δεν βρέθηκε»

    Τρίτο ερώτημα: γιατί δεν έγινε μια ουσιαστική έρευνα (και ιατροδικαστική) ακόμη και μετά την άρον άρον ταφή της σορού; Οι αρχές κάτω από την πίεση των συγγενών του Μπακιρτζή και των αντιστασιακών οργανώσεων έστειλαν τελικά μια επιτροπή στην οποία για τα μάτια του κόσμου κλήθηκαν να παρακολουθήσουν το έργο της και τέσσερις αξιωματικοί συνεξόριστοι του Μπακιρτζή. Όμως όλα αυτά έγιναν αφού είχαν σπεύσει να θάψουν τον Μπακιρτζή.

    Το μόνο που δέχθηκαν οι εισαγγελικές αρχές ήταν να δεχθούν την εκταφή της σορού του και τη μεταφορά της για ταφή στον τόπο του με τη συμμετοχή μόνο των συγγενών του.

    Μπακιρτζής
    «Στρατηγός Μπακιρτζής- μια ζωή αφιερωμένη στον Ελληνικό Λαό», από την πρώτη σελίδα του «Ριζοσπάστη» (11.5.1947).

    Χωρίς κατάληξη, χωρίς απάντηση, έμεινε και η μήνυση κατ’ αγνώστων για το θάνατο του Μπακιρτζή που υπέβαλε η αδελφή του Μαρία Δημητρίου. Στο τηλεγράφημα που έστειλε στον υπουργό Δικαιοσύνης Απόστολο Αλεξανδρή ανέφερε:

    «Η εκδοχή της αυτοκτονίας του αδελφού μου στρατηγού Μπακιρτζή εξορίστου στους Φούρνους Ικαρίας, υιοθετηθείσα αορίστως υπό του επισήμου ανακοινωθέντος του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως, είναι τελείως απίθανος, λόγω ανυπαρξίας  οιουδήποτε προς τούτο αιτίου.

    Είμαι βεβαία ότι εδολοφονήθη υπό πολιτικών του αντιπάλων. Ο μυστικός και αντικανονικός τρόπος καθ’ όν διενεργήθη, συμφώνως με τας δημοσιογραφικάς πληροφορίας, η αστυνομική ανάκρισις, μαρτυρεί προσπάθειαν των κυβερνητικών αρχών όπως αποκρυβή η αλήθεια και μη έλθη εις φως η ευθύνη των. Υποβάλλουσα δια παρούσης μου μήνυσιν κατ’ αγνώστων φρονώ ότι επιβάλλεται προς πλήρη διαλεύκανσιν της υποθέσεως να διαταχθή ευρεία ανάκρισις, εξεταζομένων των συνεξορίστων του αδελφού μου και να αποσταλή πάραυτα εξ Αθηνών ιατροδικαστής δια να διενεργήση νεκροψίαν, παρουσία οιουδήποτε ιατρού εξορίστου, δηλώ δε ότι θέλω παραστή ως πολιτικώς ενάγουσα δια ψυχικήν οδύνην».

    Αυτή ήταν εν συντομία η ζωή ενός αξιωματικού που σε μια από τις κορυφαίες στιγμές της ιστορίας αυτού του τόπου  διάλεξε πλευρά. Αυτή του Λαού…